Πριν περάσω σε άλλους όρους της Ιστορίας της Τέχνης, και κυρίως στο πώς αυτοί γεννήθηκαν και καθιερώθηκαν, μικρό υστερόγραφο στα περί Γοτθικού ρυθμού. Φίλος της στήλης μού έθεσε το ερώτημα για τα ουκ ολίγα κτίρια Γοτθικού ρυθμού που συναντά κανείς και που δεν είναι βέβαια της περιόδου 1150-1400 αλλά πολύ πιο πρόσφατα. Πράγματι, κυρίως στα Βρετανικά Νησιά, αλλά όχι μόνο βέβαια, εμβληματικά δημόσια κτίρια (εκκλησίες, πανεπιστημιακές εγκαταστάσεις, το Κοινοβούλιο στο Λονδίνο, κ.ά.) προέρχονται από τον 18ο, και κυρίως από τον 19ο αιώνα, μιμούμενα Γοτθικά πρότυπα, στο πλαίσιο ενός ρεύματος στην αρχιτεκτονική που συνήθως περιγράφεται με τον όρο Γοτθική Αναβίωση (Gothic Revival).
Και τώρα, επιστροφή στην προ Γοτθικού ρυθμού περίοδο, περίπου από το 800 έως το 1150, της οποίας τα κτίσματα χαρακτηρίζονται σήμερα Ρομανικού ρυθμού. Ο όρος, που επινοήθηκε στις αρχές του 19ου αιώνα, υπαινισσόταν προφανώς ότι υπήρχαν ακόμη στα κτίσματα της μακρινής εκείνης εποχής στοιχεία που κατάγονταν από την αρχιτεκτονική της ρωμαϊκής περιόδου. Καλό είναι επίσης να επισημανθεί ότι, όπως συμβαίνει συνήθως με τις περιόδους στην Ιστορία της Τέχνης αλλά και της Ιστορίας γενικότερα, τα όρια μεταξύ Ρομανικής και Γοτθικής περιόδου δεν είναι πάντα σαφή και ευδιάκριτα. Σε αρκετές περιπτώσεις, οι δυο ρυθμοί στην αρχιτεκτονική, αλλά και γενικότερα οι δυο τεχνοτροπίες, συνυπήρξαν, με ολοένα και περισσότερα γοτθικά στοιχεία να εμπλουτίζουν τη Ρομανική τέχνη.
Δυο άλλοι όροι που χρησιμοποιούνται συχνά είναι το Μπαρόκ και το Ροκοκό. Και αυτοί είναι μεταγενέστερες επινοήσεις, ιστορικών της τέχνης και λογίων. Με τον όρο Μπαρόκ σηματοδοτείται η τέχνη της περιόδου περίπου 1580-1700, ενώ με τον όρο Ροκοκό εκείνη της περιόδου περίπου 1720-75, κυρίως στη Γαλλία του Λουδοβίκου ΙΕ´ αλλά όχι μόνο βέβαια. Και οι δυο αυτοί όροι μάλιστα, Μπαρόκ και Ροκοκό, χρησιμοποιούνται σήμερα και για τη μουσική των αντίστοιχων περιόδων (καταχρηστικά, ή έστω κατ’ οικονομίαν, κατά τη γνώμη μου). Ως προς τις ρίζες τους, το Μπαρόκ προέρχεται πιθανότατα από την πορτογαλική λέξη barôcco (= παραμορφωμένο, ακανόνιστου σχήματος μαργαριτάρι) και παραπέμπει σε μια τέχνη με κατεξοχήν αξιοποίηση του δραματικού/θεατρικού στοιχείου, με έμφαση στην ψευδαίσθηση του βάθους, με προτίμηση για τις πολυάνθρωπες συνθέσεις και τις στιγμές έντασης και πάθους. Οσο για το Ροκοκό, από τη γαλλική λέξη rocaille (= κατασκευή από χαλίκια και κοχύλια, που τη χρησιμοποιούσαν σε τεχνητές σπηλιές), χαρακτηριστικά του ήταν οι απαλοί παστέλ τόνοι, η χάρη και η κομψότητα, η έμφαση στις διακοσμητικές λεπτομέρειες, η ροπή προς τους ερωτικούς υπαινιγμούς και τα σκαμπρόζικα θέματα.
Το επόμενο Σάββατο, η γενεαλογία -ή μάλλον, η ληξιαρχική πράξη γέννησης – κάποιων γνωστών -ισμών.
Επιδόρπιο
Να μια όμορφη λέξη της λόγιας παράδοσης, από αυτές που λυπάται κανείς επειδή έχουν πέσει σε αχρησία: δυσήνιος. Δυσήνιος, λοιπόν, είναι αυτός που δεν ανέχεται ηνία, γκέμια, χαλινάρια. Με άλλα λόγια, ο αδάμαστος, ο ανυπότακτος, αλλά και ο πεισματάρης, ο λίγο τζόρας.







