Ο δημοτικός σύμβουλος του Μόντρεαλ ήταν κατηγορηματικός: «Οι Ολυμπιακοί Αγώνες

του 1976 έχουν τόσες πιθανότητες να μπουν μέσα, οικονομικά, όσες έχει ένας

άνδρας να γεννήσει».

Σήμερα, 21 χρόνια μετά την Ολυμπιάδα και ενώ οι κάτοικοι του Μόντρεαλ

πληρώνουν ακόμα το έλλειμμα από την κατασκευή του σταδίου, η φράση του

συμβούλου χρησιμοποιείται πλέον ως ανέκδοτο.

Το αθλητικό κέντρο «Εντουάρ Μον Πετί» βρίσκεται στο Λονγκέιλ, ένα προάστιο του

Μόντρεαλ, στην απέναντι όχθη του ποταμού που περιβάλλει την καναδική

μεγαλούπολη. Τα φύλλα των δέντρων έχουν πάρει μια κοκκινωπή απόχρωση,

χαρακτηριστική του φθινοπώρου στη Βόρεια Αμερική. Αγόρια και κορίτσια με

αθλητικές φόρμες μπαινοβγαίνουν στα γυμναστήρια, τις πισίνες και τις αίθουσες

προθέρμανσης, ενώ κάποιοι είναι ξαπλωμένοι στο γκαζόν, απολαμβάνοντας την

ασυνήθιστη για την εποχή ηλιοφάνεια.

«Η σημαντικότερη συνέπεια των Ολυμπιακών Αγώνων είναι ότι ξαφνικά ο Καναδάς

ανακάλυψε πως υπάρχουν και άλλα αθλήματα εκτός από το μπέιζμπολ, το

αμερικανικό ποδόσφαιρο και το χόκεϊ στον πάγο», λέει ο αντιπρόεδρος της

Καναδικής Ολυμπιακής Επιτροπής Ουόλτερ Σίγκερ, που είναι και ο διευθυντής του

αθλητικού κέντρου. «Και, βέβαια, ο κόσμος και κυρίως οι νέοι έσπευσαν στα

αθλητικά σωματεία.


Ο «Λευκός Ελέφαντας». Το στάδιο που πληρώνουν εδώ και 20 χρόνια οι

κάτοικοι του Μόντρεαλ

Τα δύο χρόνια μετά τους Ολυμπιακούς η συμμετοχή στις ομάδες όλων των αθλημάτων

αυξήθηκε κατά 40%. Ιδιαίτερα στη γυμναστική δημιουργήθηκαν 30 καινούργια

σωματεία. Τόσο μεγάλη ήταν η εντύπωση που είχε κάνει η Νάντια Κομανέτσι και τα

δεκάρια που έπαιρνε. Εκείνη την εποχή μάλιστα και για αρκετόν καιρό μετά, τα

νέα ζευγάρια βάφτιζαν τα κορίτσια τους Νάντια».

Κι όμως, τώρα πια οι κάτοικοι του Μόντρεαλ ελάχιστα θυμούνται από την

ατμόσφαιρα των Ολυμπιακών. Το πρώτο που σου λένε είναι ο φόρος που πληρώνουν

στα τσιγάρα και τα ποτά για την αποπληρωμή του τεράστιου χρέους που

δημιουργήθηκε από την κατασκευή του σταδίου. Ενα χρέος που δημιουργήθηκε τόσο

από λάθη της οργανωτικής επιτροπής όσο και από προβλήματα στην προετοιμασία

των αγώνων. Απεργίες, συγκρούσεις με τα συνδικάτα, σκάνδαλα είχαν απειλήσει

τότε τη διοργάνωση ­ πολλοί συζητούσαν το ενδεχόμενο να μεταφερθούν αλλού οι

Ολυμπιακοί, έστω και την τελευταία στιγμή ­ αλλά δημιούργησαν και ένα μεγάλο

έλλειμμα, που ακόμη δεν έχει καλυφθεί. Η οικονομική διοργάνωση του Μόντρεαλ

ήταν σίγουρα παράδειγμα προς αποφυγή.


