«ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ» ΕΠΙΚΑΛΕΙΤΑΙ
Ο ΝΙΚΟΣ ΚΟΥΝΔΟΥΡΟΣ ΣΕ ΜΙΑ ΠΑΛΙΑ ΤΟΥ
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ. ΤΙΣ ΔΥΟ ΑΥΤΕΣ ΛΕΞΕΙΣ ΥΠΕΡΑΣΠΙΖΕΤΑΙ ΜΕ ΤΗ ΖΩΗ ΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ. ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΑΝΑΖΗΤΑ ΚΑΙ ΕΠΙΔΙΩΚΕΙ ΣΕ ΚΑΘΕ ΤΟΥ ΤΑΙΝΙΑ
Σε ένα σκονισμένο τεύχος του περιοδικού Πανσπουδαστική, έπεσα τυχαία σε μια συνέντευξη του Νίκου Κούνδουρου. Ο ανώνυμος συντάκτης του σημαντικότατου, προδικτατορικά, φοιτητικού εντύπου τχ 50/1966, ζητάει από πνευματικούς ανθρώπους τις απόψεις τους «για την ελευθερία και την καλλιτεχνική δημιουργία»· ανάμεσα σε αυτούς και ο Νίκος Κούνδουρος: «Και μόνο ο όρος λογοκρισία μού προκαλεί φυσική απέχθεια, πράγμα που είμαι βέβαιος ότι θα συμβαίνει και στους λιγότερο ευαίσθητους των συνανθρώπων μας, σε όλα τα πλάτη και μήκη της υδρογείου. Την ίδια απέχθεια, άλλωστε, θα φέρνει και στους λογοκριτές το λειτούργημά τους, τόσο ξένο όπως μένει από τον αγώνα του σύγχρονου ανθρώπου για Ελευθερία και Δικαιοσύνη.[…] ». Ο Κούνδουρος είναι ένας βαθιά τραυματισμένος άνθρωπος, από την τρυφερή του ακόμα ηλικία: οι διώξεις του δημοκράτη πολιτευτή πατέρα του από τη δικτατορία του Μεταξά, ο αδελφοκτόνος Εμφύλιος στον οποίο ο ίδιος εμπλέκεται δυναμικά, η τετράχρονη εξορία στη Μακρόνησο, η αποτρόπαια και ασφυκτική μετεμφυλιακή Ελλάδα, η χούντα των συνταγματαρχών, η αυτοεξορία του στο Παρίσι και νωρίτερα βεβαίως, στη χώρα του, η πεισματική άρνηση του κυρίαρχου κριτικού λόγου, να προσλάβει και να κατανοήσει το έργο του. Από την άποψη αυτή, ο Κούνδουρος είναι ο κατεξοχήν εκπρόσωπος του τραγικού παιχνιδιού, που ονομάστηκε αργότερα «Τα χαμένα χρόνια του Ελληνικού Κινηματογράφου».

Το βιβλίο του Γιάννη Σολδάτου για τον Νίκο Κούνδουρο, έχει ακριβώς τα στοιχεία της μυθοπλασίας που βρίσκει κανείς στις ταινίες, με τις οποίες καταπιάνεται. Χωρίς να χαρίζει ούτε να χαρίζεται, άριστα τεκμηριωμένο, διαβάζεται σαν ένα συναρπαστικό αφήγημα και αυτή ακριβώς είναι η μεγάλη του αρετή. Η επιμονή στη λεπτομέρεια, η πληρότητα, τα ντοκουμέντα της εποχής που παρατίθενται, η θερμοκρασία εν τέλει της συγγραφής καθρεφτίζονται στις σελίδες του.

Ο Κούνδουρος αρχίζει να κάνει σινεμά χωρίς να έχει μάθει ή χωρίς να νοιάζεται να μάθει την τέχνη του κινηματογράφου. Αρχίζει αυτοδίδακτος και στη συνέχεια αυτοδημιούργητος. Έκτοτε θα βρεθεί σε διαρκή αντιπαράθεση με την εξουσία και τους προληπτικούς ή κατασταλτικούς μηχανισμούς της, ενίοτε δε, και έπειτα από έναν απρόβλεπτο ελιγμό, θα συμπλεύσει με την εξουσία, ουτοπικά και ματαιόδοξα, αν θεωρήσει ότι εξυπηρετούνται τα προσωπικά του συμφέροντα. Με 11 ταινίες συνολικά στη φιλμογραφία του, εάν δεν είχε σκηνοθετήσει την Μαγική Πόλη το 1954, αμέσως μετά την εξορία της Μακρονήσου, αν δηλαδή δεν είχε αποφασίσει να γίνει σκηνοθέτης, ο Κούνδουρος, θα μπορούσε, πιστεύω, και χωρίς πολλή πολλή σκέψη να έχει καταταγεί στη μακρινή μας Λεγεώνα των Ξένων! Πέρα από την ίδια την ανυπότακτη, αντιφατική, τυχοδιωκτική και πληθωρική του φύση, υπάρχει σε κάθε του ταινία και αποτυπώνεται, η περιπέτεια και το δράμα και το αδιέξοδο μιας άναρχης, μιας παγιδευμένης, αντρικής, ιδίως, κοινότητας που οδηγείται στον αφανισμό και την αυτοκαταστροφή της, μιας άγριας εν τέλει αγέλης, μιας Λεγεώνας των Ξένων.

Ο Λευτέρης Ξανθόπουλος είναι ποιητής και σκηνοθέτης

Γιάννης Σολδάτος

OΔΥΣΣΕΙΕΣ ΣΩΜΑΤΩΝ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ Ν. ΚΟΥΝΔΟΥΡΟΥ

ΕΚΔ. ΑΙΓΟΚΕΡΩΣ, 2008 ΣΕΛ. 317