«Παίρνεις ένα άψυχο ξύλο από το βουνό και του δίνεις πνοή, φτιάχνεις μια βάρκα ή ένα σκάφος και ταξιδεύεις. Είναι τέχνη- επιστήμη ολόκληρη, που οι περισσότεροι νέοι δεν την ακολουθούν πια. Εμένα, όμως, μ΄ αρέσει η δουλειά αυτή, τη σπούδασα από πιτσιρικάς…».


Στα 40 του σήμερα, μετράει 25 ολόκληρα χρόνια ξυλοναυπηγός. Ακολουθεί σανίδα- σανίδα την οικογενειακή επαγγελματική ρότα, όσα έμαθε από τον πατέρα του, εκείνος από τον δικό του και πάει λέγοντας. Στην παραλία του Αγίου Ισιδώρου, ανάμεσα στους Δρακαίους και το Καρλόβασι της Σάμου, ο κ. Γιάννης Μανωλιάδης φτιάχνει παραδοσιακές αιγαιοπελαγίτικες ψαρόβαρκες και καΐκια, αλλά και μικρά, έως και 15 μέτρα μήκος, ξύλινα σκάφη αναψυχής. «Εκατό χρόνων είναι το μικρό αυτό ξυλοναυπηγείο μας, δίπλα του υπήρχαν άλλα τρία, σήμερα μόνο ένα ακόμα. Μέχρι τη δεκαετία του ΄60 δούλευαν σ΄ αυτά πάνω από 50 άτομα. Αυτά σιγά-σιγά γέρασαν και

ΣΚΛΗΡΗ ΔΟΥΛΕΙΑ

Τον χειμώνα κόβουν τα πεύκα, φτιάχνουν τα σχέδια σε κλίμακα και το καλοκαίρι κατασκευάζουν τα καΐκια με τα χέρια τους

οι νεώτεροι δεν πήγαν να μάθουν τη δουλειά, που σταδιακά άρχισε να χάνεται. Εδώ πια είμαστε όλοι κι όλοι πέντε οι τεχνίτες που εξακολουθούμε να ασχολούμαστε», λέει στα «ΝΕΑ».

Τσιράκι του πατέρα του από μαθητής του δημοτικού ο ίδιος τα καλοκαίρια, παράτησε τα γράμματα μετά το γυμνάσιο για να αφοσιωθεί στην τέχνη του. «Παλαιότερα τα πράγματα ήταν πιο ζόρικα και χρονοβόρα, οι συνθήκες περισσότερο δύσκολες: δεν υπήρχε καν δρόμος, πηγαίναμε μία ώρα με τα πόδια απόσταση από το χωριό μας, την Καλλιθέα, έως τη δουλειά μας. Τα ξύλα τα κουβαλούσαμε με τα μουλάρια, τώρα έχουμε αυτοκίνητα και γερανούς. Για να τα κόψουμε με την κορδέλα, τα σηκώναμε στα χέρια· τώρα τα βάζεις πάνω στα βαγόνια (μηχανήματα) και τα κόβεις φέτες πιο εύκολα. Ούτε ρεύμα είχαμε, με γεννήτρια παλεύαμε…», θυμάται. Σήμερα, με μοναδικούς βοηθούς του τον 20χρονο γιο του Βαγγέλη κι άλλον έναν νέο, τον Σταύρο Παπαγεωργίου, στο πλευρό του, μεταμορφώνουν τα σαμιώτικα πεύκα σε πλεούμενα που ταξιδεύουν στις ελληνικές θάλασσες.

Παραγγελίες από παντού

«Ειδικά κάθε καλοκαίρι έχουμε παραγγελίες από κάθε γωνιά της χώρας- από Θεσσαλονίκη, Θάσο, Βόλο, Κρήτη και τα άλλα νησιά του Αιγαίου, κυρίως από ψαράδες, που τα παραλαμβάνουν συνήθως ένα χρόνο αργότερα. Πλούσιοι, ωστόσο, από το επάγγελμα αυτό δε γίναμε· μεροκάματο βγαίνει, ευτυχώς, αλλά με πολύ κόπο, υπομονή και ιδρώτα: δώδεκα ώρες, ήλιο με ήλιο, καθημερινά μαστορεύουμε, συνήθως έξω, στη ζέστη ή στο κρύο, σε παλιές, όχι και τόσο κατάλληλες εγκαταστάσεις. Εμείς οι ίδιοι πηγαίνουμε τον χειμώνα στο δάσος και κόβουμε τους κορμούς που μας σημαδεύει το δασαρχείο- την άνοιξη δεν κάνει, γιατί τα δέντρα είναι φουσκωμένα. Είναι και βαριά δουλειά, τρία άτομα μαζί πρέπει να σηκώσουμε τα ξύλα για τα μεγάλα σκάφη», περιγράφει.

