Τη δεκαετία που διανύουμε το life coaching, παλιά αμερικανική μέθοδος αυτοβελτίωσης, έγινε μόδα και στην Ελλάδα. Το life coaching α λα ελληνικά, μάλιστα, το οποίο απευθύνεται σε γερά πορτοφόλια που δεν φοβούνται την κρίση, επιστρατεύει μέχρι και τον Σωκράτη για να «εκμαιεύσει» από τον αγχωμένο και απογοητευμένο από τη ζωή του πελάτη κρυφές διαθέσεις και δυνατότητες για μια άλλη, «πιο ευτυχισμένη» ζωή.

Στον αθλητισμό, όταν μια ομάδα δεν έχει τα επιθυμητά αποτελέσματα στους αγώνες, η πιο συνηθισμένη αντίδραση είναι ν’ αλλάξει προπονητή. Στη ζωή, ωστόσο, όταν κάποιος δεν τα πηγαίνει και τόσο καλά στην καθημερινότητά του, για να ισορροπήσει την κατάσταση, μπορεί να προσλάβει έναν προπονητή. Δηλαδή, ν’ αρχίσει συνεδρίες life coaching. Και να εναποθέσει τις ελπίδες του σε ανθρώπους που χρησιμοποιούν ένα ιδιαίτερο επιστημονικό και μη, κοκτέιλ καθοδήγησης, μήπως και δει διαφορά προς το θετικότερο.

«Το life coaching είναι μια συνεργασία μεταξύ ενός ανθρώπου που θέλει να κάνει κάποια πράγματα για τον εαυτό του και ενός coach, προκειμένου να πάει λίγο πιο μπροστά, πιο εύκολα, πιο γρήγορα και να ξεπεράσει ό,τι τον απασχολεί». Κάπως έτσι ορίζει η δρ Νάνσυ Μαλλέρου την «τέχνη» που εξασκεί η ίδια ως σύμβουλος προσωπικής ανάπτυξης και αντιπρόεδρος του ελληνικού παραρτήματος της διεθνούς ομοσπονδίας coaching από το 2006. Ως πρακτική, το coaching ξεκίνησε τη δεκαετία του 1970 στις Ηνωμένες Πολιτείες ως απάντηση στην ανάγκη «ανθρώπων που δεν είχαν κανένα πρόβλημα επί της ουσίας, αλλά δεν ήταν πολύ χαρούμενοι και ήθελαν να κάνουν κάτι άλλο με τη ζωή τους» λέει η κυρία Μαλλέρου.
Φανατικό κοινό
Στην Ελλάδα ήρθε στα μέσα της δεκαετίας του 2000, γνωρίζοντας ιδιαίτερη ανάπτυξη από το 2010, ενώ τα τελευταία δύο χρόνια απέκτησε όλα τα χαρακτηριστικά μιας μόδας. Κοινώς, φανατικό κοινό που τρέχει σε κάθε σεμινάριο που υπόσχεται να παράσχει τα μυστικά της αυτοβελτίωσης, αγοράζει δεκάδες βιβλία με συμβουλές προσωπικής ανάπτυξης, κλείνει τετ α τετ ραντεβού για συνεδρίες με coaches που ισχυρίζονται ότι κρατούν τα κλειδιά για όλες τις πόρτες της επιτυχίας και γενικότερα κινεί μια βιομηχανία πολλών εκατομμυρίων ευρώ.

Στη βάση του life coaching βρίσκεται μια δημιουργική ασάφεια αφού οι σύμβουλοι αντλούν στοιχεία από διαφορετικά πεδία και αναγνωρισμένες επιστήμες ώστε να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες των πελατών τους. «Το coaching δανείζεται στοιχεία από την ψυχολογία και άλλες κοινωνικές επιστήμες. Επίσης, βασίζεται πάρα πολύ στη μαιευτική μέθοδο του Σωκράτη. Γι’ αυτό λέμε πως ο Σωκράτης ήταν ο πρώτος coach.

Προσωπικά, μ’ ενδιαφέρει και τη χρησιμοποιώ στον βαθμό που μπορώ να την καταλάβω, γιατί δεν είμαι γνώστης» τονίζει η coach. Και συνεχίζει: «Ούτως ή άλλως, κανένας δεν έχει εφεύρει την πυρίτιδα, κατά τη γνώμη μου. Την αναδιοργανώνουμε και την προσαρμόζουμε στην εποχή μας και την ονομάζουμε κάπως αλλιώς. Δεν κάνουμε κάτι διαφορετικό».