Το Ολυμπιακό Χωριό του Μόντρεαλ. Όλα τα διαμερίσματά του έχουν πουληθεί

«Ήταν τόσα τα ερωτήματα που δημιουργήθηκαν μετά τους αγώνες, που για αρκετά

χρόνια μετά ο κατασκευαστικός τομέας αντιμετώπισε προβλήματα», λέει ο

αρχιτέκτονας Ντιν Μπαμπερί, επικεφαλής της οργάνωσης «Κληρονομιά του

Μόντρεαλ», που ασχολείται με ρυμοτομικά ζητήματα της πόλης. «Ο κόσμος φοβήθηκε

τα μεγάλα σχέδια όπως αυτό, και εκείνη την εποχή ξεκίνησε και η τάση να

ανακαινίζονται τα σπίτια, αντί να χτίζονται καινούργια. Πάντως τότε δόθηκε

πολύ προσοχή στα τεράστια κτίσματα και στο Ολυμπιακό Στάδιο και δεν δόθηκε

καμία προσοχή στις μικρότερες λεπτομέρειες, που θα βοηθούσαν ίσως να

διατηρηθεί και το Ολυμπιακό Πνεύμα».

Καθώς πλησιάζεις στο Ολυμπιακό Στάδιο, που βρίσκεται σε μια περιοχή αρκετά

μακριά από το κέντρο, βλέπεις να υψώνεται στον ορίζοντα ένα τεράστιο κτίριο σε

σχήμα πυραμίδας. Είναι το… Ολυμπιακό Χωριό. «Καταστράφηκε το περιβάλλον με

αυτό το κτίσμα», προσθέτει ο Ντιν Μπαμπερί. «Σε μια περιοχή που έχει μόνο

διώροφα κτίρια και έχουμε διατηρήσει τον «πράσινο» χαρακτήρα της εδώ και έναν

αιώνα, υψώνεται ξαφνικά αυτό το μνημείο τσιμέντου».

Κι όμως αυτό το μνημείο τσιμέντου είναι τουλάχιστον κερδοφόρο, θα πει λίγο

αργότερα ο δήμαρχος του Μόντρεαλ Πιερ Μπουρκ, διότι τα διαμερίσματα πουλήθηκαν

και έφεραν χρήματα στα δημόσια ταμεία. «Με το στάδιο να δούμε τι θα

κάνουμε…». Ο δήμαρχος ήταν παλαιότερα διευθυντής του βοτανικού κήπου και

ήταν δική του ιδέα να μετατραπεί το ποδηλατοδρόμιο, που βρίσκεται ακριβώς

δίπλα από το στάδιο, σε «biodome» ­ έναν χώρο δηλαδή όπου συνυπάρχουν τεχνητά

τέσσερα διαφορετικά κλίματα και χλωρίδα από όλον τον κόσμο.

Για τον δήμαρχο η Ολυμπιακή κληρονομιά του Μόντρεαλ «επιτρέπει στην πόλη να

διεκδικήσει μεγάλες αθλητικές διοργανώσεις, όπως «η Ολυμπιάδα των

Ομοφυλοφίλων», την οποία ελπίζουμε να φιλοξενήσουμε το 2002. Θα έρθουν 11.000

αθλητές και εκατοντάδες χιλιάδες επισκέπτες από όλον τον κόσμο. Γιατί

διαθέτουμε και την υποδομή και τις αθλητικές εγκαταστάσεις».

Ξέρετε σε ποιο από τα δύο αεροδρόμια θα με πάτε; ρωτάω τον ταξιτζή, καθώς

αφήνω πίσω μου το Μόντρεαλ. «Ποια δύο;», λέει εκείνος. «Μόνο το Ντερβάλ

λειτουργεί πια. Το Μιραμπέλ, που είχε χτιστεί για τους Ολυμπιακούς Αγώνες,

αποδείχτηκε ότι το κατασκευάσαμε άδικα και σε λίγον καιρό κλείνει. Σκέψου πόσα

εκατομμύρια δολάρια ξοδεύτηκαν άσκοπα. Τι να το κάνω εάν οι Αγώνες ήταν

επιτυχημένοι; Αυτό που έχει μείνει να θυμόμαστε είναι μόνο τα χρέη».



