Να σας το εξομολογηθώ απ’ την αρχή. Δεν το βρίσκω εύκολο θέμα γραφής. Πώς να χωρέσεις σε λίγες λέξεις τα καλύτερα χρόνια της ζωής και να περιγράψεις το ιερό δισκοπότηρο της ύπαρξής σου που είναι η παιδική σου γειτονιά; Ιδιαίτερα για εμένα – ένα παιδί του χωριού – που τύχη αγαθή μού χάρισε δύο γειτονιές, τη δεκάμηνη του χωριού, του Πολιχνίτου Λέσβου, και τη θερινή του Ιουλίου – Αυγούστου όταν όλο το χωριό μετακόμιζε στα παράλια του κόλπου Καλλονής, του άξονα Νυφίδας – Σκάλας. Οχι, όχι… Ας με έλκει η γραφίδα να γράψω για τη δεύτερη γειτονιά, του καλοκαιριού, όπου αυλή μου ήταν όλος ο κόλπος Καλλονής με τις κωπήλατες βαρκούλες, τα παραγάδια, τις πετονιές και τις τράτες. Δεν θα γράψω για την ατελείωτη φυσιολατρία που, σε συνδυασμό με κάθε έλλειψη οικογενειακού περιορισμού, μας μετέτρεπε σε καθημερινούς Ροβινσώνες, δυναμικό της τράτας και της περιπέτειας στον γιαλό. Η γειτονιά μου ήταν το Μακρύ Σοκάκι, ένα καλντερίμι στο βόρειο τμήμα του χωριού. Ενός χωριού που δίνει ανάγλυφα όλη την πορεία της ελληνικής επαρχίας.

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε

Ή εγγραφείτε

Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