Συναντηθήκαμε πριν από μέρες στον φιλόξενο χώρο του Monogram, εκεί όπου χτυπούσε η καρδιά του Agatha Crime Festival και της Λέσχης Ανάγνωσης αστυνομικής λογοτεχνίας. Αφορμή ήταν η έκδοση του τελευταίου βιβλίου του, «Η εξέγερση των Καρυάτιδων» (εκδ. Κείμενα).
Γνωρίζω καλά ότι για να γράψει ένα βιβλίο ο Πέτρος Μάρκαρης πρέπει να εξοργιστεί από κάποιο γεγονός. Αυτονόητη λοιπόν η ερώτηση ποιο είναι το γεγονός που τον εξόργισε αυτή τη φορά.
«Αρχίζω να οργίζομαι όταν βλέπω τα πράγματα να έρχονται από μακριά. Οταν παρατηρώ ένα φαινόμενο να παίρνει συγκεκριμένη μορφή. Αυτή τη φορά η αφετηρία βρίσκεται στη φράση που ακούω να επαναλαμβάνεται συνεχώς: “Ο τουρισμός είναι η βαριά μας βιομηχανία”. Ναι, ο τουρισμός είναι η βιομηχανία που αναφέρεται στην εστίαση και στον ξενοδοχειακό τομέα.
Αλλά τι γίνεται με την πολιτιστική μας κληρονομιά; Δεν μπορώ να ανεχτώ τη μετατροπή της σε προϊόν και να παραμένω αδιάφορος… Αισθάνομαι ότι πρέπει να αντισταθώ στην εμπορευματοποίηση της πολιτιστικής μας κληρονομιάς… Και φοβάμαι ότι τα πράγματα θα γίνουν ακόμα πιο επικίνδυνα λόγω της χρήσης της τεχνητής νοημοσύνης».
Συζητάμε για το σύγχρονο αστυνομικό μυθιστόρημα και τα μεγάλα κοινωνικά θέματα της εποχής μας. Κι εδώ λοιπόν η ερώτηση μοιάζει αυτονόητη, ίσως και αναπόφευκτη. Κατά πόσο μπορούμε να πούμε ότι τελικά το αστυνομικό μυθιστόρημα είναι το κοινωνικό μυθιστόρημα της σύγχρονης εποχής;
«Ναι. Το αστυνομικό μυθιστόρημα είναι το σύγχρονο κοινωνικό μυθιστόρημα. Αυτό είναι φανερό και στα δύο ρεύματα που επικρατούν στην Ευρώπη. Και στο μεσογειακό και στο σκανδιναβικό. Αμφότερα είναι κοινωνικά αστυνομικά μυθιστορήματα. Η διαφορά είναι ότι το μεσογειακό έχει σαφή πολιτικοκοινωνικό χαρακτήρα. Αυτό άλλωστε αποτελεί “σήμα κατατεθέν” του και ανιχνεύεται στο έργο των σημαντικότερων εκπροσώπων του. Το σκανδιναβικό έχει απλώς κοινωνικό χαρακτήρα. Οι πολιτικές αναφορές αποτελούν εξαίρεση και είχαν αφετηρία τη δολοφονία του Ούλοφ Πάλμε. Βέβαια αυτό ουσιαστικά σηματοδοτεί μια πορεία προς το παρελθόν. Επιστρέφουμε στις ρίζες, καθώς ανακαλύπτουμε ξανά τις αρχές του αστικού μυθιστορήματος του 19ου αιώνα. Πολλά από τα κλασικά μυθιστορήματα της εποχής έχουν αφετηρία κάποιο έγκλημα. Από τους “Αθλιους” μέχρι το “Εγκλημα και τιμωρία” και τους “Αδελφούς Καραμάζοφ”».
