Ηταν μεγάλο το ατόπημα που έκανε η Δούκισσα της Κορνουάλης να έρθει εδώ πέρα να μας αναστατώσει, ενώ δεν έχει προβληθεί ακόμη η τρίτη σεζόν του Crown. Μα πιο πολύ κι από σπόιλερ, ήταν χωριατιά μεγάλου διαμετρήματος η υποδοχή που της επεφύλαξαν και τα πιο έγκριτα δελτία ειδήσεων, αναγγέλλοντάς την ως Καμίλα «Πάρκερ Μπόουλς». Δεν είναι καθόλου σικ να αποκαλείς μια παντρεμένη γυναίκα με το επώνυμο του πρώην συζύγου της, την ώρα μάλιστα που από το κοντρόλ σου ψιθυρίζουν τα αποτελέσματα της ψηφοφορίας για την επέκταση της υιοθεσίας στα ομόφυλα ζευγάρια. Αν η Αυτής βασιλική Υψηλότητα Δούκισσα του Ρόθσι και Κόμισσα του Τσέστερ ήξερε ελληνικά και καταλάβαινε, θα ρώταγε τη γυάλινη προθήκη του Μουσείου Μπενάκη με τα τζοβαΐρια και τ’ ασημικά: τι γίνεται εδώ καθρέφτη – καθρεφτάκι μου και μαγικό γυαλί μου; For God’s sake, πού μ’ έφερες Κάρολε; Σε μια χώρα που δεν αναγνωρίζεται ακόμη το διαζύγιο;

Ορίστε πώς στήνονται οι μεγάλες παρεξηγήσεις της Ιστορίας: να περνάει το νομοσχέδιο με οριζόντια συναίνεση μεταξύ των κομμάτων και μόνον το ΚΚΕ να μένει άσπιλο, αμόλυντο, άφθορο, άχραντο, άγαμο, προσβλέποντας ίσως στη σύνταξη του μακαρίτη. Εμειναν έτσι, πολλά κορίτσια, μέσα στους χρόνους, ανύμφευτα και αποσβολωμένα. Δεν είναι λίγο και λιγάκι να βλέπεις αίφνης τον Νετανιάχου πρώτη μούρη στη μεγάλη παρέλαση της Κόκκινης Πλατείας, εκεί που κάποτε δέσποζε η τσιγκελωτή μουστάκα του Πατερούλη γαργαλώντας τους παραπλεύρως πρωτοκλασάτους μελλοθάνατους. Τι εννοείς ποιος είναι ο πατερούλης; Μην τα μπλέκουμε όμως ρε παιδιά και ξεσηκωθούν να μας πλακώσουν με τη βακτηρία τους οι φιλομοναρχικοί. Σλέσβιχ, Χόλσταιν, Σόντερμπουργκ, Γλύξμπουργκ, Μάουντμπάτεν και πινακωτή – πινακωτή, από τ’ άλλο μου τ’ αφτί.

Ούτε είδα ούτε άκουσα ούτε και θέλω να ξέρω τίνι τρόπω η εισηγήτρια του ΟΧΙ για την τεκνοθεσία των ομόφυλων ζευγαριών κυρία Μάρκου μπουρδουκλώθηκε και τελικά ψήφησε ΝΑΙ και πώς ο Οδυσσέας Κωνσταντινόπουλος ξέχασε που ξέχεσε τον Βενιζέλο επειδή ήταν υπέρ του Νομοσχεδίου ενώ ο ίδιος παρέλειψε στην τελική να παραστεί στην ψηφοφορία. Τι γιατί; Γιατί είν’ η μάνα μου κουφή. Θεόκουφη.