Η Ευρωπαϊκή Ένωση αποφάσισε να προχωρήσει στην ακινητοποίηση επ’ αόριστον των δεσμευμένων ρωσικών περιουσιακών στοιχείων που βρίσκονται εντός της ΕΕ, όπως ανακοίνωσε ο Υπουργός Εξωτερικών της Γαλλίας Ζαν Νοέλ Μπαρό, προσερχόμενος στο Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων στις Βρυξέλλες. Όπως δήλωσε, «οι Ευρωπαίοι αποφάσισαν να πάρουν τη μοίρα τους στα χέρια τους».
Ο Γάλλος υπουργός υπενθύμισε ότι την περασμένη Παρασκευή τα κράτη-μέλη της ΕΕ αποφάσισαν να παγώσουν τα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία για όσο διάστημα χρειαστεί, έως ότου η Ρωσία τερματίσει τον πόλεμο και αποζημιώσει την Ουκρανία. Σύμφωνα με τον ίδιο, η απόφαση αυτή είναι ιδιαίτερα σημαντική, καθώς από το 2022 οι χώρες της Ένωσης όφειλαν κάθε έξι μήνες να ανανεώνουν ομόφωνα το πάγωμα των ρωσικών κεφαλαίων.
Ο Μπαρό εκτίμησε ότι μέχρι τη Σύνοδο Κορυφής της Πέμπτης και της Παρασκευής θα μπορούσε να ληφθεί μια νέα απόφαση που θα επιτρέψει στην Ουκρανία να καλύψει τις χρηματοοικονομικές της ανάγκες για τα επόμενα δύο χρόνια. Παράλληλα, η απόφαση αυτή θα ενισχύσει τη διαπραγματευτική της θέση, ώστε να οδηγηθεί σε ειρηνευτική διαδικασία. «Βλέπουμε ότι η Ουκρανία έχει δείξει τη βούλησή της να προχωρήσει και να επιταχύνει προς την ειρήνη», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Νέες κυρώσεις κατά της Ρωσίας
Παράλληλα, ο Γάλλος υπουργός γνωστοποίησε ότι το σημερινό Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων αναμένεται να εγκρίνει περαιτέρω κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας. Μεταξύ αυτών, προβλέπεται η επιβολή περιορισμών σε εννέα οντότητες, κυρίως ναυτιλιακές εταιρείες, που φέρονται να συμβάλλουν στην καταστρατήγηση των υφιστάμενων μέτρων μέσω του λεγόμενου «σκιώδους στόλου» και συνδέονται με τις ρωσικές πετρελαϊκές εταιρείες Lukoil και Rosneft.
Επιπλέον, οι Υπουργοί Εξωτερικών της ΕΕ αναμένεται να συμφωνήσουν στην επιβολή κυρώσεων σε 12 πρόσωπα που κατηγορούνται για αποσταθεροποιητικές ενέργειες υπέρ της Ρωσίας. Ανάμεσά τους περιλαμβάνονται ο γαλλορώσος πρώην στρατιωτικός Ξαβιέ Μορό, γνωστός για τη φιλορωσική του δραστηριότητα, και ο αμερικανορώσος Τζον Μαρκ Ντούγκαν, ο οποίος φέρεται να συμμετέχει σε επιχειρήσεις ψηφιακής προπαγάνδας με στόχο τον επηρεασμό εκλογών και τη χειραγώγηση του δημόσιου λόγου στη Δύση.