Η εποχή του «whοdunit» έχει δώσει τη θέση της στην εποχή του «whydunit». Αποδίδουμε μεγαλύτερη σημασία στους λόγους και τα αίτια ενός εγκλήματος…
«Τα προηγούμενα χρόνια, το ενδιαφέρον εντοπιζόταν στην εξιχνίαση του εγκλήματος και την ανακάλυψη του δράστη. Στη σύγχρονη αστυνομική λογοτεχνία το μεγαλύτερο βάρος πέφτει στη διερεύνηση των αιτίων… Των κινήτρων που κρύβονται πίσω από την απόφαση του δράστη να εκτελέσει το έγκλημα… Και βέβαια η διερεύνηση των αιτίων συνεπάγεται ανάλυση των κοινωνικών συνθηκών, του περιβάλλοντος και πιθανώς και του ψυχολογικού υπόβαθρου του ενόχου… Με αυτόν τον τρόπο μπορούμε να κατανοήσουμε ποιοι λόγοι και κοινωνικές συνθήκες οδήγησαν τον δράστη στο έγκλημα. Η διερεύνηση της σχέσης θύτη / θύματος αποτελεί σημείο μεγάλου ενδιαφέροντος για τους σύγχρονους συγγραφείς… Ως ποιο σημείο ο θύτης είναι και ο ίδιος θύμα… Εχουν γραφεί πολλά σημαντικά έργα για αυτό. Από τον Μανσέτ και την “Πρηνή θέση του σκοπευτή”, μέχρι τον Παδούρα, που αποτυπώνει εξαιρετικά αυτή τη σχέση ανάμεσα στον Λέον Τρότσκι και τον δολοφόνο του Ραμόν Μερκαντέρ στο ανεπανάληπτο “Ο άνθρωπος που αγαπούσε τα σκυλιά”».
Θυμόμαστε με συγκίνηση μια νυχτερινή συζήτηση στον κήπο του «Poems & Crimes», στο μοναδικό στέκι του αείμνηστου Σάμη Γαβριηλίδη, επιστήθιου φίλου και εκδότη του Μάρκαρη… Θέμα το αμφιλεγόμενο «μεσογειακό νουάρ». Μονταλμπάν, Καμιλέρι, Μάρκαρης και επίγονοι. Ποια είναι τα κοινά χαρακτηριστικά που μπορεί να ανιχνευθούν στους εκπροσώπους του;
«Οπως είπαμε, το σημαντικότερο στοιχείο είναι ότι το μεσογειακό αστυνομικό μυθιστόρημα έχει σαφές πολιτικοκοινωνικό πλαίσιο. Και αυτό υπάρχει στο έργο όλων των σημαντικών εκπροσώπων του είδους. Οι κοινωνικές συνθήκες το επιβάλλουν άλλωστε. Διαφορετικές εμπειρίες που έχουν βιώσει οι χώρες. Στη Μεσόγειο, οι περισσότερες χώρες έχουν βιώσει περιπτώσεις δικτατοριών. Διώξεις, στερήσεις πολιτικών δικαιωμάτων. Αυτό μπορεί να επηρεάσει ακόμα και την ανατομία των εγκλημάτων. Για παράδειγμα, οι σκανδιναβοί συγγραφείς περιγράφουν βίαια και αποτρόπαια εγκλήματα, πράγμα που αποφεύγουν οι ομότεχνοι της Μεσογείου. Μια ακόμα μεγάλη διαφορά είναι οι συνθήκες διατροφής που περιγράφονται. Η πλήρης γεύσεων μεσογειακή κουζίνα, με το καθιερωμένο ωράριο γευμάτων και δείπνων, σε αντίθεση με το σύνηθες πρόχειρο φαγητό των ηρώων των σκανδιναβικών μυθιστορημάτων. Αυτή η διαφορά στους όρους διατροφής αντανακλάται και στην ψυχολογική σκιαγράφηση των χαρακτήρων άλλωστε…».
Γνωρίζω την εκτίμησή του σε κάποιους μεγάλους συγγραφείς. Ο Μάρκαρης θεωρεί σπουδαίους σταθμούς στην εξέλιξη του ευρωπαϊκού αστυνομικού μυθιστορήματος τον Μανσέτ και τον Σάσα. Προσθέτω διακριτικά και το ζεύγος των σουηδών πρωτοπόρων Σγεβάλ και Βαλέε.