Ομοίως με κάθε σωστή επιστήμη, όπως τουλάχιστον την ονομάζουν οι θιασώτες της, που σέβεται τον εαυτό της, το life coaching έχει κάποιες κόκκινες γραμμές που το διαχωρίζουν από συγγενείς πρακτικές. «Η βασική διαφορά με την ψυχολογία είναι ότι εμείς δεν ασχολούμαστε με το παρελθόν αλλά βασιζόμαστε περισσότερο στο τώρα και το μέλλον. Δεν πιστεύουμε απαραίτητα ότι πρέπει να πας πίσω στο παρελθόν σου και σε ό,τι τραύματα έχεις για να τα γιατρέψεις κι από εκεί και πέρα να προχωρήσεις.

Εμείς θεωρούμε ότι μπορείς ν’ ασχοληθείς πολύ λίγο με το παρελθόν, να μάθεις κάποια πράγματα, ώστε μετά να προχωρήσεις πιο δυνατός, πιο έξυπνος και πιο καταρτισμένος προς τα εμπρός» υποστηρίζει η κυρία Μαλλέρου.

Οι διαφορές δεν εξαντλούνται εκεί αλλά προχωρούν και σε άλλες θεωρίες, που είναι εκ διαμέτρου αντίθετες με τις θεμελιώδεις αρχές της ψυχολογίας. «Μια άλλη διαφορά είναι ότι το υποσυνείδητο έχει άλλη θέση για μας. Στη φροϊδική προσέγγιση είναι το μέρος που κρύβουμε όλα μας τα τραύματα. Εμείς πιστεύουμε ότι αυτά είναι ένα μικρό κομμάτι και το υπόλοιπο τεράστιο κομμάτι είναι αυτό με τις ανεκμετάλλευτες δυνατότητες που έχουμε όλοι μας. Στη δική μου προσέγγιση, το ονομάζω εσωκεντρισμό. Είναι μια δική μου λέξη, την έχω φτιάξει εγώ γιατί πιστεύω ότι υπάρχει μέσα σας κάπου κάτι» προσθέτει η coach.

Μέσα σε όλο αυτόν τον καταιγισμό θετικών πρακτικών που χρησιμοποιεί το coaching, υπάρχουν και κάποιοι αστερίσκοι με θέματα προς αποφυγή από την πλευρά του coach. Κι αυτό είναι το να δίνει συμβουλές. «Στο επάγγελμά μας απαγορεύεται να δίνουμε συμβουλές.

Η γνώμη μου είναι ότι είναι κι επικίνδυνο. Γιατί οι συμβουλές προκύπτουν μέσα από αυτά που εσύ έχεις ζήσει, από τις δικές σου πεποιθήσεις, αντιλήψεις και δίνεις συμβουλές στον άλλον ή τον καθοδηγείς, τον κατευθύνεις με πολύ καλή πρόθεση μεν, αλλά μπορεί να του κάνεις μεγάλο κακό. Η όλη ουσία είναι ότι όποια απάντηση χρειάζεται ο καθένας βρίσκεται μέσα του κι εμείς είμαστε αυτοί που διευκολύνουν τη διαδικασία να την ανακαλύψει» υπογραμμίζει η ειδικός.

Το κόστος
Ολο αυτό το ταξίδι προς την αυτοβελτίωση, ωστόσο, κοστίζει. Και μάλιστα ακριβά. Γιατί, βλέπετε, το life coaching δεν είναι καθόλου φθηνό σπορ. Κάθε ώρα συνεδρίας κοστίζει από 70 έως 120 ευρώ, ενώ αν ο προπονητής πάει στην επαγγελματική έδρα του πελάτη για να δώσει κατευθύνσεις για την καριέρα του, η ταρίφα ξεκινάει από τα 250 ευρώ και φθάνει μέχρι αρκετά πιο πάνω, σε τιμές σχεδόν ιλίγγου. «Η αλήθεια είναι πως εμάς η κρίση μάς βοηθάει. Παρόλο που το coaching είναι κάτι που κοστίζει, με χαροποιεί να βλέπω ανθρώπους που προτιμούν να διαθέσουν τα χρήματά τους εδώ παρά σε άλλα πράγματα που θα έκαναν παλιότερα. Γιατί νομίζω ότι εδώ η χρήση τους είναι πολύ καλύτερη. Να επενδύσεις στον εαυτό σου, στην ευτυχία σου, στην ηρεμία τη δική σου και την εξέλιξή σου ως άνθρωπος δηλαδή» τονίζει η κυρία Μαλλέρου.

