Με τη χθεσινή επίθεσή τους στο αεροδρόμιο της Βαγδάτης οι ΗΠΑ δολοφόνησαν έναν από τους πιο ισχυρούς άνδρες στη Μέση Ανατολή αλλά εκείνον που πολλοί πίστευαν πως θα γινόταν ο επόμενος πρόεδρος του Ιράν. Ο Κασίμ Σουλεϊμανί είχε γίνει πολύ γνωστός στο Ιράν τα τελευταία χρόνια, παρ’ όλα αυτά ο διοικητής της Δύναμης Κοντς (από το όνομα της Ιερουσαλήμ στη γλώσσα φαρσί) των Φρουρών της Επανάστασης παρέμενε μια σχετικά σκοτεινή φιγούρα εκτός της περιοχής που, ίσως είχε συμβάλλει όσο λίγο, για να διαμορφωθεί.

«Ηταν πιο σημαντικός από τον πρόεδρο, μιλούσε με όλες τις πλευρές στο εσωτερικό του Ιράν, είχε ανοιχτή γραμμή με τον ανώτατο θρησκευτικό ηγέτη και ήταν υπεύθυνος για την περιφερειακή πολιτική του Ιράν», εξηγεί η Ντίνα Εσφαντιάρι, από το Ιδρυμα Century. «Κατείχε την πιο σημαντική θέση με το μεγαλύτερο δυνατό κύρος». Ουσιαστικά ήταν αρμόδιος για την εξάπλωση της επιρροής της Τεχεράνης σε όλο τον κόσμο – κάτι που έκανε τις τελευταίες δύο δεκαετίες με επιτυχία.

Στος χάος που ακολούθησε την αμερικανική επέμβαση στο Ιράκ το 2003 και τον εμφύλιο στη Συρία το 2011, ο Σουλεϊμάνι εντόπισε ευκαιρίες, στέλνοντας στρατό και χρήματα για να ενισχύσει τις φιλο-ιρανικές δυνάμεις σε μια μεγάλη περιοχή από τον Λίβανο στα δυτικά έως την Υεμένη στον νότο. Από την αρχή του εμφυλίου στη Συρία, ήταν εκείνος που οργάνωσε την προστασία του σύρου προέδρου Μπασάρ αλ Ασαντ – σημαντικό σύμμαχο της Τεχεράνης – και κατόρθωσε να συντονίσει αντίπαλες ένοπλες μονάδες, ομάδες εθνικής ασφαλείας και περιφερειακές δυνάμεις, συμπεριλαμβανομένης της Ρωσίας. Ηταν ο άνθρωπος που ενορχήστρωσε τη διαρκή ενίσχυση της Χεζμπολάχ, της πιο ισχυρής ένοπλης δύναμης στον Λίβανο, τη συνεχιζόμενη αντίσταση των πολιτοφυλακών Χούτι στην Υεμένη ενάντια στη διεθνή στρατιωτική συμμαχία υπό την ηγεσία της Σαουδικής Αραβίας και την επικράτηση των σιιτικών πολιτοφυλακών στο Ιράκ. Πίσω από όλες αυτές τις εξελίξεις μπορούν να εντοπιστούν οι κινήσεις του γκριζομάλλη ιρανού διοικητή, γιου μιας φτωχής αγροτικής οικογένειας.

Ο Σουλεϊμανί έγραψε στην αυτοβιογραφία του ότι γεννήθηκε στο Ραμπόρ, μια πόλη του ανατολικού Ιράν και ήταν υποχρεωμένος να ταξιδεύει στη γειτονική πόλη σε ηλικία 13 ετών και να εργάζεται προκειμένου να ξεπληρώσει τα χρέη του πατέρα του στην κυβέρνηση του Σάχη. Οταν έπεσε η μοναρχία το 1979, ο Σουλεϊμανί είχε ταχθεί στο πλευρό του Αγιατολάχ Χομεϊνί και έγινε μέλος των Φρουρών της Επανάστασης, της παραστρατιωτικής δύναμης που δημιουργήθηκε για να προστατεύσει την Ισλαμική Επανάσταση. Διακρίθηκε στο μέτωπο του περσο-ιρακινού πολέμου, πραγματοποιώντας αναγνωριστικές αποστολές στα μετόπισθεν του εχθρού. Οταν έπεσε η κυβέρνηση του Ιράκ το 2003, ο Σουλεϊμανί ξεκίνησε έναν σκιώδη πόλεμο με τις ΗΠΑ για το ποιος θα ελέγξει την επόμενη ηγεσία της Βαγδάτης.

Θεωρείται μνημειώδες το μήνυμα που έστειλε το 2007 στον αμερικανό διοικητή Ντέιβιντ Πετρέους. «Στρατηγέ», έγραψε, «θα πρέπει να ξέρετε ότι εγώ, ο Κασίμ Σουλεϊμανί, ελέγχω την πολιτική του Ιράν όσον αφορά το Ιράκ, τον Λίβανο, τη Γάζα και το Αφγανιστάν». Πρόσφατη διαρροή διπλωματικών εγγράφων δείχνει το εύρος της επιρροής του: ηγήθηκε στη μάχη εναντίον των τζιχαντιστών του Ισλαμικού Κράτους στο Ιράκ και έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην καταστολή των μεγάλων διαδηλώσεων στο Ιράν το 2009 και των πιο πρόσφατων στον Λίβανο και το Ιράκ.

Δεκαοκτώ μήνες πριν από τον θάνατό του, ο Σουλεϊμανί έστειλε δημόσια μήνυμα στον Ντόναλντ Τραμπ που αποδείχθηκε σωστό, όχι όμως με τον τρόπο που έλπιζε. «Τζογαδόρε κύριε Τραμπ, να ξέρεις ότι είμαστε πολύ κοντά σου σε ένα μέρος που πιστεύεις ότι δεν είμαστε. Εσύ θα αρχίσεις τον πόλεμο, αλλά εμείς θα τον τελειώσουμε».

ΤΑ ΝΕΑ vidcast