Κύριε Διευθυντά,
Στα πανεπιστήμια και στα ΤΕΙ υπάρχουν πολλοί φοιτητές που έχουν την επιθυμία να σπουδάσουν σε υψηλό επίπεδο και σε πολιτισμένο περιβάλλον, σε ένα σύγχρονο πανεπιστήμιο εφάμιλλο των αντίστοιχων ευρωπαϊκών. Σε ένα ασφαλές περιβάλλον, όπου θα λειτουργεί απερίσπαστη η εκπαιδευτική διαδικασία, χωρίς τοξικομανείς και διακινητές ναρκωτικών, χωρίς κατασκευαστές βομβών μολότοφ, καταληψίες και τραμπούκους που κάνουν βανδαλισμούς και βιαιοπραγίες, εμπόρους λαθραίων και άλλες προστατευόμενες… δημοκρατικές δυνάμεις.
Οι μαθητές νόμιζαν ότι έδιναν εξετάσεις για να μπουν σε πανεπιστήμιο και τελικά μπήκαν σε… άσυλο!  Αφήστε που υπάρχουν και μερικοί καθηγητές που θέλουν να κάνουν μάθημα! Πείτε το εσείς ιδιοτροπία, αλλά θέλουν να διδάξουν οι άνθρωποι, να μεταδώσουν γνώση και να κάνουν έρευνα. Αυτοί οι φοιτητές και οι καθηγητές τους έχουν κανένα δημοκρατικό δικαίωμα, εκτός από το να μεταναστεύσουν στο εξωτερικό;
Η ελεύθερη διακίνηση ιδεών σε μια αστική δημοκρατία είναι δεδομένη σε όλους τους χώρους. (…) Συνεπώς, όταν όλη η χώρα σε μια δημοκρατία αποτελεί ένα «άσυλο ελεύθερης διακίνησης ιδεών», γιατί χρειάζεται ένα ξεχωριστό άσυλο στα πανεπιστήμια; Σήμερα το άσυλο το χρησιμοποιούν σαν προστασία όσοι παρανομούν ή επιδίδονται σε τραμπουκισμούς ή βανδαλισμούς μέσα στα πανεπιστήμια. Υπήρξαν μάλιστα και χαρακτηριστικά περιστατικά ξυλοδαρμού καθηγητών και εκφοβισμού φοιτητών.
Δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να διώκονται οι απόψεις και οι ιδεολογίες. Πρέπει ωστόσο να αποτρέπονται και να τιμωρούνται άμεσα οι παράνομες πράξεις. Στη δημοκρατία δεν διώκεσαι για τις ιδέες σου. Διώκεσαι όταν καταστρέφεις δημόσια ή ιδιωτική περιουσία, όταν διακινείς ναρκωτικά, όταν δέρνεις, απειλείς ή παρεμποδίζεις βίαια την εκπαιδευτική διαδικασία, που γίνεται με έξοδα του φορολογούμενου πολίτη, ή όταν καταλαμβάνεις έναν δημόσιο χώρο που δεν είναι «τσιφλίκι» σου. Επιπλέον αφού το πανεπιστήμιο είναι δημόσια περιουσία, πώς γίνεται μια «αριστερή» κυβέρνηση να μην προστατεύει τη δημόσια περιουσία που ανήκει συνολικά στον ελληνικό λαό; (…) Πώς γίνεται να διαφωνούν με την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων και να επιτρέπουν ένα καθεστώς ασυδοσίας και ανομίας που υποβαθμίζει το δημόσιο πανεπιστήμιο; Η υποβάθμιση των δημόσιων πανεπιστημίων δεν ενισχύει τη ζήτηση για ιδιωτικά; Μία από τις πολλές αντιφάσεις που κυριαρχούν σε μια χώρα όπου το αυτονόητο έχει γίνει το ζητούμενο!
Γεώργιος Χατζηαθανασίου
Ιατρός καρδιολόγος, διδάκτωρ Πανεπιστημίου Ιωαννίνων
Ο χωρισμός Κράτους – Εκκλησίας
Αξιότιμε κύριε Διευθυντά,
Στο φύλλο της Παρασκευής 2-11-2018 ο κ. Διονύσης Νασόπουλος αναφέρεται στην εξαγγελθείσα αναθεώρηση του Συντάγματος και αναδεικνύει τις σκέψεις του με οδηγό τον εκλιπόντα κορυφαίο καθηγητή του Συνταγματικού Δικαίου Δημήτριο Τσάτσο.
Ο λεγόμενος «χωρισμός» των θρησκειών – Εκκλησιών ενεφανίσθη τον 18ο και 19ο αιώνα στις προτεσταντικές χώρες (πρώτα στην Αμερική) και είναι καρπός των τότε περί κράτους αντιλήψεων και θεωριών. Είναι γνωστό ότι σήμερα για τις οικονομικές επιστήμες δεν θεωρείται σοβαρή η άποψη που επικρατούσε παλαιότερα και είχε δεχθεί τους κοινωνικούς θεσμούς ως επιβολές των τύπων της εξουσίας. Εχει γίνει από καιρό αποδεκτό πως οι θεσμοί είναι νομιμοποίηση των ανθρωπίνων αναγκών και η μοναδική παρέμβαση της εξουσίας αφορά την οριοθέτηση των λειτουργικών τους πλαισίων. Είναι η θεωρία, κατά τις σημερινές συνθήκες, της συλλειτουργίας των κοινωνικών θεσμών (fonctionnalisme).
(…) Συμπληρώνοντας το εξαίρετο άρθρο του κ. Δ. Νασόπουλου να αναφέρω εδώ ότι ο καθηγητής Δημ. Τσάτσος γράφει στο «Συνταγματικό του Δίκαιο» (σελ. 588).
«Η εκκλησιαστική και θρησκευτική ζωή συντελείται μέσα στην ίδια κοινωνία, στην οποία λειτουργούν οι πολιτειακοί θεσμοί. Συνεπώς, και η έννομη τάξη έχει την υποχρέωση, με τις θεσμικές της δυνατότητες, να παρεμβαίνει για να εξασφαλίσει και την κρατική ουδετερότητα όσο και τη θρησκευτική ελευθερία των ατόμων ή των θρησκευτικών κοινοτήτων. Γι’ αυτό και οι συνταγματικές διατάξεις, που ορίζουν τον χαρακτήρα των Εκκλησιών ως νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, παρέχουν δικαίωμα αυτοδιοίκησης στις Εκκλησίες και τις εξοπλίζουν μάλιστα με την εξουσία είσπραξης εκκλησιαστικών φόρων».
Επομένως, υπό τα δεδομένα αυτά, οι προτεινόμενες τροποποιήσεις του άρθρου 3 από την αριστερή κυβέρνηση θέτουν σε κίνδυνο τη συλλειτουργία της Ορθοδόξου Εκκλησίας, δεδομένου ότι: α) η Εκκλησία μας μια αρχή συλλειτουργίας δέχεται και αναγνωρίζει, σύμφωνα με την πολιτική θεολογία της, την αρχή της συναλληλίας ή της παραλληλίας ή ομοταξίας, β) ουδέποτε άσκησε εξουσία ή καταπίεσε άλλες θρησκευτικές ομάδες, γ) δεν ασκεί κρατική εξουσία (απόφαση Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του 1994 για την Εκκλησία).
Με τιμή
Αρχιμανδρίτης Κων/νος Ραμιώτης
πρώην δικαστής