«Βρε, υπάρχει ευτυχία! Ενα τραγούδι της τζαζ λέει “βρήκε το σπάνιο πουλί στην αυλή του σπιτιού του”. Αν λοιπόν θες να τη βρεις, καμιά φορά είναι δίπλα σου», συνήθιζε να λέει η Μαρία Χαραμή (φωτογραφία), η δημοσιογράφος του «Βήματος» και των περιοδικών του που έσβησε χθες ύστερα από πολυετή μάχη με τον καρκίνο.
Ηταν κάτι που θαύμαζες στη Μαρία Χαραμή, τόσο στη δουλειά της όσο και σε προσωπικό επίπεδο. Αυτό το σμίξιμο του εκλεπτυσμένου, του κοσμοπολίτικου, της ευζωίας, με το απλό, το χειροπιαστό, το ελληνικό.
Ηταν έτοιμη να αποθεώσει έναν σεφ υψηλής γαστρονομίας με τον ίδιο ενθουσιασμό που έψαχνε και αναδείκνυε άγνωστα δρομάκια του Κέντρου της Αθήνας.
Από το πρώτο της άρθρο στο περιοδικό «ENA» μέχρι και το τέλος η Μαρία Χαραμή έγραφε για την καλή ζωή, τις γεύσεις της, για τις νέες τάσεις, για ό,τι καινούργιο και πρωτοποριακό. Εστελνε ωστόσο χειρόγραφα, αρνούμενη να υποκύψει στην απρόσωπη ευκολία του πληκτρολογίου ενός υπολογιστή.
Είχε πάρει συνεντεύξεις από θρύλους της διεθνούς κουζίνας όπως ο Αλέν Ντικάς ή ο Ζοέλ Ρομπουσόν. Αλλά πάντα συμβούλευε στα εστιατόρια να μην ασχολούμαστε με τη διακόσμηση, τη φήμη του σεφ, το φαίνεσθαι –«να ζητάτε να δείτε την κουζίνα, εκεί μαγειρεύουν οι άνθρωποι» έλεγε.
Η Μαρία Χαραμή είχε μεταφράσει στα ελληνικά πολλά βιβλία γαλλικής γαστρονομίας, αλλά εκείνη στους αγαπημένους φίλους της –και στον Θάνο της, τον σύζυγό της –προτιμούσε να μαγειρεύει πολύ πιο απλά και πιο ελαφριά.
Γεννήθηκε στην Αθήνα και μεγάλωσε στον Πειραιά. Στις αρχές αυτής της χρονιάς παρασημοφορήθηκε από τον γάλλο πρεσβευτή στην Αθήνα, ο οποίος της απένειμε τα διάσημα του Ιππότη του Τάγματος Αγροτικής Αξίας.
Εμοιαζε με αερικό, λεπτεπίλεπτη, εκκεντρική και ανήσυχη –μικρή άλλωστε ήθελε να γίνει μπαλαρίνα. Και όμως πίσω από αυτή την εικόνα έκρυβε έναν στέρεο επαγγελματισμό. Δεν καθυστέρησε ποτέ ένα κείμενό της. Ούτε καν τώρα. Το τελευταίο της θα δημοσιευθεί στο «ΒΗΜagazino» αύριο. Την επομένη, τη Δευτέρα στις 12 το μεσημέρι, στο Α’ Νεκροταφείο, συνεργάτες, συνάδελφοι και φίλοι της θα την αποχαιρετήσουμε.