«Ήμουν 30 χρόνων και έπρεπε να πάρω τη μεγαλύτερη απόφαση της ζωής μου. Ή θα συνέχιζα τη δουλειά μου στην τράπεζα ακολουθώντας μια προδιαγεγραμμένη πορεία ή θα ακολουθούσα την εσωτερική μου φωνή που με έσπρωχνε μακριά».


O Κωνσταντίνος Μπαϊράμης είναι ο ένας από τους δύο Έλληνες που ζουν μόνιμα στη Νικαράγουα. Τελικά λέει: «Έκανα το δεύτερο και τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια ζω στη Ματαγκάλπα της Νικαράγουας. Αντί για τραπεζοϋπάλληλος είμαι κτηνοτρόφος».

Η ζωή του θα μπορούσε κάλλιστα να αποτυπωθεί και στις σελίδες ενός μυθιστορήματος. Γεννημένος το 1962 στο Μουζάκι Καρδίτσας, έφυγε για πρώτη φορά από το σπίτι του για να φοιτήσει στο πανεπιστήμιο

ΑΙΣΘΗΣΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ

«Ήθελα κάτι διαφορετικό. Αναζητούσα μια αίσθηση ελευθερίας και συλλογικότητας που στην Ελλάδα δεν μπορούσα να γευθώ»

στην Αθήνα το 1980. «Όταν έφτασα στην Αθήνα, ως φοιτητής της Ανωτάτης Εμπορικής, ξένος μεταξύ ξένων, παράλληλα με τις σπουδές μου άρχισα να δουλεύω. Έπειτα από λίγα χρόνια έδωσα εξετάσεις και κατάφερα να εξασφαλίσω μια θέση στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, μια θέση που για πολλούς φάνταζε αξιοζήλευτη. Πόσω μάλλον για ένα παιδί από την επαρχία», λέει.

Ο κ. Μπαϊράμης, όμως, δεν έκανε αυτό που ονειρευόταν. «Αισθανόμουν άδειος. Θα δούλευα, θα ξαναδούλευα και σε ηλικία 50 ετών θα ήμουν ένας διευθυντής τράπεζας», λέει. Το 1988, 26 ετών πλέον, ο κ. Μπαϊράμης ταξίδεψε για πρώτη φορά στη Νικαράγουα. Η επαφή με τις φυσικές ομορφιές και η απλότητα των κατοίκων της χώρας ήταν και το γεγονός που θα άλλαζε τη ζωή του. «Το 1990 πραγματοποίησα το δεύτερο ταξίδι στη Νικαράγουα. Είχα πάρει πλέον την απόφαση. Ήθελα κάτι διαφορετικό. Αναζητούσα μια αίσθηση ελευθερίας και συλλογικότητας που στην Ελλάδα δεν μπορούσα να γευθώ», σημειώνει.

«Ένιωθα κενός»

Δύο χρόνια αργότερα, με λίγα λεφτά, μια βαλίτσα στο χέρι, χωρίς να γνωρίζει λέξη ισπανικά και με μεγάλο ρίσκο, ο κ. Μπαϊράμης επισκέφθηκε ξανά τη Νικαράγουα. Αυτήν τη φορά, όμως, για να εγκατασταθεί μόνιμα. «Είχα μετατεθεί στην Εθνική Τράπεζα των Χανίων. Ήμουν 30 χρόνων και είχα συμπληρώσει μια οκταετία δουλειάς. Παρ΄ όλα αυτά, ένιωθα κενός. Μόλις ανήγγειλα στους γονείς μου την απόφαση να εγκατασταθώ μόνιμα στη Νικαράγουα, έπαθαν σοκ. Εγώ όμως ήμουν σίγουρος γι΄ αυτό που έκανα. Ακολουθούσα το ένστικτό μου», λέει στα «ΝΕΑ». Τα πρώτα χρόνια της παραμονής του στη Νικαράγουα ήταν πολύ σκληρά – κυρίως λόγω σωματικής κούρασης.

Ρύζι με φασόλια

«Έμεινα για δυο χρόνια κοντά σε φτωχές αγροτικές οικογένειες. Ξυπνούσα στις τέσσερις τα ξημερώματα και δούλευα μέχρι τις επτά το βράδυ στα χωράφια. Πρωί, μεσημέρι, βράδυ έτρωγα το ίδιο φαγητό, ρύζι με φασόλια». Εκεί έκανε φιλίες, έμαθε να ιππεύει άλογα, να αρμέγει αγελάδες. Μα πάνω απ΄ όλα αγάπησε την επαφή με τη φύση, αυτό που όπως υποστηρίζει ήταν και ο σκοπός της αναζήτησης των προηγούμενων χρόνων. «Ίσως, αυτό που με ώθησε σε αυτήν τη περιπέτεια, αλλά με βοήθησε κιόλας, είναι το γεγονός ότι κατάγομαι από την επαρχία και μια αγροτική οικογένεια», σημειώνει.

Το 1995 τον επισκέφθηκαν στη Νικαράγουα δύο φίλοι του από την Ελλάδα, ο Μπάμπης Γουσέτης και ο Κώστας Παππάς, οι οποίοι σήμερα είναι και συνέταιροί συνεργάτες του στη φάρμα. «Ήρθαν να δουν τι κάνει ο παλαβός ο φίλος τους. Αποφασίσαμε να αγοράσουμε κάποια έκταση και να φτιάξουμε τη βιολογική φάρμα που έχουμε σήμερα, η οποία είναι πιστοποιημένη και από τις αμερικανικές αρχές. Τα πρώτα χρόνια ήταν καταστροφικά. Αποτύχαμε και αρχίσαμε πάλι από το μηδέν. Μάθαμε όμως από τα λάθη μας».

«Η ζωή εδώ είναι πιο απλή, πιο όμορφη»


ΣΗΜΕΡΑ, ο κ. Μπαϊράμης ζει στην Ματαγκάλπα της Νικαράγουας, μια πόλη 100.000 κατοίκων. Είναι παντρεμένος με τη Νικαραγουανή Σίλβια, με δυο μικρές κόρες τη Σοφία και τη Βασιλική. Έμαθε, όπως λέει, να σκέφτεται όπως οι ντόπιοι. «Εδώ δεν υπάρχει άγχος. Επικοινωνείς με τον συνάνθρωπό σου χωρίς να τσακώνεσαι. Η ζωή είναι πιο απλή, πιο όμορφη και πιο γεμάτη», σημειώνει.

Vidcast: Αnestea the Podcast με την Ελένη Φουρέιρα