Οριακή βελτίωση του οικονομικού κλίματος, με άνοδο της καταναλωτικής εμπιστοσύνης καταγράφει το ΙΟΒΕ τον Δεκέμβριο με τον δείκτη να καταγράφει μικρή αύξηση στις 91,5 μονάδες, έναντι 91,0 μονάδων τον Νοέμβριο. Αυτό είναι αποτέλεσμα κυρίως της βελτίωσης προσδοκιών στη Βιομηχανία, τομέας που αφενός δεν αναγκάστηκε να αναστείλει τη λειτουργία του, αφετέρου συνδέεται περισσότερο με το διεθνές οικονομικό περιβάλλον, το οποίο ήταν λιγότερο δυσμενές στο τέλος του 2020 από ό,τι εγχωρίως.

Το διαφορετικό που παρατηρείται τον προηγούμενο μήνα είναι η μικρή ανάκαμψη και της καταναλωτικής εμπιστοσύνης, μετά από πέντε μήνες συνεχούς υποχώρησης. Ουσιαστικά η συνέχιση των μέτρων και κατά την εορταστική περίοδο, είχε ήδη σε μεγάλο βαθμό προεξοφληθεί στην έρευνα του Νοεμβρίου οπότε ο δείκτης είχε επιδεινωθεί. Η επαναλειτουργία φυσικών καταστημάτων σε ορισμένες δραστηριότητες και η εφαρμογή νέων μορφών πωλήσεων όπως ηλεκτρονικών ή τηλεφωνικών παραγγελιών και «παραλαβή στην πόρτα», αναθέρμαναν ελαφρώς την αγορά, αλλά υποκατέστησαν μικρό μόνο μέρος του συνηθισμένου κύκλου εργασιών στην εορταστική περίοδο και σε ορισμένες μόνο κατηγορίες αγαθών.

Ευρύτερα στον επιχειρηματικό τομέα η απαισιοδοξία διατηρείται, καθώς οι επιχειρήσεις καλούνται να αναπροσαρμόζουν τη λειτουργία τους ανάλογα με τις εξελίξεις στο πεδίο της πανδημίας ενώ δεν υπάρχει ακόμη ξεκάθαρη ορατότητα για τη λήξη της. Τα τρέχοντα μέτρα στήριξης των επιχειρήσεων επιδρούν εν μέρει ανασχετικά στις επιπτώσεις της πανδημίας, αλλά δεν μπορούν να υποκαταστήσουν μεσοπρόθεσμα την κανονική λειτουργία της αγοράς. Οι παρεμβάσεις πολιτικής που θα πραγματοποιηθούν προσεχώς είναι κρίσιμες και είναι σκόπιμο να αφορούν σε ενεργητικές δράσεις υποβοήθησης της προσαρμογής των επιχειρήσεων στις νέες συνθήκες και λιγότερο σε ενίσχυσή τους στην τρέχουσα κατάστασή τους.

Αναλυτικότερα:  

  • -στη Βιομηχανία, το αρνητικό ισοζύγιο των εκτιμήσεων για τις παραγγελίες και τη ζήτηση μεταβλήθηκε οριακά, οι εκτιμήσεις για τα αποθέματα μεταβλήθηκαν ήπια και οι προβλέψεις για την παραγωγή τους προσεχείς μήνες ενισχύθηκαν σημαντικά.
  • -στις Κατασκευές, οι αρνητικές προβλέψεις για την παραγωγή ενισχύθηκαν έντονα, σε αντίθεση με τις αρνητικές προβλέψεις για την απασχόληση οι οποίες μεταβλήθηκαν ηπιότερα.
  • -στο Λιανικό Εμπόριο, οι αρνητικές εκτιμήσεις για τις τρέχουσες πωλήσεις ενισχύονται, σημαντικά όπως και οι προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξή τους, ενώ το ύψος των αποθεμάτων αποκλιμακώνεται.
  • -στις Υπηρεσίες, οι αρνητικές εκτιμήσεις για την τρέχουσα κατάσταση των επιχειρήσεων να ενισχύθηκαν ελαφρά, όπως και οι αντίστοιχες για τη ζήτηση όμως οι προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξή της κινήθηκαν ήπια ανοδικά.
  • -στην Καταναλωτική Εμπιστοσύνη, οι προβλέψεις των νοικοκυριών για την οικονομική κατάσταση της χώρας βελτιώνονται όπως και οι αντίστοιχες για την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού τους, ενώ παράλληλα βελτιώνονται οι εκτιμήσεις για μείζονες αγορές και η πρόθεση για αποταμίευση.

