Στην ιστορική διαχρονία, σχεδόν όλες οι κοινωνίες και τα κράτη γνώρισαν κρίσεις διαφόρων ειδών. Πολλές βέβαια αντέδρασαν ορθολογικά, κατανόησαν τα προβλήματά τους, διόρθωσαν τις πολιτικές και τις αντιλήψεις τους και, αργά ή γρήγορα, επανήλθαν στον δρόμο τους. Μερικές όμως επέμειναν πεισματικά στις ίδιες αδιέξοδες συμπεριφορές και τα αποτελέσματα ήταν καταστροφικά. Υπέστησαν ήττες και καταλύσεις της κυριαρχίας τους και αρκετές γνώρισαν ακόμα και την έξοδό τους από την ιστορία ή, τα νεότερα πλέον χρόνια, εισήλθαν σε μακρές περιόδους παρακμής και πολλαπλής περιθωριοποίησης.

Η ελληνική κοινωνία άραγε και η κρατική της έκφανση σε ποια πλευρά αυτής της έστω απλής, ελλειπτικής και σχηματικής ανάγνωσης της ιστορίας ανήκουν; Είναι γεγονός ότι η ελληνική κοινωνία από τη συγκρότησή της σε ελεύθερο και ανεξάρτητο κράτος πέτυχε πολλά και θαυμαστά στη μέχρι τώρα διαδρομή της. Προέβη βέβαια και σε εσφαλμένες επιλογές και υπέπεσε και σε τραγικά λάθη, αλλά η ένταξή της, από την αρχή κιόλας της διαδρομής της, στο δυτικό πολιτικό και οικονομικό σύστημα συχνά την διέσωζε. Τα τελευταία χρόνια όμως, χρόνια διεθνούς αταξίας, κρίσης των δυτικών θεσμών και πολλών ανακατατάξεων στην περιοχή της Μεσογείου, η Ελλάδα φαντάζει προβληματική και εγκλωβισμένη σε μια πολύμορφη κρίση χωρίς τέλος. Η πρόσφατη δε τραγωδία στο Μάτι έδειξε τον βαθμό μηδέν της κρατικής οργάνωσης και της κυβερνητικής διαχείρισης των καταστάσεων κινδύνου.

Παρ’ όλα αυτά όμως η ελληνική πολιτεία και βέβαια και η κοινωνία αρνούνται να επανεξετάσουν ορθολογικά την κατάστασή τους και τις πολιτικές, τα ιδεολογήματα και τις νοοτροπίες που τις έφεραν στη σημερινή δεινή θέση. Ετσι, οκτώ και πλέον έτη μετά την εκδήλωση της κρίσης και των πολλαπλά καταστροφικών αποτελεσμάτων της, φαίνεται σαν να μην έχουν γίνει κατανοητές οι αιτίες της οικονομικής και της συνολικής εγχώριας κατάρρευσης.

Εκτός από την τραγική από κάθε πλευρά διαχείριση της καταστροφής στο Μάτι είναι ενδεικτική η χρήση της τυπικής καθορισμένης εξόδου από το περιβόητο Μνημόνιο, τόσο από την κυβέρνηση όσο και από την αντιπολίτευση. Η μεν κυβέρνηση, όπως πάντα, άκρως δημαγωγικά, επιχαίρει για το θεωρούμενο τέλος του Μνημονίου διότι πιστεύει ότι θα μπορεί πλέον να ασκήσει επεκτατική πολιτική παροχών και προσλήψεων, ενώ φαίνεται να μην υπολογίζει το κόστος της αναγκαίας εξωτερικής χρηματοδότησης από τις αγορές. Η δε αντιπολίτευση φαίνεται ότι συναινεί στις εξαγγελλόμενες κυβερνητικές παροχές και απλά αμφισβητεί τη δυνατότητα της πραγμάτωσής τους. Δεν ξεκαθαρίζει δε τις θέσεις της για την ανάγκη πιο ριζικών τομών και μεταρρυθμίσεων.

Σ αυτό το τοπίο, τα κρίσιμα και αναπάντητα όμως ερωτήματα είναι πολλά, παλαιά και γνωστά και δυστυχώς πάντα επίκαιρα. Επειτα από τόσα χρόνια δοκιμασίας, άλλαξαν οι νοοτροπίες πολιτών και Δημοσίου, άλλαξε το παραγωγικό μοντέλο, ανατράπηκε η προσοδοθηρική σχέση με το κράτος διαφόρων κοινωνικών κατηγοριών; Υπάρχει ένα σχέδιο οικονομικής και κοινωνικής ανόρθωσης της χώρας; Μπορούν να ανασυγκροτηθούν οι υπηρεσίες και οι μηχανισμοί προστασίας του πολίτη από τις κάθε είδους φυσικές απειλές; Διαφαίνεται στον ορίζοντα ένα νέο παράδειγμα για τη χώρα; Η απάντηση μάλλον είναι όχι διότι, ενώ η κοινωνία δεν μπορεί πλέον να αναπαραχθεί με τους όρους του παρελθόντος, η ίδια αυτή κοινωνία, αντί να ανατρέψει αυτούς ακριβώς τους όρους, φαίνεται να τους αναμηρυκάζει εμμονικά. Δυστυχώς το μόνο φώς στον ορίζοντα είναι αυτό του ελληνικού καλοκαιριού. Και αυτό όμως φαίνεται να τρεμοσβήνει.

Ο Κώστας Καρακώτιας είναι νομικός, κριτικός βιβλίου