Οταν έφτασα εχθές στο εκλογικό μου τμήμα, είχα την ατυχία να το βρω άδειο. Μόνο μία κυρία που μου έδωσε τα ψηφοδέλτια και ένας νεαρός που τσέκαρε το όνομά μου στους καταλόγους. Α, και κάτι σάντουιτς καλοδιπλωμένα σε σελοφάν στη  άκρη του θρανίου – γραφείου (το αναφέρω διότι, στο σκηνικό ενός εκλογικού τμήματος, θεωρώ το τρόφιμο κάτι σαν «ζωντανή» παρουσία). Λέω ατυχία διότι μου αρέσει να στήνω αφτί κατά την ψηφοφορία. Εχω ακούσει κατά καιρούς απίστευτα πράγματα που δεν φανταζόμουν ότι μπορεί να περάσουν από το μυαλό ενός ανθρώπου την ώρα που ασκεί το εκλογικό του δικαίωμα. Συνταγές φαγητών, λεπτομερείς αναφορές σε γενεαλογικά δέντρα (με αφορμή το όνομα) που φτάνουν μέχρι και τέταρτα ξαδέρφια, να ρωτάνε μία Νικολοπούλου αν έχει συγγένεια, έστω και μακρινή, με έναν Νικολακόπουλο και, επειδή ψηφίζω στου Παπάγου, παλαιότερα λαθράκουγα και εκλογικές αναμνήσεις που έφταναν μέχρι και την «εποχή του Πάγκαλου». (Εντάξει, εχθές ρώτησα κι εγώ την κυρία αν έχει πάρει το φόρεμά της από κάποιο μαγαζί διότι έχω παρόμοιο).

Ωστόσο, με το που μπήκα στο παραβάν, φαίνεται ότι προσήλθαν τρεις τέσσερις. Η φράση που με έκανε να μείνω με το στιλό στον αέρα ήταν «Και γιατί να ψηφίσω δύο φορές; Εγώ δήμαρχο θέλω να ψηφίσω, το άλλο δεν με ενδιαφέρει». Φαίνεται ότι κάτι του είπε η κυρία διότι η απορία έσκασε στο δευτερόλεπτο. «Και τι είναι αυτό το “περιφερειάρχης”;». «Οπως λέγαμε παλιά νομάρχης. Αντε συντομεύετε, έχουμε να πάμε και για φαγητό», ήρθε μία απάντηση, αν υπολόγισα καλά, από κάποιον εν αναμονή στην είσοδο της αίθουσας. «Και τι ήταν ο νομάρχης;». Η απάντηση θα πρέπει να δόθηκε με κάποιο νεύμα απελπισίας διότι δεν άκουσα κάτι, αλλά αποδείχθηκε ότι δεν ήταν αρκετά διευκρινιστική. «Δηλαδή ο προηγούμενος δήμαρχος τώρα θα γίνει νομάρχης;». Δεν άντεξα, βγήκα να δω ποιος είχε αυτές τις απορίες.

Και είδα έναν νέο άνθρωπο, κάπου μεταξύ 25 και 30 ετών, καλοβαλμένο, περιποιημένο, χωρίς κάποια ένδειξη η οποία θα δικαιολογούσε απορίες που φανερώνουν έλλειψη στοιχειώδους πολιτικής παιδείας. Εριξα τον φάκελο για τις δημοτικές, πήρα τα συμπράγκαλα για τις περιφερειακές, πήγα στο άλλο παραβάν, έξω η συζήτηση συνεχιζόταν, ο νεαρός είχε πολύ μπερδευτεί με τη διπλή εκλογική διαδικασία, φαίνεται ότι αλλιώς τα περίμενε. Οταν βγήκα και από το δεύτερο παραβάν, εκείνος έμπαινε – επιτέλους! – στο πρώτο λέγοντας μεταξύ αστείου και αγανάκτησης «Εδώ δεν πήγαμε να ψηφίσουμε Κασσελάκη και ήρθαμε σήμερα για να ψηφίσουμε δύο φορές» (έχω παρατηρήσει ότι πολλοί άνθρωποι, όταν βρίσκονται σε αμηχανία, μιλάνε για τον εαυτό τους σε πρώτο πληθυντικό). Ξαναβγήκε όμως ζητώντας στιλό, του είπαν ότι υπήρχε μέσα και ξαναμπήκε. Καθώς έβγαινα από το τμήμα, έμπαινε μια υπερήλικη κυρία που ρωτούσε αν μπορούσε να ψηφίσει για δήμαρχο τον Χάρη Ρώμα που πολύ της αρέσει στο «Καφέ της Χαράς». Οταν της απάντησαν αρνητικά, διαμαρτυρήθηκε έντονα. «Μα γιατί; Αφού μου είπαν ότι κατεβαίνει για δήμαρχος».

Εκλογές δύο ταχυτήτων

Οι αυτοδιοικητικές εκλογές δεν προκαλούν ούτε το ενδιαφέρον ούτε τον φανατισμό των εθνικών. Απόδειξη ότι οι Ελληνίδες πρώτα απέκτησαν δικαίωμα ψήφου στις δημοτικές που εθεωρούντο πιο «ακίνδυνες» και ύστερα από είκοσι, σχεδόν, χρόνια στις εκλογές για τη διακυβέρνηση της χώρας. Παλαιόθεν άλλωστε είχαν, κατά κάποιον τρόπο, τη λογική του συνοικεσίου, ειδικά στις μικρές κοινωνίες της επαρχίας. «Αν με ψηφίσεις, θα σου κάνω αυτό, για να σε ψηφίσω θα μου κάνεις το άλλο».

Ωστόσο σήμερα τα πράγματα έχουν αλλάξει. Οχι μόνο λόγω των αυξημένων ευθυνών της Αυτοδιοίκησης – που η αμέλειά τους «σκάει» στις οικολογικές καταστροφές όπως βλέπουμε τα τελευταία χρόνια –, αλλά διότι μεταφέρεται και σε αυτές η κομματική πόλωση. Κάτι που δεν θα έπρεπε να συμβαίνει (απλά να μένουν στο περιθώριο οι ακραίες ιδεολογίες). Εδώ μετράει το τι κάνει κάθε δήμαρχος κατά τη διάρκεια της θητείας του. Πόσο doer είναι. Διότι από μη πραγματοποιήσιμα οράματα έχουμε χορτάσει.