«Πριν από αυτόν τον κόμη δεν υπήρχε αληθινός μουζίκος στη ρωσική λογοτεχνία», ειπώθηκε για την ακρίβεια των ρεαλιστικών περιγραφών του Τολστόι. Στην Καρένινα ο αναγνώστης μπορεί να χρονολογήσει με σχολαστική ακρίβεια τη δράση, αρκεί να προσέξει τις μόδες, τις λογομαχίες, τις συζητήσεις στα σαλόνια.


Είκοσι χρόνια μετά τη μοιχαλίδα Μποβαρί(1857) του Φλομπέρ, ηΑννα Καρένινα απαθανατίζεται στην παγκόσμια λογοτεχνία και επαναφέρει δραματικότερα τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει ο θεσμός του γάμου και της οικογένειας. Ο Λεβ Τολστόι (1828-1910) είναι ήδη καθιερωμένος συγγραφέας όταν, στην πιο ταραγμένη περίοδο της προσωπικής του ζωής, σχεδιάζει μια «φυσιολογία του γάμου» που βαθμηδόν θα καταλήξει σε τεράστια τοιχογραφία της ρωσικής κοινωνίας κατά τη δεκαετία του 1870 (η δράση του μυθιστορήματος αρχίζει το 1872 και λήγει στα μέσα του 1876). Το κείμενο, που μάλιστα τιτλοφορήθηκε αρχικά «Δύο Γάμοι», χωρίζεται σε οκτώ μέρη, καθένα από τα οποία περιλαμβάνει αρκετά κεφάλαια (περί τα τριάντα, κατά μέσον όρο).

Ηδέσιςκαι ηλύσιςτου δράματος προωθούνται από τον συγγραφέα με βάση δύο βασικές κατευθυντήριες γραμμές: τη γραμμή του ζεύγους Λέβιν- Κίτι και τη γραμμή του ζεύγους Βρόνσκι- Αννα, παρ΄ ότι παρεμβάλλεται διαμεσολαβητικά και ενεργά και μια τρίτη γραμμή που ακολουθείται από το ζεύγος Ομπλόνσκι- Ντόλι. Πρόκειται για πολυπρόσωπο μυθιστόρημα που εκπλήσσει με την αυτονόμηση των χαρακτήρων του, ακόμη και των πιο «βοηθητικών» ή δευτερευόντων: η παρουσία τους δεν εξυπηρετεί απλώς την πλοκή, δεν είναι απόλυτα χρηστική· τα πρόσωπα τείνουν σχεδόν να χειραφετηθούν και να προβάλουν μια καθαρά δική τους, εξατομικευμένη ζωή. Ωστόσο, είναι σαφές ότι ο Τολστόι συγχρονίζει και διαπλέκει τις ζωές επτά προσώπων: της Αννας και του συζύγου της Αλεξέι Καρένιν· του αδελφού της Αννας Καρένινα, Στεπάν Ομπλόνσκι, και της συζύγου του Ντόλι· της Κίτι, αδελφής της Ντόλι που γοητεύεται αρχικά από τον Αλεξέι Βρόνσκι, αλλά εν συνεχεία θα παντρευτεί τον Λέβιν. Η σαΐτα του χρόνου πηγαινοέρχεται ανάμεσα σε αυτές τις ζωές, παρακολουθώντας τες από κοντά, ενώνοντας και χωρίζοντας τα πεπρωμένα τους. Καθώς ο αριθμός επτά είναι μονός και οι ρόλοι αναδιανέμονται συνεχώς ανά ζεύγη ή τρίγωνα, πάντα «κάποιος περισσεύει», είτε αυτός είναι ο Λέβιν που, ερωτευμένος με την Κίτι, τη βλέπει να υποκύπτει στη γοητεία του Βρόνσκι, είτε ο σύζυγος Καρένιν που περιθωριοποιείται από τη λάμψη του συνονόματου εραστή Αλεξέι (Βρόνσκι) κ.ο.κ.

Δύο μητροπόλεις (Μόσχα, Πετρούπολη) με ιδιαίτερη αστική φυσιογνωμία και δύο φαμίλιες δίνουν τον τόνο ήδη από την έναρξη του μυθιστορήματος: μια μοιχεία και οι συνέπειές της φέρνουν στη Μόσχα την Πετρουπολίτισσα Αννα για να εξομαλύνει τις σχέσεις του αδελφού της με την Ντόλι. Στον σιδηροδρομικό σταθμό τη γηραιά κυρία, με την οποία συνταξίδευε, την υποδέχεται ο γιος της. Είναι η πρώτη συνάντηση Αννας- Βρόνσκι, με κακούς οιωνούς, δεδομένου ότι γίνονται μάρτυρες ενός φρικτού ατυχήματος (κάποιος έπεσε στις γραμμές του τρένου) που τους κατατρύχει αργότερα ως εφιαλτικό όνειρο. Η παρουσία της Αννας στη Μόσχα λειτουργεί θετικά (συμφιλιώνει τους συζύγους) και συνάμα αρνητικά (καταστρέφει το ειδύλλιο ΚίτιΒρόνσκι εν τη γενέσει του). Κατά την επιστροφή της στην Πετρούπολη, βλέποντας στον σταθμό τον Καρένιν, η Αννα προσέχει ξαφνικά τα πεταχτά αυτιά του συζύγου της. Είναι σαν να μην τα είχε «δει» πραγματικά ποτέ πριν, γιατί ποτέ δεν είχε ρίξει κριτικό βλέμμα πάνω τουήταν απλούστατα μέρος της καθημερινότητάς της. Τώρα τα πάντα έχουν αλλάξει…

Πολλά αλλάζουν και στις ζωές των άλλων. Ο Λέβιν και η Κίτι αντιλαμβάνονται ότι λειτουργούν σαν αδελφές, συμπληρωματικές ψυχές (η περίφημη σκηνή όπου χαράσσουν με κιμωλία στην πράσινη τσόχα τα αρχικά λέξεων και αμέσως ο ένας καταλαβαίνει τι εννοεί ο άλλος είναι ευρηματική στην απλότητά της). Ενώνονται με τα δεσμά του γάμου, δημιουργούν έναν νέο οικογενειακό θύλακα, αφοσιώνονται στη γη και ρυθμίζουν τη ζωή τους με τους κώδικες της υπαίθρου. Ο χαρακτήρας του Λέβιν διατηρεί πολλά στοιχεία από τον ίδιο τον συγγραφέα, τις φιλοσοφικές και θρησκευτικές ανησυχίες του, τις κυκλοθυμικές κρίσεις και την ευαισθησία του (ο Τολστόι βαφτίζει άλλωστε τον ήρωά του παραλλάσσοντας το δικό του όνομα, Λεβ). Είναι ο «άνθρωπος της φύσης», ο αυθόρμητος και ανεπιτήδευτος, που αισθάνεται πιο άνετα με τους μουζίκους παρά με τους εκλεπτυσμένους και κομψευόμενους της πόλης. Το σπιτικό που στήνει με την Κίτι και η αρμονική συμβίωσή τους λειτουργούν εν τέλει ως μεγάλο αντιπαράδειγμα στον αποτυχημένο γάμο της Αννας και στην αδιέξοδη ερωτική σχέση της με τον Βρόνσκι. Το ρυθμικό κέντημα της αντίστιξης στηρίζεται σε αυτούς τους πόλους, με θετικό και αρνητικό πρόσημο, αντίστοιχα.