«ΛΕΥΚΟ Ελέφαντα» ονομάζουν περιπαικτικά το Ολυμπιακό Στάδιο οι κάτοικοι του

Μόντρεαλ. «Κάθεται εκεί, τεράστιο και λευκό, χωρίς καμία ουσιαστική χρήση»,

λέει ο πολεοδόμος Μαρσέλ Λεμπλάν. «Είναι ένα καταδικασμένο σύμβολο της

μεγαλομανίας των πολιτικών. Των ίδιων πολιτικών που δύο εβδομάδες πριν από

τους Αγώνες του ’76 αποφάσισαν να μαζέψουν όλα τα έργα τέχνης, τα οποία είχαν

στηθεί σε έναν δρόμο που πήγαινε από το κέντρο έως το Στάδιο, επειδή τα

έβρισκαν… πολύ προχωρημένα!».

Τα προβλήματα στο Στάδιο του Μόντρεαλ ξεκίνησαν από τις αλλεπάλληλες απεργίες,

οι οποίες καθυστέρησαν σημαντικά το έργο. Τότε η τοπική κυβέρνηση παρενέβη και

πήρε από τον δήμο την ευθύνη για την κατασκευή των έργων. Ακολούθησαν αρκετά

σκάνδαλα ­ όπως π.χ. ότι τα φορτηγά που μετέφεραν τσιμέντο άδειαζαν το μισό

από το φορτίο τους και ξαναέφευγαν, με αποτέλεσμα να φαίνεται στα χαρτιά ότι

χρειάστηκαν διπλάσιοι τόνοι τσιμέντου από όσους χρησιμοποιήθηκαν πραγματικά.

Έτσι, ενώ αρχικά υπήρχε η πρόθεση να κατασκευαστεί το στάδιο με στέγη που να

ανοιγοκλείνει, κτίστηκε ανοιχτό. Σήμερα έχει αρχίσει να καταρρέει μιας και η

στέγη που του προστέθηκε βαραίνει το αρχικό κτίσμα.

«Το 1973 είχαμε βάλει στην άκρη 50 εκατομμύρια δολάρια για την κατασκευή του

Ολυμπιακού Σταδίου», λέει ο Ουόλτερ Σίγκερ. «Αν φανταστείτε ότι τελικά κόστισε

περισσότερα από 650 εκατομμύρια δολάρια, θα καταλάβετε γιατί πληρώνουμε ακόμα…»



Ο ΡΙΤΣΑΡΝΤ Πάουντ είναι αντιπρόεδρος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΔΟΕ και

από τους ισχυρούς άνδρες του Ολυμπιακού Κινήματος. «Ψηφίσατε την Αθήνα;» τον

ρωτάω και εκείνος χαμογελά αινιγματικά και αρνείται να το αποκαλύψει, γιατί,

όπως λέει, «εάν πω τι ψήφισα, οι τέσσερις θα δυσαρεστηθούν και ο ένας δεν θα

με πιστεύει». Έχει όμως μόνο καλά λόγια να πει για την ελληνική υποψηφιότητα.

«Άλλωστε οι συνάδελφοί μου στη Διεθνή Ολυμπιακή Επιτροπή δεν είναι κουτοί. Δεν

θα έδιναν το πιο εμπορικό «σήμα κατατεθέν» του κόσμου, σε κάποιους που δεν το άξιζαν».

Όσο για το Μόντρεαλ και την αμφισβητούμενη Ολυμπιακή κληρονομιά του, ο Καναδός

αθάνατος μιλά για την επιτυχία των αγώνων, αλλά τονίζει την ιδιαιτερότητα της

κατάστασης στη χώρα του. «Αμέσως μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες, ανέβηκε στην

κυβέρνηση το κόμμα που τάσσεται υπέρ της απόσχισης του Κεμπέκ από τον Καναδά,

γεγονός που επηρέασε αρνητικά την όλη κατάσταση. Έτσι, δεν προλάβαμε να

αισθανθούμε όλες τις θετικές επιπτώσεις από τη διοργάνωση των Αγώνων».

Οι ιδιαίτερα ψυχρές καιρικές συνθήκες που επικρατούν στον Καναδά, οδήγησαν στη

μετατροπή πολλών αθλητικών εγκαταστάσεων, που κατασκευάστηκαν για την

Ολυμπιάδα του ’76, σε χώρους για χειμερινά σπορ, όπως το πατινάζ και το χόκεϊ

επί πάγου. Πώς να διατηρήσεις σε καλή κατάσταση τον αγωνιστικό χώρο ενός

ανοικτού σταδίου, όταν έχεις χιόνι επί τόσους μήνες; ρωτά ο Ουόλτερ Σίγκερ.

