Είναι νίκη της Αριστεράς ή δεν είναι η είσοδος του Θανάση Βαλτινού στην Ακαδημία Αθηνών; Είχε γίνει λόγος για «νίκη» το 1987, όταν εξελέγη ο Νικηφόρος Βρεττάκος σε μια εποχή όπου το σώμα των ακαδημαϊκών ήταν πολύ πιο συντηρητικό- αν όχι αντιδραστικό. Άλλωστε ο ανεξάρτητος Βρεττάκος διέθετε κάποτε κομματική ταυτότητα· ο Βαλτινός δεν απέκτησε ποτέ, αλλά δήλωνε- και δηλώνει ακόμα- «αριστερός». Αρκεί όμως ως απάντηση αυτό; Είναι γεγονός ότι η πρώτη του νουβέλα, η Κάθοδος των εννιά (1963) για την καταδίωξη και εξόντωση μιας ομάδας ανταρτών στο τέλος του Εμφυλίου, αγκαλιάστηκε από τους αριστερούς επειδή μιλούσε για ζητήματα που δεν τολμούσαν να θέσουν- «τόσο αίμα κι ύστερα να μην έχεις πού να φτάσεις…». Τριάντα χρόνια αργότερα, έρχεται η Ορθοκωστά (1994). Ένα μυθιστόρημα-λογοτεχνικός σταθμός, όπου με τη μέθοδο των πολλαπλών μαρτυριών ο Βαλτινός ανασυνθέτει «χωρίς παρωπίδες» μια πρώιμη φάση του εμφυλίου πολέμου, εισάγοντας τη σκοπιά εκείνων που, με τη θέλησή τους ή όχι, συνεργάστηκαν με τους Γερμανούς- κάτι που μελετούσαν εκείνη την εποχή και οι αντιδογματικοί αριστεροί ιστορικοί. Αυτή τη φορά ωστόσο, ο κόσμος της Αριστεράς διχάστηκε. Κάποιοι διάβασαν το βιβλίο ως απολογία των Ταγμάτων Ασφαλείας- κάτι που αρνήθηκε ο συγγραφέας- και κάποιοι συμφώνησαν με τον Άγγελο Ελεφάντη που τον επέκρινε διότι δεν έλαβε υπόψη του τα ιστορικά διακυβεύματα. «Για τη λογοτεχνία, το μόνο διακύβευμα είναι η ίδια η λογοτεχνία», σχολιάζει σήμερα ο Βαλτινός. Μονάχα που αυτό το μυθιστόρημα με τα χρόνια ξέφευγε όλο και περισσότερο από τα λογοτεχνικά πλαίσια, και καθώς άλλαζαν τα πολιτικοκοινωνικά συμφραζόμενα, άλλαζε και ο τρόπος πρόσληψής του. Τόσο που έφτασε να γίνει σημαία της αναθεωρητικής σκέψης. Ο «αριστερός» Βαλτινός δεν ενοχλείται όμως, αφού «η έρευνα το έχει αποδείξει πια, ότι και οι Αρχάγγελοι σκότωναν». Κι ας τίθεται ένα σοβαρό ζήτημα ερμηνείας όλων αυτών των σκοτεινών «αληθειών», κι ας αμφισβητούν εκλεκτοί ιστορικοί τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιούνται τα νέα «αντικειμενικά» ευρήματα από ορισμένους πολιτικούς επιστήμονες, ο Βαλτινός δεν ιδρώνει. Κι ενώ με τη λογοτεχνική του πρόταση έδειχνε πάντα ότι ξέρει πώς υπονομεύεται το προφανές νόημα των ντοκουμέντων, σαν να έχει αλλάξει σήμερα, γωνία θέασης και κριτικής των πραγμάτων.