«Πραγματικά, ο Μανσέτ αποτελεί μια τεράστια φυσιογνωμία και το έργο του, με σαφείς πολιτικοκοινωνικές αναφορές, επηρέασε πολλούς σύγχρονους συγγραφείς… Πολύ σημαντικό βέβαια είναι και το έργο του Σάσα, με ιδιαίτερα τολμηρές αναφορές και σκληρό κοινωνικό σχόλιο για τη Μαφία και το οργανωμένο έγκλημα στη χώρα του… Και οι επιρροές του Σάσα είναι ορατές στους εκπροσώπους του μεσογειακού νουάρ. Τον Μονταλμπάν, τον Καμιλέρι και εμένα. Οσο για την περίπτωση των σπουδαίων Σγεβάλ και Βαλέε, το σημαντικότερο στοιχείο είναι ότι αποτελούν τους πρώτους εκπροσώπους της σκανδιναβικής σχολής, όπου στο έργο τους ανιχνεύονται στοιχεία πολιτικοκοινωνικού χαρακτήρα…».
Ο τρόπος γραφής αποτελεί ιδιαίτερο χαρακτηριστικό για κάθε συγγραφέα. Τον ρωτάω πώς γράφει και πώς επηρεάζεται από τους ήρωες των βιβλίων του και τις πράξεις τους…
«Η διαδικασία της συγγραφής είναι κάτι πολύ προσωπικό για κάθε συγγραφέα. Προτιμώ να αφήνω κάποια σημεία στην πλοκή του έργου χωρίς να τα ξεκαθαρίσω απόλυτα. Να επιτρέψω στον αναγνώστη να φτιάξει τη δική του ιστορία, μια δική του παράπλευρη πραγματικότητα. Να βάλει τη φαντασία του να δουλέψει. Αυτός είναι και ο λόγος που απεχθάνομαι τα μυθιστορήματα, που αποκαλύπτουν μέχρι την παραμικρή λεπτομέρεια. Η μόνη σύνδεση με τους χαρακτήρες που λειτουργεί την περίοδο της συγγραφής είναι η σχέση με την οικογένεια. Με την οικογένεια του Χαρίτου, εννοώ… Και περισσότερο με την Αδριανή, της οποίας ο χαρακτήρας έλκει την καταγωγή από τη μητέρα μου. Ομολογώ ότι είμαι βαθιά επηρεασμένος από τον Μπρεχτ. Τον θεωρώ δάσκαλό μου. Μέντορα. Οταν αρχίζω να γράφω, ακολουθώ την τακτική της αποστασιοποίησης. Γράφω αυτά που έχω στο μυαλό μου, χωρίς να αφήσω οτιδήποτε να με επηρεάσει. Είναι μια περίεργη αίσθηση. Σαν να γράφει κάποιος άλλος και όχι εγώ. Είναι μια αίσθηση σαν να κάθομαι στον Λυκαβηττό και να βλέπω από ψηλά την Αθήνα…».
Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η καθημερινή διαδικασία της συγγραφής. Πώς γράφει ο Μάρκαρης; Περιμένει την περίφημη μούσα της έμπνευσης να τον επισκεφθεί ή ακολουθεί ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα;
«Το πρώτο βήμα για κάθε συγγραφέα είναι η αυτοπειθαρχία. Το πρόγραμμά μου είναι σταθερό και δεν επιδέχεται αλλαγές. Από το πρωί στις δέκα μέχρι τις δύο το μεσημέρι είμαι στο γραφείο μου και γράφω. Είτε έχω διάθεση είτε όχι, ανεξάρτητα από κάποια έμπνευση, είμαι στο γραφείο και γράφω. Το μεσημέρι ένα διάλειμμα για φαγητό και ξεκούραση. Και από τις τέσσερις μέχρι τις επτάμισι και πάλι στο γραφείο και δουλειά. Αυτό επαναλαμβάνεται επτά φορές την εβδομάδα. Χωρίς διακοπή…».
Με αφορμή το πρόγραμμα και την αυτοπειθαρχία, η κουβέντα μεταφέρεται στους νέους έλληνες συγγραφείς αστυνομικής λογοτεχνίας. Στις προϋποθέσεις που μπορεί να βοηθήσουν στη βελτίωσή τους. Και στην αποτελεσματικότητα των σεμιναρίων δημιουργικής γραφής.