Οι Έλληνες καταναλωτές στην πρώτη θέση απαισιοδοξίας

Ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης παρουσίασε μικρή ανάκαμψη, λοιπόν, τον Δεκέμβριο και διαμορφώθηκε στις –44,7 (από –48,3) μονάδες, επίπεδο πολύ χαμηλότερο εκείνου πριν ένα χρόνο (-6,2 μονάδες). Η βελτίωση των επιδημιολογικών δεδομένων στην Ελλάδα τον Δεκέμβριο, σε συνδυασμό με την επαναλειτουργία φυσικών καταστημάτων σε συγκεκριμένες δραστηριότητες και την εφαρμογή του click-away στο λιανικό εμπόριο για την εορταστική περίοδο, καθώς και οι προσδοκίες άρσης σε κάποιο βαθμό του lockdown από τις αρχές Ιανουαρίου, θεωρούνται οι βασικές αιτίες της κάμψης της απαισιοδοξίας των νοικοκυριών. Από την άλλη πλευρά, το γεγονός ότι τελικά η αναστολή λειτουργίας παρατάθηκε στην αρχή του νέου έτους, αναμένεται να επιδράσει αρνητικά στις προσδοκίες τους τον Ιανουάριο.

Παρά τη μικρή άνοδο του δείκτη, η προηγηθείσα υποχώρησή του επί πεντάμηνο, διατηρεί τους Έλληνες καταναλωτές στην πρώτη θέση στην κατάταξη ως προς τους περισσότερο απαισιόδοξους καταναλωτές στην ΕΕ, με διαφορά από εκείνους στις χώρες που έπονται.

Την Ελλάδα ακολουθούν η Κύπρος και η Βουλγαρία, με -32,9 και -32,5 μονάδες αντίστοιχα. Στην τέταρτη θέση βρίσκονται οι καταναλωτές της Σλοβενίας, με -31,9 μονάδες, ενώ την πεντάδα κλείνει η Πορτογαλία με -27,0 από –30,8 μονάδες τον προηγούμενο μήνα. Στις χαμηλότερες θέσεις αυτής της κατάταξης βρέθηκαν η Δανία (+3,1) και η Σουηδία (+1,4), με τις θετικές τιμές των δεικτών τους να συνεπάγονται μικρή αισιοδοξία από τους καταναλωτές. Οι μέσοι ευρωπαϊκοί δείκτες διαμορφώθηκαν στις -15,3 μονάδες στην ΕΕ και στις -13,9 μονάδες στην Ευρωζώνη αντίστοιχα. Ανοδική τάση εμφάνισαν τον Δεκέμβριο 21 χώρες.

Αναλυτικά:

● Μικρή βελτίωση των εκτιμήσεων των καταναλωτών για την οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών τους τελευταίους 12 μήνες. Οι εκτιμήσεις των καταναλωτών για την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού τους τους προηγούμενους 12 μήνες βελτιώθηκαν ελαφρώς τον Δεκέμβριο, με το σχετικό ισοζύγιο να διαμορφώνεται στις -33,4 (από -37,1) μονάδες. Το 42% των νοικοκυριών εκτίμησε ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής του κατάστασης, ενώ το 2% θεωρεί πως επήλθε μικρή βελτίωση. Οι αντίστοιχοι δείκτες σε ΕΕ και Ευρωζώνη διαμορφώθηκαν στις -9,6 και -10,1 μονάδες αντίστοιχα.

● Ανάκαμψη προβλέψεων για την οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών. Οι προβλέψεις των καταναλωτών για την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού τους τους προσεχείς 12 μήνες ενισχύθηκαν ήπια τον Δεκέμβριο, με το σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στις -36,8 (από -41,9) μονάδες. Το 41% (από 52%) των νοικοκυριών αναμένει ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής του κατάστασης, ενώ το 6% (από 4%) προβλέπει μικρή βελτίωση. Οι δείκτες σε ΕΕ και Ευρωζώνη διαμορφώθηκαν στις -4,3 και -3,1 μονάδες αντίστοιχα.

● Μικρή ενίσχυση προβλέψεων και για την οικονομική κατάσταση της χώρας. Ο δείκτης των προβλέψεων των νοικοκυριών για την οικονομική κατάσταση της χώρας τους το προσεχές 12-μηνο παρουσίασε μικρή ανάκαμψη τον Δεκέμβριο και διαμορφώθηκε στις -60,5 (από -64,8) μονάδες. Το 67% των καταναλωτών (από 73%) συνεχίζει να προβλέπει ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης της χώρας, έναντι του 13% το οποίο αναμένει σταθερότητα. Οι δείκτες σε ΕΕ και Ευρωζώνη διαμορφώθηκαν στις -31,2 και -26,1 μονάδες αντίστοιχα.

● Βελτίωση πρόθεσης για μείζονες αγορές. Η πρόθεση των καταναλωτών για σημαντικές αγορές τους προσεχείς 12 μήνες (επίπλων, ηλεκτρικών συσκευών κ.λπ.) ενισχύθηκε οριακά, με το σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στις -48,0 (από -49,3) μονάδες. Το 51% των καταναλωτών (από 53%) προέβλεψε ότι θα προβεί σε λιγότερες ή πολύ λιγότερες δαπάνες, ενώ εκ νέου το 5-6% αναμένει το αντίθετο. Οι ευρωπαϊκοί δείκτες διαμορφώθηκαν στις -15,9 μονάδες στην ΕΕ και στις -16,5 μονάδες στην Ευρωζώνη.