Ο 37χρονος Μαξ Πόρτερ είναι μέλος του διοικητικού συμβουλίου των εκδόσεων Granta, οι οποίες έρχονται σε επαφή με ό,τι πιο φρέσκο λογοτεχνικά υπάρχει στην Ευρώπη και όχι μόνο. Οταν ανακοινώθηκε πως ο Πόρτερ θα βγάλει βιβλίο, η ποιητική κοινότητα ανυπομονούσε για το τελικό αποτέλεσμα. Εξοικειωμένος με τις φόρμες της πεζογραφίας ενός μεταμοντέρνου περιβάλλοντος, γράφει ένα ελεύθερο πεζό ποιητικής έντασης και διηγηματικής φόρμας που διαθέτει αυτοβιογραφικά στοιχεία, χρησιμοποιεί εμφατικά την αλληγορία και εκπέμπει μια πηγαία συγκίνηση. Ο ανεπιτήδευτος λυρισμός της νουβέλας δεν συναντάται εύκολα στα μετα-αφηγήματα. Η ιστορία είναι απλή: ο ξαφνικός θάνατος μιας μητέρας και συζύγου αφήνει πίσω της την τραγωδία της θλίψης στον σύζυγο και στα παιδιά. Εκείνο που φέρνει τον κόσμο του ανάποδα είναι το κοράκι, που εγκαθίσταται ως μέλος της πενθούσας οικογένειας. Μια οντότητα με σάρκα και οστά, επηρεασμένη από το ομότιτλο έργο του μεγάλου άγγλου ποιητή Τεντ Χιουζ. Ο συγγραφέας μίλησε αποκλειστικά στο «Βιβλιοδρόμιο» για όλα τα θαυμαστά στο «Κοράκι», το οποίο πρόσφατα μεταφέρθηκε στο θέατρο σε σκηνοθεσία Εντα Γουόλς και πρωταγωνιστή τον Κίλιαν Μέρφι.

Εχετε γράψει μια ποιητική νουβέλα όπου πρωταγωνιστεί ένα μετα-αφηγηματικό κοράκι, άμεση αναφορά στον ποιητή Τεντ Χιουζ. Γιατί επιλέξατε αυτή τη φόρμα;

Για εμένα ήταν ο μόνος τρόπος να αφηγηθώ την ιστορία. Αρχικά συνέλαβα την ιδέα ενός τριπτύχου: κοράκι, πατέρας, παιδιά. Ετσι προχώρησα στην κατασκευή μιας αλληγορίας. Ακριβώς όπως στα παραμύθια, που λειτουργούν κόντρα στο οικείο μας περιβάλλον. Στο βιβλίο χρησιμοποιώ μια αναπαράσταση από το «Κοράκι» του Χιουζ, που γίνεται εμμονή στον πατέρα. Ενα πουλί που δονείται, πηδά από δώ και από εκεί, πετάει και κουτσουλάει όπου βρει. Παράλληλα εισβάλλει στη σφαίρα της φαντασίας των παιδιών σαν μια τρελή μπέιμπι σίτερ. Το τι σημαίνει τι δεν περιλαμβάνεται σε μία και μοναδική απάντηση.

Η νουβέλα στηρίζεται σε μια τραγωδία: τον ξαφνικό θάνατο της μητέρας και το ακόλουθο πένθος του συζύγου και των παιδιών. Τι ρόλο παίζει η απώλεια στο έργο σας;

Είναι μια ξαφνική τραγωδία που τη συνειδητοποιούν με την πάροδο του χρόνου. Διαφέρει ελάχιστα από μια μακρά νόσο. Το σύμπαν τους έχει διαρραγεί. Η συντριβή της οικογενειακής τους αρμονίας καθρεφτίζεται στον κατακερματισμό της ψυχικής τους ισορροπίας. Η γραμμή που ενώνει αυτές τις δύο καταστροφές είναι η γλώσσα. Εψαχνα να βρω μια αφηγηματική φόρμα που θα ακολουθούσε αρχικά αυτόν τον συναισθηματικό θρυμματισμό και σιγά σιγά θα συνενωνόταν με αναγνωρίσιμες, καθημερινές καταστάσεις: χιούμορ, οργή, ρουτίνα, χαρά κ.ά. Ηθελα να ξεκαθαρίσω στον αναγνώστη πως η θλίψη φτιάχτηκε επίτηδες. Για να προχωρήσει ο μύθος. Παράλληλα προσπάθησα να ορίσω τι είναι εκείνο που τους λείπει από τη μητέρα. Ποιες μυρωδιές, γεύσεις, λέξεις και μελωδίες είχαν σχέση με την εκλιπούσα. Το να απεικονίσω τη θλίψη είναι εν μέρει επώδυνο. Ομως έχουν υποτιμηθεί οι απίθανες διαστάσεις της ανθρώπινης εμπειρίας.

