Το ξέραμε εδώ και καιρό από τους ιστορικούς, τους κοινωνιολόγους, τους ψυχολόγους αλλά κυρίως από τους μεγάλους λογοτέχνες. Μια επιδημία, πόσω μάλλον μια πανδημία, τεμαχίζει τον χρόνο σε ένα «πριν» και ένα «μετά», κυρίως όμως τον παγώνει σε ένα «τώρα». Ενα «τώρα» σχεδόν ακίνητο, επαναληπτικό, μονοθεματικό και μονότονο μέσα στη δραματικότητά του. Σαν αυτό που ζούμε αυτή την εποχή του κορωνοϊού. Με μια πρωτόφαντη ιδιαιτερότητα: αυτό το «τώρα» είναι παγκοσμιοποιημένο όσο ποτέ στο παρελθόν. Βιώνουμε ατομικά και συλλογικά μια παράξενη διαλεκτική όπου συνυπάρχουν η πιο εκρηκτική και απότομη ρήξη της καθημερινότητάς μας με την καταφυγή ή την προσπάθεια διάσωσης του «οικείου», του όποιου «οικείου» και ό,τι σταθερού καθησυχάζει τον καθένα μας. Στην πραγματικότητα, αυτή η διαλεκτική συνύπαρξη δεν είναι καθόλου παράξενη. Τέτοιες συνθήκες δραματικών και ξαφνικών αλλαγών κορυφώνουν την υπαρξιακή αγωνία του ανθρώπου, ραγίζουν τη βεβαιότητα και τη σταθερότητα του κοινωνικού και υλικού περιβάλλοντός του. Σαν άμυνα προσπαθούμε να ενεργοποιήσουμε τους μηχανισμούς που ενισχύουν την οντολογική ασφάλειά μας και καθησυχάζουν το άγχος, τον φόβο και τις φοβίες. Επενδύουμε στις ρουτίνες και τις κεκτημένες συνήθειες που μπορούμε να διατηρήσουμε στις έκτακτες συνθήκες, εμπιστευόμαστε ή ανακτούμε την εμπιστοσύνη μας στους ειδικούς, στο κράτος και στις ηγεσίες – στο μέτρο, εννοείται, που αποδεικνύονται επαρκώς αποτελεσματικοί και αξιόπιστοι.

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε

Ή εγγραφείτε

Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