Υποστήριξη ούτε απ΄ την τωρινή ούτε απ΄ την παλαιότερη κυβέρνηση είχαν ως μικρή οικογενειακή επιχείρηση, υποστηρίζει. Επιδοτήσεις για κτίρια και εξοπλισμό δόθηκαν πέρυσι, αλλά μόνο για ξυλουργεία και σκάφη αναψυχής κι αθλητισμού. «Σε μας τίποτα…», λέει με παράπονο ο κ. Γιάννης Μανωλιάδης.

LΙΝΚ:

http://www.karlovassi.gr

«Σημασία έχει το σχέδιο του σκάφους»


«ΑΝΤΙΔΟΤΟ» του στις αντίξοες συνθήκες παραμένει χρόνια τώρα το μεράκι του, η πείρα που απέκτησε, αυτή τον βοηθά να «τραβά κουπί». «Πρέπει να κόβει και λίγο το μυαλό σου, γιατί εσύ βγάζεις και τα σχέδια για τη βάρκα ή το σκάφος που έχεις αναλάβει να κατασκευάσεις.

Οφείλεις, δηλαδή, να ξέρεις καλά τις αναλογίες του, πώς θα βγάλεις το ύψος, το πλάτος και το μήκος του, αυτό είναι και το πιο δύσκολο κομμάτι της δουλειάς μας:

μπορεί να τα υπολογίσεις λανθασμένα και το δημιούργημά σου να σου βγει τελικά στενό ή χαμηλό…», σημειώνει. Στη διαδικασία κατασκευής, στο «δρομολόγιο» καρίνανομείς (σκαρμοί)καμάρια (κατάστρωμα) και πέτσωμα (κλείσιμο πλαϊνών τοιχωμάτων), όπως λέει, «όλα τα λεφτά» είναι το αρχικό σχέδιο, η λεγόμενη και «σάλα». «Πρώτα το φτιάχνεις τον χειμώνα σε χαρτί, σε κλίμακα, και το στήνεις κάτω στο πάτωμα, για να βγάλεις τα χνάρια της βάρκαςτο πατρόν όπου θα στερεωθούν οι σκαρμοί της. Από εκεί και πέρα, η υπόλοιπη δουλειά- το πέτσωμα, κάθε καλοκαίρι που τα ξύλα είναι πιο στεγνάεύκολα μαθαίνεται…», αναφέρει. Για ένα και μόνο σκάφος, από τα επτά που ετησίως κατασκευάζει, ο Σαμιώτης ξυλοναυπηγός θα χρειαστεί συνολικά ενάμιση μήνα δουλειάς ώσπου να το ρίξει στη θάλασσα, να το παραδώσει.

Προστατευόμενος ιστορικός τόπος


ΓΙΑ ΤΟΝ ΜΟΝΑΔΙΚΟ οικισμό στο Αιγαίο, όπου οι ντόπιοι ασχολούνται σχεδόν αποκλειστικά με την παραδοσιακή ναυπηγική έχουν να καυχώνται οι Σαμιώτες της περιοχής γύρω από τον Άγιο Ισίδωρο, στο βορειοδυτικό τμήμα του νησιού. Μεμονωμένες κατασκευές ή επισκευές ξύλινων σκαφών πραγματοποιούνται και σε άλλα ναυπηγεία στο Καρλόβασι ή και την Κάλυμνο. Ωστόσο, σύμφωνα με τον αρχιτέκτονα- μελετητή του συμπλέγματος ναυπηγείων του Αγίου Ισιδώρου, κ. Κώστα Δαμιανίδη, το τελευταίο από το 2007 χαρακτηρίστηκε από το υπουργείο Πολιτισμού ως προστατευόμενος ιστορικός τόπος, με εισήγηση της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Σάμου, σε συνεργασία με τους Δήμους και Μαραθοκάμπου.