Ακριβώς. Το βιβλίο μοιάζει σαν μια μικρή πραγματεία πάνω στη θλίψη. Ποιες οι συνέπειές της για τον πατέρα και τα παιδιά;

Η νουβέλα είναι ένας χάρτης αυτών των συνεπειών. Θεώρησα πως ήταν σημαντικό να συμπιέσω τον χρόνο και να τον κάνω να αναπνεύσει, για να χρησιμοποιήσω μια φράση της ποιήτριας Ντενίς Ράιλι. Δεν είναι εύκολο, διότι ο χρόνος παρεκτρέπεται συχνά. Οι χαρακτήρες του βιβλίου είναι παιδιά και ενήλικοι. Προσπαθούν να θυμηθούν και ταυτόχρονα αναμένουν. Μνήμη και φαντασία. Συχνά η μία μπαίνει μέσα στην άλλη. Με αποτέλεσμα οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές να μετατρέπονται σε μυθιστοριογράφους. Συνειδητοποιούν ότι η επώδυνη νέα πραγματικότητα στην οποία ζουν παραδόξως τους παρέχει μεγάλες ελευθερίες στον τρόπο με τον οποίο θα χειριστούν την αφήγησή τους. Αυτή η νέα αφήγηση είναι το κοράκι. Μπορούν να το ξεγελάσουν, να παίξουν μαζί του, να το υποτάξουν στις επιθυμίες τους, να το τιμωρήσουν ή ακόμη και να διδαχθούν την αγάπη. Για εμένα οι ευτυχισμένοι, «νορμάλ» άνθρωποι είναι πολύ γκροτέσκ. Διότι εκεί όπου υπάρχει ο θρήνος φυτρώνει ο έρωτας.

Πόσο δύσκολο ήταν να μεταφέρετε ένα τραγικό γεγονός από τη δική σας ζωή (σ.σ. ο συγγραφέας έχασε πρόσφατα τον πατέρα του) στο χαρτί; Πότε τελικά το τραύμα περνάει στη γραφή;

Εχω την εντύπωση πως αυτό το βιβλίο έγραφα πάντα. Φυσικά έπρεπε να μεγαλώσω κάπως, να αποκτήσω παιδιά και να υπερβώ κάποιες συστολές. Αλλά το να έχεις δίδυμο αδερφό και να χάσεις τον έναν γονιό θα αποτελεί πάντα τον ιδρυτικό μύθο. Δεν ακολούθησα, ωστόσο, το μονοπάτι του ρεαλισμού. Εφηύρα έναν άνδρα και μια τραγωδία και φύτεψα δίπλα της ένα πουλί για να δω τι θα συμβεί. Τότε συνέβη το εξής: απέκτησα ξανά τη φωνή των παιδικών μου χρόνων. Συνάντησα τα παιδιά τής νουβέλας, δεν τα εφηύρα αυτή τη φορά, και ξάφνου σταμάτησα να ρίχνω ιδέες μέσα σ’ ένα άδειο πηγάδι. Αυτή η επανεκκίνηση του μύθου είναι για εμένα το τραύμα που έχει γίνει γραφή.

Ως εκδότης νιώθετε παραπάνω εκτεθειμένος εκδίδοντας το πρώτο σας βιβλίο;

Μα, φυσικά. Αλλά αγαπώ την εκδοτική διαδικασία πάνω απ’ όλα. Ξέρετε, όταν έβγαλα το βιβλίο οι συγγραφείς μου τρόμαξαν και άρχισαν να μου επιστρέφουν ό,τι συμβουλές τους είχα δώσει εγώ όλα αυτά τα χρόνια. Ενιωσα ευλογημένος. Είμαι τυχερός που βρήκα τον τρόπο να εκφραστώ.