Η ευρωπαϊκή οικονομία αντιμετωπίζει προκλήσεις οφειλόμενες σε εσωτερικές και εξωτερικές πολιτικές κρίσεις. Για πρώτη φορά τις τελευταίες δεκαετίες, οι ελεύθερες, βάσει κανόνων, διεθνείς συναλλαγές τίθενται υπό αμφισβήτηση στο δυτικό ημισφαίριο.

Αυτή η κατάσταση εγείρει ερωτήματα σχετικά με το τι κάνουν οι πολιτικοί της Ευρώπης για να προστατεύσουν τη βιομηχανία μας και να συμβάλουν στην ανάπτυξή της.

Ας δούμε πρώτα πώς έχουν τα γεγονότα. Η βιομηχανία της Ευρώπης κατέχει ηγετική θέση παγκοσμίως. Το 2014 είχε μεγαλύτερο μερίδιο στο παγκόσμιο εμπόριο αγαθών και υπηρεσιών σε σύγκριση με τις ΗΠΑ, την Κίνα ή την Ιαπωνία. Παρέχει 50 εκατομμύρια άμεσες θέσεις εργασίας. Πρόκειται για το 20% του εργατικού δυναμικού μας.

Γενικότερα, η παγκοσμιοποίηση έχει αποφέρει τεράστια οφέλη στις λιγότερο προνομιούχες οικονομίες της υφηλίου. Εχει ανασύρει εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπους από τη φτώχεια και έχει δημιουργήσει εκατομμύρια θέσεις εργασίας για τους ευρωπαίους πολίτες.

Ωστόσο, η παγκοσμιοποίηση προκάλεσε και ορισμένες διαταράξεις. Τα οφέλη της παγκοσμιοποίησης κατανεμήθηκαν, σε ορισμένες περιπτώσεις, άνισα, με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν αισθήματα ανασφάλειας και αδικίας.

Οπως συνηθίζεται σε τέτοιες περιπτώσεις, έχει δημιουργηθεί γόνιμο έδαφος για λαϊκιστές που προτείνουν φαινομενικά απλές λύσεις.

Η ιαχή τους είναι: «Εξω οι ξένοι, επιδοτήσεις για τις βιομηχανίες μας».

Μπορεί το μήνυμα αυτό να ακούγεται ελκυστικό. Θα προκαλούσε, όμως, καταστροφή στους περισσότερους. Δεν διασφαλίζουμε το μέλλον μας έτσι. Με αυτόν τον τρόπο θα οδηγηθούμε στην οικονομική κατάρρευση της Ευρώπης.

Αντιθέτως, πρέπει να αντιμετωπίσουμε τις θεμιτές ανησυχίες όσων έχουν υποστεί απώλειες λόγω της παγκοσμιοποίησης. Η τρέχουσα συγκυρία επιβάλλει δυναμικές κινήσεις για την προστασία των θέσεων εργασίας στην Ευρώπη. Πρέπει να διασφαλίσουμε ότι οι ανταγωνιστές μας τηρούν τους κανόνες. Πρέπει να διατηρήσουμε την ετοιμότητά μας να αμυνόμαστε ενάντια σε αθέμιτες εμπορικές πρακτικές θεσπίζοντας μέτρα αντιντάμπινγκ. Πρέπει να εξακολουθήσουμε να ενθαρρύνουμε τις ιδιωτικές και τις δημόσιες επενδύσεις στην έρευνα και στην ανάπτυξη καθαρών τεχνολογιών. Πρέπει να ενσωματώσουμε την παγκοσμιοποίηση στο πλαίσιο μιας ευρύτερης δέσμης πολιτικών –μεταξύ άλλων στους τομείς της φορολογίας, της εκπαίδευσης και της κοινωνίας –με στόχο τη διευκόλυνση της προσαρμογής. Επίσης, οφείλουμε να στηρίξουμε τις περιφέρειες και τις ομάδες που υφίστανται απώλειες λόγω της τεχνολογικής αλλαγής και του διεθνούς ανταγωνισμού.

Θα εξακολουθήσουμε να επιδεικνύουμε πυγμή όταν οι περιστάσεις το απαιτούν. Δεν πρόκειται, όμως, ποτέ να συνηγορήσουμε υπέρ μιας πολιτικής η οποία θα προωθεί την αγορά μόνο των ευρωπαϊκών προϊόντων. Ο αποκλεισμός του ξένου ανταγωνισμού αποτελεί λαϊκιστική, πρόχειρη λύση η οποία θα μπορούσε, ενδεχομένως, να λειτουργήσει βραχυπρόθεσμα. Ωστόσο, μακροπρόθεσμα, απλώς θα αποκόψει την ευρωπαϊκή βιομηχανία από τις παγκόσμιες αξιακές αλυσίδες και τις τεχνολογικές εξελίξεις αιχμής.