«Το Ολυμπιακό Στάδιο είναι γεμάτο περίπου 300 ημέρες τον χρόνο. Αν όχι με

παιχνίδια μπέιζμπολ, σίγουρα με μεγάλες εκθέσεις…».

Από το μεγάλο τζάμι του γραφείου διακρίνουμε την αρχή της λεωφόρου Βιλ-Μαρί

που διασχίζει υπόγεια το Μόντρεαλ. «Είναι ένας από τους λίγους δρόμους που

φτιάχτηκαν για τους Ολυμπιακούς», με ενημερώνει ο Ντανιέλ Ρομπέν, παλαιός

Ολυμπιονίκης και παγκόσμιος πρωταθλητής της πάλης. Αφού διετέλεσε προπονητής

στις εθνικές ομάδες πάλης της Γαλλίας και της Ισπανίας, εγκαταστάθηκε εδώ,

πήρε την καναδική υπηκοότητα και διευθύνει σήμερα τη δημοτική επιχείρηση

Μοντρεάλ Ιντερνασιονάλ, η οποία προσπαθεί να προσελκύσει στην πόλη μεγάλες

αθλητικές διοργανώσεις.

Παραδέχεται ότι «είναι κρίμα ένα Ολυμπιακό Στάδιο να φθάσει στο σημείο να μη

χρησιμοποιείται πια, παρά μόνον ως εκθεσιακός χώρος», καθώς τονίζει ότι «ένας

από τους κυριότερους στόχους κάθε Ολυμπιάδας είναι να αφήσει μια κληρονομιά

στην Ολυμπιακή κοινότητα, αλλά και στην πόλη που την διοργάνωσε. Στην

περίπτωση του Σταδίου αποτύχαμε οικτρά». Διευκρινίζει, πάντως, ότι αρκετά

αθλητικά κέντρα σε άλλα σημεία του Μόντρεαλ, όπως το Ετιέν Ντιμαρτό και το

Κλοντ Ρομπιέ τα οποία χτίστηκαν για την Ολυμπιάδα, χρησιμοποιούνται σήμερα από

τους αθλητές και από τους πολίτες. «Στον Καναδά επιτύχαμε να διαδώσουμε την

αντίληψη «αθλητισμός για όλους», γι’ αυτό άλλωστε και μόνο στο Ρομπιέ έχουμε

5.000 ηλικιωμένους που αθλούνται σε τακτική βάση».



Η Ολυμπιάδα της Βαρκελώνης άνοιξε τον δρόμο. Οι Καταλανοί κέρδισαν το

στοίχημα και έδειξαν πως μπορούν οι Ολυμπιακοί Αγώνες να αλλάξουν μια πόλη


«ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ μεγαλύτερη ευκαιρία για μια πόλη ν’ αλλάξει, από τους

Ολυμπιακούς», ήταν η μόνιμη επωδός στις τρεις Ολυμπιακές πόλεις που

επισκεφθήκαμε. Ακόμα και οι υπεύθυνοι της περσινής Ολυμπιάδας το παραδέχονται,

παρ’ ότι δηλώνουν ευθαρσώς πως ελάχιστα πράγματα έγιναν προς αυτή την

κατεύθυνση στην Ατλάντα.

«Υπάρχουν τριών ειδών κληρονομιές για μια Ολυμπιακή πόλη», λέει η Καναδή

κοινωνιολόγος Κλαρίσα Λαμπέρ. «Η υλική ­ αθλητικές εγκαταστάσεις που κάνουν

περισσότερο κόσμο να ασχοληθεί με τα σπορ, οι δρόμοι που κάνουν πιο εύκολη την

μετακίνηση μέσα στην πόλη, τα πάρκα, τα ξενοδοχεία και τα αξιοθέατα που έχουν

ως αποτέλεσμα την αύξηση του τουρισμού. Η ηθική ­ η εθελοντική εργασία που

κάποιες φορές, όπως στο παράδειγμα της Βαρκελώνης συνεχίζεται μετά τους Αγώνες

και η οποία με τη σειρά της δημιουργεί ένα ασυνήθιστο για την εποχή μας κλίμα

κοινωνικής αλληλεγγύης, η ικανοποίηση για τη διοργάνωση της πιο σημαντικής

αθλητικής συνάντησης στον κόσμο. Και η δυναμική για το μέλλον ­ οι προοπτικές

που ανοίγονται σε μια πόλη που μπαίνει στον κόπο να αλλάξει. Προοπτικές που

αφορούν και το καλύτερο επίπεδο ζωής των κατοίκων αλλά και την οικονομική

ανάπτυξη όλης της περιοχής».

