Ο Νίκος Μουρκάκος όταν μετέδιδε αγώνες μέσα από τους αγωνιστικούς χώρους. Στη

φωτογραφία, τον Μάρτιο του 1961, στο γήπεδο Λεωφόρου Αλεξάνδρας, συνομιλεί με

τον κανονιέρη του Παναθηναϊκού Ανδρέα Παπαεμμανουήλ, πριν από αγώνα του

«τριφυλλιού» με τον Άρη Θεσσαλονίκης (1-0)

Προσωπικότητα με κύρος, ήθος, αξιοπρέπεια και εκτίμηση, υπήρξε στο χώρο του

ποδοσφαίρου, του αθλητισμού, του ραδιοφώνου και του τραγουδιού, ο Νίκος

Μουρκάκος, που έφυγε από τη ζωή, σε ηλικία 82 ετών, την περασμένη Δευτέρα.

Άφησε πλούσιο έργο ως διοικητικός παράγοντας του άλλοτε πανίσχυρου Εθνικού

Πειραιά, τον οποίο υπηρέτησε με πίστη και συνέπεια επί 35 συνεχή χρόνια. Έζησε

τις πιο σημαντικές στιγμές του «Δεύτερου Μεγάλου» του Πειραιά, από τους

μεγάλους θριάμβους της εποχής του ’50 και του ’60 μέχρι την πτώση του (το

1990) και το κατρακύλισμά του και σχεδόν τη διάλυσή του. Από το 1950, ο Νίκος

Μουρκάκος, παράλληλα με την επαγγελματική του απασχόληση ως διευθυντής

προγράμματος στον κεντρικό ραδιοφωνικό σταθμό Ενόπλων Δυνάμεων Ελλάδας,

εξελέγη στο Διοικητικό Συμβούλιο του Εθνικού, όπου δέσποζε η φυσιογνωμία του

ισχυρού (νεαρού τότε) οικονομικού παράγοντα Δημήτρη Καρέλλα, επί των ημερών

του οποίου, ο «Δεύτερος Μεγάλος» του Πειραιά, γνώρισε τις μεγαλύτερες δόξες

και μεγαλεία στην μακρόχρονη ιστορία του. Ο Νίκος Μουρκάκος ήταν ο πιο στενός

συνεργάτης, αλλά και ειλικρινής φίλος του Δημήτρη Καρέλλα. Διετέλεσε (κατά

καιρούς) γενικός αρχηγός, έφορος ποδοσφαιρικού τμήματος, γενικός γραμματέας,

αντιπρόεδρος και τα τελευταία χρόνια της θητείας του έγινε πρόεδρος.

Από τη θέση του γενικού αρχηγού κατόρθωσε να δημιουργήσει στο ποδοσφαιρικό

τμήμα ομοψυχία και φιλικό κλίμα, γεγονός που ανέβασε την ψυχολογία των παικτών

και η ομάδα του Εθνικού, εκείνη την εποχή, έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στα

ποδοσφαιρικά πράγματα της χώρας. Την περίοδο 1955-56 διέθετε την τρομερή

ενδεκάδα (Μανταλόζης, Λαιμός, Κλικόπουλος, Κοζομπόλης, Αρδίζογλου,

Καρνασόπουλος, Γράφας, Στούρας, Καραουλάνης, Σπαθούλας, Μπενάρδος –

Γιακουμάκης, Πέστροφας, Ιωάννου Θ.) που ήταν επικεφαλής στο πρωτάθλημα Ελλάδας

και ενώ εθεωρείτο βέβαιος πρωταθλητής, η ΕΠΟ και γενικά το ισχυρό κατεστημένο,

με δικαστικές αποφάσεις και με παράτυπα νομικά τερτίπια, μηδένισαν και

απέκλεισαν τον Εθνικό.

Εκτός από τα καθήκοντα του κορυφαίου διοικητικού παράγοντα στον Εθνικό, ο

Νίκος Μουρκάκος υπήρξε ο πρώτος σπορ-κάστερ στον κεντρικό ραδιοσταθμό Ενόπλων

Δυνάμεων που μετέδιδε, από το 1954 ώς το 1963, αγώνες μέσα από τα γήπεδα κάθε

Κυριακή, ενώ ήταν ο άνθρωπος που προώθησε επίσης ως σπορκάστερ τον συγγραφέα

Νίκο Φώσκολο.

Το 1960 διατηρούσε κάθε Κυριακή μεσημέρι από τη συχνότητα του ραδιοσταθμού

Ενόπλων Δυνάμεων εκπομπή λόγου και μουσικής «Το Μικρόφωνο στο Μικρόφωνο» όπου

παρουσίαζε λαϊκά τραγούδια της εποχής. Παράλληλα ο Νίκος Μουρκάκος υπήρξε

επιτυχημένος στιχουργός. Έγραψε περισσότερα από 200 λαϊκά και ελαφρά τραγούδια

που έγιναν επιτυχίες με γνωστές φωνές όπως: «Ζιγκουάλα», «Για μας ποτέ μην

ξημερώσει», με τους Καζαντζίδη – Μαρινέλλα. «Ο Πατρινός» με τον Γρηγόρη

Μπιθικώτση, «Ένα σφάλμα έκανα» με την Πόλυ Πάνου, «Εγώ είμαι ένα παλιόπαιδο»

με τον Πάνο Γαβαλά, «Σαν μια γλυκιά διπλοπενιά» με τους Μανώλη Χιώτη – Μαίρη

Λίντα, «Γράμματα μου στέλνεις» με τον Μανώλη Αγγελόπουλο, «Εσύ με κάνεις και

γράφω τραγούδια» με τον Νίκο Γούναρη, «Μυστήριο» με τον Τώνη Μαρούδα, «Δεν

ξέρω τι να κάνω», με την Καίτη Μπελίντα.

Τα τελευταία χρόνια ο Νίκος Μουρκάκος ήταν αποστασιοποιημένος από το

επαγγελματικό ποδόσφαιρο. Ζούσε στο σπίτι του στην Καστέλλα, με την σύζυγό του

Σοφία Λερίου, παλιά πρωταθλήτρια στίβου, και τα δυο τους παιδιά Λάζαρο και

Μανώλη, δημοσιογράφους. Έφυγε με την πίκρα ότι ο Εθνικός δεν μπόρεσε να βρει

τον δρόμο του.