«Εγώ έμεινα ο ίδιος ιδεολογικά», υποστηρίζει παρ΄ όλα αυτά. «Απλώς κάποιοι αναγνώστες δεν με παρακολούθησαν σωστά… Το σημαντικό είναι να είσαι συνεπής στη στάση ζωής σου, στην ηθική σου αντίληψη. Από εκεί και πέρα, όταν αλλάζουν τα δεδομένα, είναι φυσικό να αλλάζεις θέσεις και απόψεις για συγκεκριμένα ζητήματα. Αυτό δείχνει ζωντάνια και ανοιχτομυαλιά». Έτσι, ενώ πριν από μία δεκαετία ο Βαλτινός έβλεπε την Ακαδημία σαν «φέουδο» που «αποκλείει τους αξιόλογους νέους ανθρώπους», τώρα έκανε αίτηση για να εκλεγεί αθάνατος· διότι τη βλέπει «ως επιστέγασμα μιας ζωής» και θεωρεί πως «μπορώ να ενισχύσω το άνοιγμά της». Και ενώ πίστευε ότι «τα πράγματα μπορούν να αλλάξουν μέσα από συλλογικές δράσεις και κόμματα, μέσα από τη μαρξιστική πίστη κ.ο.κ. », τώρα πια «δεν το πιστεύω». Αλλά αυτό δεν τον εμπόδισε να μπλεχτεί στα κοινά και να διασταυρωθεί με την εξουσία. Έγινε γενικός διευθυντής της ΕΤ2 επί οικουμενικής κυβέρνησης, και πρόεδρος του Κέντρου Κινηματογράφου επί Ν.Δ.. Κι αν από εκεί παραιτήθηκε γρήγορα «επειδή είδα ότι δεν μπορούσα να αλλάξω τίποτα», στην Εταιρεία Συγγραφέων διανύει την τέταρτη (!) θητεία του ως πρόεδρος και είναι μάλιστα πολύ διεκδικητικός στα ασφαλιστικά. Είναι «αριστερά» όλα αυτά; Όχι a priori. Εξαρτάται πάντα από το τι τα κάνεις- τις απόψεις, τα αξιώματα, το ταλέντο- από το πώς τα διαχειρίζεσαι, και με ποιον σκοπό. Το ίδιο δηλαδή που «ελέγχεται» και ως προς τα υλικά της λογοτεχνίας… Εξαρτάται φυσικά και από το πώς αυτοπροσδιορίζεται η Αριστερά. Γι΄ αυτό, κι αν ακόμα η εκλογή του Βαλτινού δεν συμβολίζει ακριβώς τη νίκη της Αριστεράς, την πιθανότητα για ριζική αλλαγή προοπτικής στην Ακαδημία, μπορεί να σημαίνει νίκη της Λογοτεχνίας.

«Η λογοτεχνία δεν περιγράφει αισθήματα· δημιουργεί αισθήματα. Αυτή είναι η αξία της», λέει ο Βαλτινός, και πράγματι αυτό καταφέρνει ως συγγραφέας. Αρέσουν δεν αρέσουν, τα βιβλία του για τα τραύματα αυτού του τόπου και των ανθρώπων του συνιστούν μια ολοκληρωμένη πρόταση, πλάθουν ένα σύμπαν, έχουν ειδικό βάρος και δεύτερο επίπεδο. Μιλάνε άραγε στη νέα γενιά; Δύσκολο να απαντήσει κανείς. Ο ίδιος πάντως δηλώνει πως βασανίζεται να ανανεώσει τα εκφραστικά του μέσα. Και πάλι όμως, ο πυρήνας θα είναι η χαρακτηριστική «φωνή» του, που χρωστάει πολλά, όπως λέει, στο μικρό περιβάλλον όπου έζησε τα προσχολικά του χρόνια, στο Καστρί Κυνουρίας, με τα παραμύθια του («φοβερή η δομική τόλμη τους»), τα μοιρολόγια, τις παροιμίες ή τα τραγούδια. «Εκεί η γλώσσα λειτουργούσε, δεν ήταν τυποποιημένη όπως τώρα». Στο πλέον πρόσφατο βιβλίο του, τα Άνθη της αβύσσου με πρωταγωνιστή τον άνθρωπο Σολωμό, ο Βαλτινός δοκίμασε λοιπόν να μιλήσει με τον τρόπο του σεναρίου. Αντίθετα, το καινούργιο μυθιστόρημα που γράφει, «θα είναι κλασικότροπο και ερωτικό». Πρωταγωνιστές του οι επιζήσαντες της Καθόδου και της Ορθοκωστάς, αντιμέτωποι με τις ενοχές τους σε καιρό ειρήνης πια. Ενδιαφέρον!