Στη γοργά αναπτυσσόμενη, πλην όμως βουτηγμένη στη φτώχεια και την ανέχεια Ινδία, ένας θησαυρός δεν θα μπορούσε παρά να φέρει τα πάνω κάτω. Το αρχικά θείο δώρο, εκτιμώμενης αξίας περίπου 15 δισ. ευρώ, που ανακαλύφθηκε σε πέντε κρύπτες ενός ινδουιστικού ναού στην πολιτεία Κεράλα, αφιερωμένου στον θεό Βισνού, χώρισε αξιωματούχους αλλά και απλούς πολίτες στα δύο, τα τρία, τα τέσσερα… – όσες οι προτάσεις αξιοποίησής του τόσα και τα στρατόπεδα. Για την ώρα, ο επί αιώνες κρυμμένος θησαυρός έχει μετατραπεί σε απαγορευμένο καρπό, που μάλλον στοιχίζει παρά προσφέρει στα ταμεία του κράτους καθώς δεκάδες αστυνομικοί και υψηλής τεχνολογίας συστήματα έχουν επιστρατευτεί για τη φύλαξή του.
Οι προτάσεις πέφτουν βροχή εντός και εκτός των τειχών. Πολλοί είναι εκείνοι που υποστηρίζουν ότι αυτή είναι η χρυσή ευκαιρία για να κατασκευαστούν πανεπιστήμια και κολέγια. Αλλοι τίθενται υπέρ της κατασκευής υπόγειου σιδηροδρομικού δικτύου που θα εξυπηρετεί εκατομμύρια πολίτες. Ο άνθρωπος, πάλι, χάρη στον οποίο ανακαλύφθηκε ο θησαυρός υποστηρίζει πως αρμόδια για να χειριστεί το θέμα είναι αποκλειστικά η τοπική κυβέρνηση.
Παραδόξως, εντελώς αντίθετη άποψη έχουν οι κάτοικοι του Τριβαντρούμ, πρωτεύουσας της Κεράλα, συμπεριλαμβανομένων των ανώτατων τοπικών αξιωματούχων, των πιστών ινδουιστών και σύσσωμης της βασιλικής οικογένειας που αποφάσιζε κάποτε για την τύχη αυτού του τόπου και διατηρεί ακόμη τον έλεγχο του ναού. Κανείς δεν πρέπει να βάλει χέρι στα τιμαλφή, επιμένουν και προτείνουν να παραμείνουν στον ναό, όπου βρίσκονται επί αιώνες. Δεν είναι τόσο συντηρητικοί όσο δύσπιστοι. Φοβούνται πως διάφοροι επιτήδειοι σε θέσεις-κλειδιά δεν θα μπορέσουν να αντισταθούν στον πειρασμό, θα καρπωθούν όσα μπορέσουν και θα κακοδιαχειριστούν τα υπόλοιπα. Πρόσφατα οικονομικά σκάνδαλα, όπως εκείνο που αφορούσε τις άδειες τηλεπικοινωνιών, στοίχισε στην κυβέρνηση περίπου 28 δισ. ευρώ και έστειλε έναν πρώην υπουργό στη φυλακή, τούς έδωσαν κάθε δικαίωμα να είναι τόσο κυνικοί. Την περασμένη εβδομάδα, ακόμη ένας πρώην υπουργός Τηλεπικοινωνιών προθυμοποιήθηκε να παραιτηθεί καθώς αντιμετωπίζει σοβαρές κατηγορίες ότι έκανε χρήση του αξιώματός του για να πριμοδοτήσει εταιρείες που ανήκαν στο οικογενειακό του περιβάλλον.
Η βασιλική οικογένεια στην Κεράλα, πάλι, δύσκολα θα μπορούσε να προκαλέσει αμφιβολίες για τις προθέσεις της, δεδομένου ότι φημίζεται για τη σεμνότητά της και τη βαθιά πίστη της στον θεό Βισνού, σε αντίθεση με σχεδόν όλες τις υπόλοιπες ανά την Ινδία που εκμεταλλεύτηκαν τα προνόμιά τους για να χτίσουν πολυτελέστατα ανάκτορα. «Πρέπει να εκτιμηθεί επακριβώς η αξία των ευρημάτων και να παραμείνουν στη θέση τους. Η βασιλική οικογένεια θα τα προστατεύσει», λέει ο Κρίσνα Κουμάρ, παραγωγός φοινικέλαιου που ήρθε στον ναό για να προσκυνήσει.
Αυτό είναι, σε γενικές γραμμές, και το σκεπτικό του πρωθυπουργού της πολιτείας, του Οομεν Σάντι. Μολονότι την παραθαλάσσια Κεράλα βαραίνει χρέος 11 δισ. ευρώ και εκείνος οραματίζεται την κατασκευή υπόγειου σιδηροδρομικού δικτύου, ήταν σαφής ως προς τις προθέσεις του. Οι Αρχές, ξεκαθάρισε, δεν θα επιδιώξουν τη διαχείριση του θησαυρού – απεναντίας, ήδη πληρώνουν έναν θησαυρό για τη φύλαξή του. «Ο πλούτος αυτός ανήκει στον ναό, ο οποίος αποτελεί σύμβολο του πολιτισμού της Κεράλα», λέει όπου σταθεί κι όπου βρεθεί – στάση η οποία, σύμφωνα με πολιτικούς αναλυτές, θα του εξασφαλίσει σταθερό προβάδισμα ανάμεσα στους ινδουιστές, που αποτελούν και την πλειονότητα του πληθυσμού.
Σε κάθε περίπτωση, τον τελευταίο λόγο θα έχει το Ανώτατο Δικαστήριο της Ινδίας, το οποίο θα αποφασίσει ποιος θα αναλάβει τη διαχείριση του θησαυρού. Την περασμένη εβδομάδα, το ίδιο δικαστήριο απαγόρευσε το άνοιγμα της έκτης και τελευταίας κρύπτης και εξουσιοδότησε την τοπική κυβέρνηση και τη βασιλική οικογένεια να οργανώσει σχέδιο περιφρούρησης του θησαυρού. Καθώς είναι σφραγισμένη με σιδερένια πόρτα και μεγάλες κολόνες καλύπτουν την είσοδο, παλαιότερες προσπάθειες να ανοίξει η κρύπτη έπεσαν όλες στο κενό. Ούτως ή άλλως, όμως, οι περισσότεροι πιστοί κρατούν απόσταση ασφαλείας, επηρεασμένοι από τον μύθο που θέλει την κρύπτη να είναι καταφύγιο φιδιών. Η επιστήμη βέβαια, διά στόματος του ινδού αρχαιολόγου Σάσι Μπουσάν, ο οποίος κατέγραψε και κατέθεσε στο δικαστήριο την ιστορία του ναού, καταρρίπτει τον μύθο ως ανυπόστατη φημολογία.