Πρωτοεμφανίστηκε στο σινεμά το 1952 (στη «Φλόγα της Ελευθερίας» του Παναγιώτη Σπύρου) σε ηλικία μόλις 19 ετών, όχι τόσο από επιλογή όσο από ανάγκη. Ο Νίκος Τσαχιρίδης, παιδί του ποντιακού ξεριζωμού, μεγάλωσε στους δρόμους – και αυτή τη «σκληράδα» μετέφερε και στη μεγάλη οθόνη όπου σύντομα “τυποποιήθηκε” σε ρόλους σκληρού λόγω της ανάλογης “κοψιάς” του.
Τραχύς, επιβλητικός και με βλέμμα διαρκώς οργισμένο, εμφανίστηκε σε πάνω από 130 ταινίες, συνεργαζόμενος με πλήθος ετερόκλητων ονομάτων: Από την “Εκδρομή” του Τάκη Κανελλόπουλου (1963) στον “Δρόμο της Κορίνθου” του Κλοντ Σαμπρόλ (1967), και τα “Παιδιά του Διαβόλου” του Νίκου Μαστοράκη (1976) στην “Υπόγεια Διαδρομή” του Απόστολου Δοξιάδη (1983) η απόσταση μοιάζει τεράστια. Η καριέρα του Τσαχιρίδη όμως χτίστηκε ακριβώς πάνω σ’ αυτή την ατέρμονη καμπύλη.
Σήμερα, οι περισσότεροι σινεφίλ τον γνωρίζουν από τις χαρακτηριστικές εμφανίσεις του σε μια σειρά ταινιών της δεκαετίας του ’80: ο αυστηρός λοχίας στη “Λούφα και Παραλλαγή”, ο αμείληκτος φύλακας, γνωστός και ως “Θεός” στις “Φυλακές Ανηλίκων”, ο έμπορος ναρκωτικών στο “Ρεμάλι της Αθήνας” και ο προπονητής του Στράτου Τζώρτζογλου την “Φανέλλα με το 9”. Κι όμως, στο ενδιάμεσο αυτών των ταινιών, που ήδη καλύπτουν ένα τεράστιο φάσμα, ο Τσαχιρίδης εμφανίστηκε επίσης στο “Μπορντέλο” του Νίκου Κούνδουρου (ήταν, μάλιστα, συχνός δευτεραγωνιστής στις ταινίες του σκηνοθέτη καθώς εμφανίστηκε τόσο στον “Δράκο” του 1955 όσο και στο “1922” του 1979) αποδεικνύοντας πως μπορούσε άνετα να κινηθεί σε οποιοδήποτε σετ και να δουλέψει με οποιονδήποτε σκηνοθέτη. Εκτός από ηθοποιός όμως, υπήρξε ποδοσφαιριστής και μέλος του Πανελλήνιου συνδέσμου αμειβομένων ποδοσφαιριστών.
“Εξαργυρώνοντας” την περσόνα του κακού που είχε χτίσει όλα αυτά τα χρόνια σε δεύτερους ρόλους στην τηλεόραση αλλά και σε βιντεοταινίες όπως τη “Επιστροφή των καθαρμάτων” του μετέπειτα βραβευμένου στο Φεστιβάλ Δράμας Φωκίωνα Μπόγρη, ο Νίκος Τσαχιρίδης αποσύρθηκε από τα κινηματογραφικά σετ το 2004 καθώς, τα τελευταία χρόνια της ζωής του, υπέφερε από Αλτσχάιμερ. Πέθανε στις 3 Αυγούστου και κηδεύτηκε την επόμενη μέρα στο Κοιμητήριο των Μελισσίων – η δε είδηση του θανάτου του έγινε γνωστή μόλις σήμερα. Ποιός ξέρει γιατί.
Ο ίδιος πάντως, παρά το εμβληματικό του στήσιμο και τα συχνά περάσματα του από τη μικρή ή τη μεγάλη οθόνη, δεν είχε άλλες συναναστροφές με τον κόσμο των ΜΜΕ. Ούτε δηλώσεις του υπάρχουν καταγεγραμμένες, ούτε και συνεντεύξεις του. Μόνο κάποιες δηλώσεις σκηνοθετών που πρόλαβαν να δουλέψουν μαζί του. Και κάνουν λόγο για έναν άνθρωπο αφοσιωμένο, επαγγελματία, αλλά και ερμητικά κλειστό. “Σκληρό” δηλαδή, μέχρι τέλους.