Παρόλο που ούτως ή άλλως δεν υπάρχουν αναγνωρισμένα πανεπιστημιακά πτυχία για τη δραστηριότητα αυτή, καθόλου δεν λείπουν από τον χώρο οι αντιδικίες για το ποιοι είναι οι αναγνωρισμένοι coaches και ποιοι οι «μαϊμού». Αλλωστε οι συνεδρίες τις περισσότερες φορές δεν είναι ψεκάστε, σκουπίστε, τελειώσατε με το πρόβλημά σας –απαιτούν συχνές επαναλήψεις, σαν τις αντιβιώσεις, οπότε δεν μπορούν οι αναγνωρισμένοι να αφήσουν τους πελάτες τους να δίνουν τα χρήματά τους σε απατεώνες (υπάρχουν κι αυτοί στο παιχνίδι του coaching!).

Ετσι, δίνονται πιστοποιητικά coaching από τη διεθνή ομοσπονδία ώστε το επάγγελμά τους να ασκείται σωστά. «Σπουδές» είναι στην πραγματικότητα οι πολλές ώρες προσωπικών συνεδριών με πιο έμπειρους coaches, ώστε στο τέλος οι μαθητευόμενοι να μπορούν να ασχολούνται αποτελεσματικά με όσους χρειάζονται τις υπηρεσίες τους και να μην είναι απλώς μαθητευόμενοι μάγοι.

Αυτοί δε που χρειάζονται τις υπηρεσίες τους είναι κυρίως γυναίκες αφού οι άνδρες που χρησιμοποιούν τα εργαλεία του coaching είναι μόλις το 30% με 35% στο σύνολο των φανατικών του είδους.

Ως προς την ηλικία τους, έχουν όλοι τα χρονάκια τους, αν και η κυρία Μαλλέρου παρατηρεί μια ξαφνική δημοφιλία του είδους και στους εφήβους. «Τώρα έχουν ξεκινήσει να έρχονται παιδιά μαζί με τους γονείς τους για να δουν τι θέλουν να κάνουν στη ζωή τους, όχι ως επαγγελματικό προσανατολισμό αλλά ως προσανατολισμό ζωής».

Σωματικό θέατρο

Επιστροφή στη φύση

Εκτός από τις συνεδρίες, τα βιβλία και τα σεµινάρια, το µονοπάτι προς µια καλύτερη ζωή περνάει από το φαράγγι του Λυκαβηττού. Εκεί, όπου ανεβαίνει η παράσταση σωµατικού θεάτρου «Διάλειµµα χαράς» σε σκηνοθεσία Αντζελας Δεληχάτσιου. Στο έργο που συµβαδίζει µε τις αρχές του life coaching, τέσσερις γυναίκες, οι Νατάσα Νταϊλιάνη, Κατερίνα Κλειτσιώτη, Δέσποινα Χατζηπαυλίδου και η σκηνοθέτις, περιπλανώνται στους λόφους αποζητώντας ένα αίσθηµα ψυχικής και σωµατικής ευφορίας και επιχειρούν µια εκστατική συνοµιλία µε τη φύση, έχοντας ως βασικό τους οδηγό την ποίηση του Γιώργου Σεφέρη και του Ουόλτ Ουίτµαν.

Χωρίς κάποια ιδιαίτερη νοητική γραμμή που να συνδέει τη μια σκηνή με την άλλη, οι πρωταγωνίστριες σήμερα και αύριο στις τελευταίες δύο απογευματινές παραστάσεις (ώρα έναρξης 18:30) θα συνεχίσουν να σκαρφαλώνουν στους βράχους κουνώντας καμπανάκια για να προσεγγίσουν το ενδιαφέρουν του κοινού. Ή να κρέμονται ανάποδα από τα δέντρα απαγγέλλοντας στίχους, αφού πρώτα έχουν κυλιστεί στις φυλλωσιές, βγάζοντας άναρθρες κραυγές που παραπέμπουν σε γαβγίσματα και έχουν γεμίσει τους λευκούς μανδύες που φορούν με λάσπες, ξεραμένα φύλλα και σκόνες.

Τα στοιχεία αυτά της φύσης, άλλωστε, το νερό, το χώμα και ο αέρας εμφανίζονται αρκετές φορές, έμμεσα ή άμεσα, στην εξέλιξη του έργου μαζί με τις μελωδίες της φλογέρας που παίζει μια από τις ηρωίδες για να τονίσει τη δραματικότητα των κινήσεών της ή να σημάνει το τέλος της θεατρικής πράξης.