Το πώς βλέπει η οργανωτική επιτροπή κάθε Ολυμπιάδας το γεγονός σε σχέση με την

πόλη που θα το φιλοξενήσει, παίζει καθοριστικό ρόλο στο εάν η πόλη αυτή θα

αλλάξει προσωρινά ή για πολύ καιρό. Είναι αυτό που λέει ο Ρίτσαρντ Πάουντ: «Οι

πόλεις αλλάζουν όσο είναι έτοιμες να αλλάξουν…»

«Από το παράθυρό μου έβλεπα μια μεγάλη πράσινη έκταση», λέει η Άντζελα,

υπάλληλος σε μια εταιρεία μεταφορών της Ατλάντα. «Τώρα, βλέπω το πράσινο να

μειώνεται αισθητά, καθώς καινούργια κτίσματα φυτρώνουν διαρκώς, καθώς όλο και

περισσότερες εταιρείες εγκαθίστανται στην πόλη μας». Η Ατλάντα μπορεί να μην

άλλαξε, δημιούργησε όμως τις πιθανότητες να αλλάξει εάν το επιθυμήσει μελλοντικά.

Το κέντρο του Μόντρεαλ με τον καθεδρικό ναό και τα παλαιά σπίτια είναι πόλος

έλξης για τους τουρίστες αλλά και για τους φοιτητές των πανεπιστημίων που

βρίσκονται εκεί κοντά. Ψηλά στο λόφο τα αυτοκίνητα σταματούν το ένα πίσω από

το άλλο το βράδυ, για να θαυμάσουν την ολόφωτη πόλη, όπου δεσπόζει το

Ολυμπιακό Στάδιο. Το Ολυμπιακό Πνεύμα όμως έχει χαθεί εδώ και καιρό, από τους

κατοίκους. «Ήταν ένα ωραίο πανηγύρι και πέρασε», λέει ο 50χρονος εκπαιδευτικός

Αντουάν Γκαλ. «Μας έβαλε στον χάρτη, μάς έδωσε τη δυνατότητα να φιλοξενήσουμε

και άλλα γεγονότα, αθλητικά και πολιτιστικά, και ύστερα πέρασε στην ιστορία».

Είναι δύσκολο για μια πόλη να φιλοξενήσει Ολυμπιακούς Αγώνες και να μην

αλλάξει. Είναι εύκολο για μια πόλη που θέλει να αλλάξει, να το καταφέρει

φιλοξενώντας τους Ολυμπιακούς. Οι έχοντες πείρα μάς το ξεκαθάρισαν: Χρειάζεται

πολιτική ενότητα, πλήρης διαφάνεια, προϋπολογισμοί και χρονοδιαγράμματα που να

τηρούνται με ευλάβεια, αξιοκρατία και κυρίως άμεση ενημέρωση αλλά και

συμμετοχή των πολιτών στην πορεία προς την Ολυμπιάδα.

Ποιοι είναι, τελικά, καλοί Ολυμπιακοί Αγώνες; Αυτοί που πετυχαίνουν αθλητικά ή

και όσοι αλλάζουν τις πόλεις; «Δεν υπάρχουν κακές και καλές Ολυμπιάδες», λέει

ο Ρίτσαρντ Πάουντ. «Οι Αγώνες είναι σαν τις καταδύσεις, σαν να κάνεις ένα

τριπλό σάμερ σολτ από υψηλό βατήρα. Κάποιοι παίρνουν βαθμό 10, άλλοι 8, άλλοι

ακόμα χαμηλότερα. Όμως όλοι αναγκάζονται να κάνουν αυτή τη δύσκολη άσκηση».