«Ανάγνωση και πάλι ανάγνωση. Θα πρέπει να επενδύσουν πολύ χρόνο να διαβάσουν μεγάλους συγγραφείς. Και δεν εννοώ μόνο συγγραφείς αστυνομικής λογοτεχνίας, αλλά και όλους τους κλασικούς. Θεωρώ απαραίτητη προϋπόθεση για κάθε συγγραφέα να διαβάζει σε συνεχή βάση. Μόνο με αυτόν τον τρόπο θα κατορθώσει να αποκτήσει εμπειρίες και να βελτιώσει τον τρόπο γραφής. Οσο για τα σεμινάρια δημιουργικής γραφής, μη με κολάζεις. Πιστεύω ότι δεν έχουν να προσφέρουν κάτι το δημιουργικό, κάτι που θα βοηθήσει πραγματικά κάποιον να γράψει καλύτερα. Αλήθεια, ποιο σεμινάριο δημιουργικής γραφής παρακολούθησαν συγγραφείς από την εποχή του Ντίκενς και του Ζολά μέχρι τον Τσάντλερ και τον Σιμενόν;».
«Προτιμώ τους ήρωες με την ανθρώπινη πλευρά»
Αφορμή για την επόμενη ερώτηση αποτελούν οι «υπερήρωες»: Σέρλοκ Χολμς, Ηρακλής Πουαρό και άλλοι. Τους αγαπάμε;
«Δεν πολυσυμπαθώ αυτούς τους καταπληκτικούς υπερευφυείς τύπους. Επιδεικνύουν συνεχώς την υψηλή ευφυΐα τους με αλαζονικό τρόπο. Αυτό το “elementary my dear Watson”, μια σαφώς υποτιμητική ατάκα του Χολμς για τον συνεργάτη του, που θα μπορούσε να ερμηνευθεί και ως “μα πόσο ηλίθιος είσαι…”, μου κάθεται στο στομάχι. Αντίθετα, προτιμώ τους ήρωες με την ανθρώπινη πλευρά. Χαρακτηριστικά αναφέρω τον Μεγκρέ. Ο ήρωας του Σιμενόν μπορεί το μεσημέρι στο γραφείο του να πίνει μπίρα, αλλά το βράδυ σπίτι του συνοδεύει το δείπνο με ένα ποτήρι καλό κρασί…».
«Οπως οι τύποι του μεσογειακού αστυνομικού μυθιστορήματος. Πέπε Καρβάλιο, Μονταλμπάνο και Χαρίτος…» προσθέτω.
Για το τέλος της κουβέντας μας, ο Πέτρος Μάρκαρης έχει επιλέξει να διευρύνει το κοινωνικό του σχόλιο. Πέραν της ανησυχίας του για την επέλαση και τις επικίνδυνες συνέπειες από τη χρήση της τεχνητής νοημοσύνης, εκφράζει τον προβληματισμό του για την κρίση αξιών του δυτικού κόσμου…
«Με ρωτάς αν είμαι αισιόδοξος για την κοινωνία μας. Θεωρώ ότι η αισιοδοξία δικαιολογείται μόνο ως έλλειψη πληροφόρησης. Παρατηρώ τη φθορά των ηθικών αξιών στην κοινωνία μας. Δυστυχώς η μόνη αξιακή κλίμακα στην εποχή μας είναι το χρήμα. Η προσωπικότητα και ο χαρακτήρας μας είναι συνάρτηση του τραπεζικού μας λογαριασμού. Οσο περισσότερο χρήμα διαθέτεις τόσο ψηλότερα στέκεσαι σε κοινωνικό επίπεδο. Είναι χαρακτηριστική η σκηνή όπου ο δολοφόνος στο τετ α τετ με τον Χαρίτο αναφέρεται σε “μια σκηνοθετημένη παράσταση από το χρηματοπιστωτικό σύστημα με ηθοποιούς τους πολιτικούς”. Και αυτή η τάση αντανακλάται χαρακτηριστικά στη δραματική μείωση του τομέα των ανθρωπιστικών σπουδών. Η μεγάλη πλειοψηφία στρέφεται στα οικονομικά και τη διοίκηση επιχειρήσεων. Αλλά ο μεγαλύτερος προβληματισμός μου επικεντρώνεται στη χρήση της τεχνητής νοημοσύνης στο μέλλον… Φοβάμαι ότι έχουν να δουν πολλά, που δεν θα πιστεύουν τα μάτια μας…».







