Τον τελευταίο καιρό, μέσω της ακατάσχετης σκανδαλολογίας παρακολουθούμε μια πρωτόγνωρη διαδικασία συνολικής απαξίωσης της πολιτικής: φήμες για μίζες, απειλές για το «σκαμνί», διακριτικές ή και χυδαίες υποδείξεις για την «ορθή» απόδοση δικαιοσύνης. Την επόμενη μέρα των Μνημονίων, η χώρα αρχίζει και βουλιάζει ξανά σε μια σε μια γενικευμένη θεσμική κρίση και η Βουλή γίνεται μια αρένα γεμάτη από «αδιάφθορους» και «διεφθαρμένους», που συχνά αλλάζουν ρόλο, ανάλογα με το σκάνδαλο και τη συγκυρία. Η θεμιτή και επιβεβλημένη υπεράσπιση του δημόσιου συμφέροντος συρρικνώνεται έτσι σε μια διαδικασία ανεξέλεγκτων κατηγοριών, που μετατρέπει τη δημόσια ηθικότητα σε έναν δημαγωγικό στιγματισμό προσώπων. Είναι σαφές ότι πρόκειται για μια εργαλειοποίηση του κομματικού ανταγωνισμού, που επιτείνει τη σύγχυση των πολιτών.

Το σήμα που εκπέμπεται («είναι όλοι ύποπτοι») προδιαγράφει μια πολωτική προεκλογική αναμέτρηση, στην οποία θα κυριαρχήσει ο αντι-πολιτικός λαϊκισμός και η «επιχείρηση: καθαρά χέρια». Συχνά ωστόσο αυτά τα «καθαρά χέρια» νίβουν το πρόσωπο της ακροδεξιάς και πάντως ενισχύουν το έλλειμμα της δημοκρατικής εκπροσώπησης. Το καταχρηστικό «ηθικό πλεονέκτημα» και το απλουστευτικό πρόσταγμα «αποκάλυψη τώρα» εξελίσσονται πλέον σε βασικά κριτήρια για αυτή την αναμέτρηση ανάμεσα στους «διεφθαρμένους» και τους «αδιάφθορους», ενώ ταυτόχρονα η Δικαιοσύνη χάνει διαρκώς το τυπικό και συμβολικό κύρος της. Το «δόγμα Πολάκη» αλλά και η υπόσχεση ενός αναδρομικού ρεβανσισμού μετά τις εκλογές σχηματίζουν ήδη μια επικοινωνιακή καρικατούρα διαφάνειας και ηθικισμού, που κινδυνεύει να οδηγήσει τους πολίτες σε μια γενικευμένη καχυποψία απέναντι στην πολιτική και στους πολιτικούς.

Αν μία από τις κύριες αιτίες της κρίσης ήταν και η παλαιοκομματική λειτουργία του πολιτικού συστήματος, θα πρέπει να βρεθούν άμεσα οι όροι και τα όρια της αντιπαράθεσης που θα εμποδίσουν αυτή την ιδιάζουσα «εκ-νομίκευση» της πολιτικής ζωής, αποκαθιστώντας κατ’ αρχάς τη διάκριση των εξουσιών. Η συνεχής σκανδαλολογία δεν είναι σίγουρα ο καλύτερος τρόπος για να θωρακιστεί η δημοκρατία από τις ιδιωτικές αυθαιρεσίες των δημόσιων λειτουργών. Αυτό που φαίνεται τώρα να είναι το προνομιακό πεδίο μιας ηθικής μάχης μπορεί γρήγορα να γίνει το απελπισμένο καταφύγιο μιας κοινωνίας, που θα αναζητά σωτήρες στα έδρανα των ειδικών δικαστηρίων και στους νέους «αρχάγγελους της κάθαρσης».

Ο Γιάννης Παπαθεοδώρου είναι αναπληρωτής καθηγητής Νεοελληνικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων