Πολλοί δήθεν διανοούμενοι κατακρίνουν τη σωματική ρώμη, τα μούσκουλα, όπως λένε, και τη διάκριση στον αθλητισμό, διότι δεν περιλαμβάνουν κάτι το ανώτερο ή ευγενές. Οι Αγγλοι έχουν μια ωραία έκφραση, to be a sportsman, δηλαδή να έχεις συμπεριφορά αθλητή. Σε αυτή την έκφραση συμπυκνώνεται η ικανότητα να αγωνίζεσαι έντιμα και δίκαια (το fair play είναι μια άλλη ωραία εγγλέζικη έκφραση) χωρίς να καταφεύγεις σε ανέντιμα μέσα, να αναγνωρίζεις την αξία του αντιπάλου, να αποδέχεσαι την ήττα με αξιοπρέπεια και τη νίκη με μετριοφροσύνη. Συνάμα όμως ο αθλητής της ζωής προσεταιρίζεται την υπευθυνότητα, την οποία πρέπει να διαθέτει, φροντίζοντας το σώμα του, θέτοντας στόχους και δουλεύοντας συστηματικά για να καλλιεργήσει τον ποθητό αυτοέλεγχο. Το ντόπινγκ, η φαρμακοδιέγερση, είναι μια άλλη συζήτηση.
Με συγκινούσε ανέκαθεν ο αθλητισμός του στίβου, οι δρόμοι, τα άλματα, οι ρίψεις· αλλά και η άρση βαρών, από τότε που μεσουρανούσαμε, το μπάσκετ βέβαια, η γυμναστική, το τένις και η κολύμβηση. Ενιωθα πως κάτι ανώτερο συγκροτούσε ή μάλλον ψύχωνε αυτά τα κορμιά· το πνεύμα και ο νους τους ήταν διαποτισμένα από τις αξίες και την αγωγή που είχαν – και εμένα, θαρρώ, εμπνεύσει να παλεύω. Οπως και οι στωικοί, έλεγα πως ο βίος σάμπως να μοιάζει με αγώνα σε στάδιο, καθώς πρέπει να αντέχουμε τις κακουχίες, να πειθαρχούμε στον εαυτό μας και να αποδεχόμαστε όσα δεν εξαρτώνται από εμάς με σχετική γενναιότητα. Οι κυνικοί φιλόσοφοι επέκριναν τον αθλητισμό της εποχής τους· εκτιμούσαν την αξία της σωματικής άσκησης ως εκπαίδευση στην πειθαρχία και στη λιτότητα, όχι ως μέσο για δόξα ή ανταγωνισμό· ο άνθρωπος πρέπει να γυμνάζει όχι μόνο το σώμα, αλλά κυρίως την ψυχή του, ώστε να είναι αυτάρκης και αποδεσμευμένος από παραπανίσιες επιθυμίες. Ο Διογένης (412-323 π.Χ.) ειρωνευόταν τους αθλητικούς αγώνες, ότι το να ιδρώνεις τάχα για στεφάνια είναι μάταιο· θεωρούσε ότι ο αληθινός αγώνας είναι αυτός της αρετής και της απλότητας, όχι η επιδίωξη τιμών ή υλικών απολαβών. Ωστόσο, θεωρούσαν τη ζωή στίβο, όπου ο φιλόσοφος οφείλει να προπονείται διαρκώς στην αυτάρκεια, στην αντοχή στον πόνο και στην απόρριψη των κοινωνικών συμβάσεων. Για τον μαθητή του Σωκράτη, τον Αντισθένη (444-365 π.Χ.), οι αθλητές κοπιάζουν για τη δόξα, αλλά ο φιλόσοφος για την αρετή, αξιώνοντας ότι η άσκηση και ο κόπος έχουν νόημα μόνο όταν σμιλεύουν την ψυχή και το ήθος. Στον στοχασμό του Φρίντριχ Νίτσε (1844-1900) ο αθλητής, εξίσου με τον άνθρωπο που επιδιώκει να υπερβεί τον εαυτό του, αναμετράται και με τα όρια της δικής του ύπαρξης, ερμηνεύοντας ίσως το being a sportsman ως συμβολισμό της βούλησης για δύναμη, της υπέρβασης και της χαράς που γεννιέται μέσα από τη δοκιμασία.
Το να είσαι sportsman αποτελεί πρότυπο για τους άλλους, διότι ενσαρκώνει την αλληλεγγύη, τη συνεργασία και το ομαδικό πνεύμα· η σημασία του ξεπερνά τον αθλητισμό, αγγίζει τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τη ζωή και αποκτά μια βαθύτερη υπαρξιακή διάσταση. Ο sportsman ασκείται στην αβεβαιότητα του αποτελέσματος, στην υπομονή, στον κόπο και στη διατήρηση της αξιοπρέπειας ακόμη και όταν όλα σωριάζονται. Η αθλητική εμπειρία συνοψίζει τη μικρογραφία της ανθρώπινης κατάστασης. Δεν αφορά απλώς τη σωματική άσκηση ή την επιδεξιότητα σε κάποιο άθλημα, αλλά τον τρόπο ύπαρξης και συμπεριφοράς μας· παραπέμπει στο υποκείμενο που έχει αποδεχθεί τον αγώνα ως αναγκαίο συστατικό της ζωής. Το ήθος του αθλητή αποτελεί υπόδειγμα κοινωνικό, δείχνοντας ότι το ευ αγωνίζεσθαι από κανόνας παιχνιδιού καθίσταται θεμελιώδης αξία για τη συνύπαρξη, υποδηλώνοντας έναν τρόπο ζωής που εξαίρει τη σημασία της προσπάθειας και μετράει την αξία της ύπαρξης όχι με νίκες και σουξέ, αλλά κρίνοντας τον τρόπο που παλεύουμε. Το πρόσφατο Eurobasket και το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Στίβου στο Τόκιο βρίθουν παραδειγμάτων αθλητικού ήθους για να τεκμηριώσουν τους ισχυρισμούς μου.
Ο Κώστας Θεολόγου είναι διευθυντής του Τομέα Ανθρωπιστικών, Κοινωνικών Επιστημών και Δικαίου της Σχολής ΕΜΦΕ ΕΜΠ







