Είναι άραγε σύμπτωση ή κάποιος οιωνός μιας καινούργιας, πιο παιχνιδιάρικης

σχέσης με την τέχνη; Το ερώτημα είναι σχεδόν αναπόφευκτο για τον καθημερινό

Αθηναίο, όταν πέφτει πάνω σε αγελάδες που ξεφύτρωσαν πάνω σε πλατείες,

σταθμούς Μετρό, πεζοδρόμια και πάρκα, αγελάδες φυσικού μεγέθους μεν αλλά με

ζωγραφικές και άλλες επεμβάσεις πάνω στο πλαστικό σώμα τους. Ταυτόχρονα, στο

Μουσείο Μπενάκη – Πειραιώς λειτουργεί έκθεση-αφιέρωμα στο γνωστό κροκοδειλάκι

της Λακόστ, ενώ ετοιμάζεται άλλη με θέμα τα λουλούδια, και στην Γκαλερί

Ζουμπουλάκη – Κριεζώτου έγινε ατομική έκθεση του Διαμαντή Αϊδίνη με κεντρικό

και μοναδικό θέμα τους κάκτους.

Υπάρχει ένα καλοδουλεμένο επικοινωνιακό σκεπτικό πίσω απ’ τις εκθέσεις αυτές

και προσωπικά το θεωρώ πολύ θετικό, αφού φέρνει τα εικαστικά έργα κοντά στο

μεγάλο κοινό και ενεργοποιεί ερεθίσματα από τις οικείες παραστάσεις του.

Ταυτόχρονα όμως και πλαγίως εξοικειώνει και τους εικαστικούς καλλιτέχνες με

την ουσία των σημερινών συνθηκών επαφής με το φυσικό κοινό τους και έτσι

μειώνει κάπως τους παλιούς σνομπ μύθους της εικαστικής σκηνής.

Εικαστική επέμβαση: Αυτές οι 85 αγελάδες που γέμισαν την πόλη συνιστούν μια

εκτεταμένη εικαστική επέμβαση στον χώρο, από καλλιτέχνες που ούτε τον έξυπνο

θέλουν να κάνουν ούτε τελικά ξεπερνούν το μέτρο. Δεν έγινε γνωστό ποιος

πρωτοσκέφτηκε αυτή την ιδέα, αλλά η φόρμα της αγελάδας είναι τόσο οικεία και

πολυσήμαντη που από μόνη της αλλάζει τη δυναμική του χώρου, πολύ περισσότερο

όταν πρόκειται για αγελάδες-έργα από εικαστικούς καλλιτέχνες και όταν

τοποθετούνται σε γωνιές της Αθήνας πολυσύχναστες και με δεδομένη όψη. Το

ξάφνιασμα είναι ευχάριστο, σαν (φιλικό όχι υπερβολικό) σχόλιο πάνω στην

τσιμεντούπολη ή σαν έμμεση συνδήλωση όσων άλλων (καλών ή κακών) σημασιών έχει

μια αγελάδα – λιβάδι, στάβλος, γάλα κ.ο.κ.

Είναι δύσκολο να δει κανείς όλα τα έργα μαζί, άλλωστε υπάρχει χρόνος, αφού η

έκθεση θα διαρκέσει για πολλές εβδομάδες, για να γίνουν οι αγελάδες γνωστές

και να αγαπηθούν, ώστε η επερχόμενη δημοπρασία του Σεπτεμβρίου υπέρ των

σωματείων για το Παιδί να αποφέρει τα αναμενόμενα. Από όσα είδαμε πάντως μας

άρεσαν ιδιαίτερα: «H αρπαγή της Ευρωπαίας» του Π. Σάμιου στην οδό

Βουκουρεστίου, τα «Ταυροκαθάρσια» της N. Μελά στην Πλατεία Συντάγματος, του Γ.

Χαδούλη και των Φ. Μαλαμάτου – M. Μόλχο – Π. Ιορδανοπούλου στην Κλαυθμώνος,

της Βασιλικής και της E. Παπαδημητρίου στο Πάρκο Ελευθερίας, του E. Σακαγιάν

στον Ευαγγελισμό κ.ά.

H έκθεση για το κροκοδειλάκι δεν μας μίλησε ιδιαίτερα, ίσως ο περιορισμένος

χώρος, ίσως οι διαστάσεις των έργων, ίσως η ανάμειξη έμπειρων εικαστικών με

άλλους, ωστόσο κι εδώ υπάρχει ιερός σκοπός, η χρηματοδότηση του παιδικού

μουσείου στο Μπενάκη.

Habemus Cactum ονομαζόταν η έκθεση του Διαμαντή Αϊδίνη στην Γκαλερί

Ζουμπουλάκη – Κριεζώτου. Ο καλλιτέχνης είναι απ’ τους ελάχιστους που είναι

ταυτόχρονα και μέσα στους σύγχρονους προβληματισμούς, αλλά και στο παιχνίδι,

στην επινοητική ζωντάνια της χειροτεχνίας. Ο κάκτος είναι σχήμα με πολλούς

συμβολισμούς – ερημιά, ανθεκτικότητα, «μη μου άπτου» κ.ά. – ο Αϊδίνης έδωσε

τους πιο ευχάριστους χρωματικά, κρίμα – σκεφτήκαμε – που η έκθεση δεν διήρκεσε

πολύ και που δεν επεκτάθηκε στον χώρο έξω απ’ την γκαλερί. Στον κατάλογο

υπήρχε κι ένα ενδιαφέρον κείμενο του Γ. Τζιρτζιλάκη για τον καλλιτέχνη αλλά

και για την αξία της χειροτεχνικότητας στην τέχνη.

Διευρύνοντας αυτό το ερέθισμα θυμήθηκα την έκθεση «Hyperproduct» που είχε

οργανώσει η Spot-Tompson το 1988, με γνωστούς εικαστικούς καλλιτέχνες που

σχολίαζαν με το έργο τους καθιερωμένα βιομηχανικά προϊόντα ή σήματα, μια

έκθεση που τότε ξεσήκωσε αντιδράσεις των ιδεολόγων ζωγράφων και θεωρητικών. H

«μετά-τον-μοντερνισμό» εποχή αγαπά το μάρκετινγκ.

INFO

Διαμαντής Αϊδίνης, Habemus Cactum, Γκαλερί Ζουμπουλάκη, Κριεζώτου 7.

Lacoste-Project 12, Μουσείο Μπενάκη, Πειραιώς 138 – Ανδρονίκου.

Cow Parade, 85 αγελάδες σε κεντρικές πλατείες και σταθμούς Μετρό.