Τι κίνητρο θα υπάρχει για την ανάπτυξη καλύτερων προϊόντων, αν μπορούμε απλώς να αποκλείσουμε τον ανταγωνισμό; Ποιος ο λόγος να επενδύσουμε σε νέες τεχνολογίες και σε ανθρώπινες δεξιότητες, αν μπορούμε να βιοποριζόμαστε από τις φορολογικές επιδοτήσεις και τους δασμούς;

Η Ευρώπη θα παραμείνει ανοικτή για τις επιχειρήσεις. Μια ανοικτή και εξωστρεφής ΕΕ μπορεί να αποτελέσει ελκυστικό προορισμό για ταλέντα, επενδύσεις και επιχειρήσεις από όλο τον κόσμο. Πάνω από το ήμισυ των επιχειρήσεων της ΕΕ αποτελεί ήδη μέρος των παγκόσμιων αξιακών αλυσίδων και σχεδόν το 16% των προϊόντων παγκόσμιας περιωπής που παράγουμε εξάγεται σε όλο τον κόσμο. Τα επιχειρήματα υπέρ μιας ανοικτής οικονομίας εξακολουθούν να είναι ισχυρά.

Αντί να κλείσουμε την πόρτα στους ξένους ανταγωνιστές, πρέπει να βοηθήσουμε τις επιχειρήσεις μας να τους ξεπεράσουν με την αξία τους. Πρέπει να αξιοποιήσουμε τα δυνατά μας σημεία –το ανεξάντλητο ταλέντο μας, το καταρτισμένο εργατικό δυναμικό μας, τις παραδόσεις μας στην καινοτομία και κυρίως τα 500 εκατομμύρια καταναλωτές μας σε μια ενιαία αγορά με κοινούς κανόνες.

Για τον σκοπό αυτόν απαιτείται μια νέα προσπάθεια εκσυγχρονισμού: υιοθέτηση τεχνολογικών αλλαγών, ενσωμάτωση προϊόντων και υπηρεσιών, ανάπτυξη της ενεργειακής απόδοσης με στόχο την εξοικονόμηση χρημάτων και περιορισμός της εξάρτησης από τις εισαγωγές ενέργειας.

Επίσης, πρέπει να επενδύσουμε στους πολίτες μας. Ο λόγος γι’ αυτό είναι ότι όταν μιλάμε για βιομηχανία αναφερόμαστε σε ανθρώπους –στους εργάτες, στους υπαλλήλους γραφείου, στους υπαλλήλους παραγωγής, στους μηχανικούς και στους πωλητές. Πρέπει να εξασφαλίσουμε ότι οι εργαζόμενοι αυτοί διαθέτουν τις κατάλληλες δεξιότητες και να υποστηρίξουμε όσους αναλαμβάνουν το ρίσκο για την ίδρυση νέας επιχείρησης ή την επέκταση ήδη υπάρχουσας.

Κι αν το κλείσιμο ενός εργοστασίου είναι αναπόφευκτο, δεν αρκεί η επανεκπαίδευση του εργατικού μας δυναμικού. Οι άνθρωποι αυτοί χρειάζονται επίσης μια νέα θέση εργασίας και πολλοί από αυτούς δεν επιθυμούν να μετακινηθούν.

Παλιές βιομηχανικές περιοχές μπορούν να μεταμορφωθούν, όχι μόνο για να χτιστούν πολυτελή διαμερίσματα με θέα στο ποτάμι, αλλά και για να δημιουργηθούν νέες θέσεις απασχόλησης για τους ντόπιους εργαζομένους. Οι περιφέρειες πρέπει να πάρουν μαθήματα η μία από την άλλη. Για παράδειγμα, το Duisburg, κέντρο άνθρακα και χάλυβα στο παρελθόν, τώρα πια αποτελεί έδρα για επιχειρήσεις στους τομείς των κατασκευών και της εφοδιαστικής, οι οποίες στεγάζονται στους εγκαταλειμμένους βιομηχανικούς χώρους.

Οι επενδύσεις της ΕΕ –ιδίως το επενδυτικό σχέδιο για την Ευρώπη –αποσκοπούν στην υποστήριξη της μετάβασης προς μια σύγχρονη, καθαρή και ακμάζουσα βιομηχανία. Εχουμε παράσχει χρηματοδότηση στην περιφέρεια Nord-Pas-de-Calais με στόχο να στηρίξουμε τη μετάβασή της προς μια οικονομία χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Βοηθήσαμε πολωνικές χαλυβουργικές επιχειρήσεις χονδρικής πώλησης να εισαγάγουν νέες υπηρεσίες και να δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας. Στηρίξαμε την κατασκευή ενός νέου εργοστασίου βιολογικών προϊόντων στη Φινλανδία, καθώς και της πρώτης μονάδας στην Ευρώπη για την ανακύκλωση και την ανάτηξη τιτανίου. Η ΕΕ θα συνεχίσει να παρέχει χρηματοδότηση και να επενδύει στην πρωτοποριακή καινοτομία της βιομηχανίας της, είτε πρόκειται για τρισδιάστατη εκτύπωση, για βιοπλαστικά συσκευασίας ή για νέα συστήματα που αποσκοπούν στη μείωση της χρήσης των υδάτων στη χημική βιομηχανία.

Υπάρχουν ευκαιρίες για τη βιομηχανία –όπως και για ολόκληρη την ΕΕ. Προς τούτο, θα εξακολουθήσουμε να έχουμε ανάγκη επενδύσεις προερχόμενες τόσο από το εσωτερικό όσο και από το εξωτερικό. Δεν μας ωφελεί ο προστατευτισμός, αλλά η ανοικτή οικονομία.

Ο Γίρκι Κατάινεν είναι αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και η Ελζμπιέτα Μπιενκόφσκα επίτροπος, αρμόδια για την Εσωτερική Αγορά, τη Βιομηχανία, την Επιχειρηματικότητα και τις ΜΜΕ