Τελικά, η ιστορία του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών εξελίσσεται με μεγάλη ένταση σε ένα θεσπέσιο μαλλιοτράβηγμα, όπου απ’ ό,τι έχω καταλάβει μιλάνε περισσότεροι απ’ όσους τους πέφτει λόγος. Οι περισσότεροι βέβαια την πέφτουν στην κυβέρνηση. Σε μια περίοδο που η ΝΔ και ο Κυριάκος Μητσοτάκης πορεύονται με μεγάλη άνεση, με τους αντιπάλους της εξαφανισμένους, έχει κανείς την εντύπωση ότι μια συντηρητική επίθεση απειλεί μακροπρόθεσμα την πρωτοκαθεδρία της ΝΔ – κι αυτό μπορεί να καταγραφεί στις επερχόμενες ευρωεκλογές.

Ορισμένες από τις επιθέσεις αυτές είναι προσχηματικές, όπως εκείνη του Αντώνη Σαμαρά – και νομίζω ότι βοηθάει τον Πρωθυπουργό να μην επιδιώξει εκ νέου συνεννοήσεις και νταραβέρια με τον πρώην πρωθυπουργό. Ενας μοναχικός πολιτικός που αδυνατεί να κεφαλαιοποιήσει τη σημαντική εισφορά του στη χώρα, τη δύσκολη περίοδο των μνημονίων και θεωρεί ότι, ως απόμαχος, έχει νόημα να αναβιώσει τον παλιό εαυτό του, της εποχής του Μακεδονικού και του Συμπιλίδη, είναι απλώς αυτοκαταστροφικός. Πρωτίστως για τον εαυτό του και την υστεροφημία του.

Με τον Σαμαρά έχουν στοιχηθεί και ορισμένοι διανοούμενοι «του εθνικού χώρου» που, επίσης, προσπαθούν να υπάρξουν ως εθνεγέρτες. Ενας τέτοιος υποψήφιος εθνεγέρτης, το όνομα του οποίου δεν έχει καμία σημασία, ετοιμάζει την ανατροπή της ευρώδουλης νομενκλατούρας που μας κυβερνά (η εξέλιξη των Γερμανοτσολιάδων των μνημονίων), με πύρινες αναρτήσεις στο Facebook. Παραθέτω μία απ’ αυτές για να δείτε πώς, όταν κάποιος φανατίζεται, μπορεί να γίνει ταυτόχρονα ακτιβιστής της εθνικοφροσύνης, συνταγματολόγος και Ηρακλεύς της δημοκρατίας: «Αν με το κόλπο της αποχής περάσει το επίμαχο νομοσχέδιο οικογενειακού δικαίου με λιγώτερες από 151 ψήφους, θα πρόκειται για βιασμό της λαϊκής βούλησης. Αυτή είναι η ουσία και οι περίτεχνες νομοτεχνικές ψευδοσυνταγματικές ερμηνείες δεν την αλλάζουν». Γιατί το λιγώτερες με ωμέγα; Επειδή όταν κάποιος επιλέγει να δώσει αγώνα για «να γυρίσουμε πίσωωωωω», που έλεγε κι ο μακαρίτης Χριστόδουλος, εννοεί τόσο πίσω ώστε να αρχίσουμε να γράφουμε και την καταργημένη από δεκαετίες γραμματική.

Υπάρχει, βέβαια, και το θέμα του Μάκη Βορίδη. Ικανός πολιτικός και σημαντικός αγορητής, είναι αλήθεια ότι τυχόν αποχώρησή του από την κυβέρνηση επειδή δεν μπορεί να ψηφίσει το συγκεκριμένο νομοσχέδιο θα είναι πλήγμα για την κυβέρνηση αλλά και για τον ίδιο. Ο Βορίδης είναι ένας πολιτικός που άργησε να πάρει διαζύγιο από την ιδεολογία της νεανικής του ηλικίας, πράγμα που έπληξε σοβαρά την πολιτική του καριέρα, αφού έχασε πολύ και δημιουργικό χρόνο, ενώ ακόμα τον κυνηγά η νεανική εξαλλοσύνη. Κατανοώ ότι παραμένει συντηρητικός αλλά μου κάνει εντύπωση η αδυναμία του να κατανοήσει την εποχή μας. (Εκτός κι αν έχει βλέψεις να ηγηθεί της μεγάλης και σκόρπιας, υπό διάφορους ατάλαντους και χωρίς ορίζοντα ηγέτες, ακροδεξιάς αντιπολίτευσης – οπότε, ναι, η άρνησή του βγάζει νόημα).

Το συγκεκριμένο νομοσχέδιο δοκιμάζει τη συνοχή και των κομμάτων της αντιπολίτευσης. Ο Νίκος Ανδρουλάκης κατάφερε, ακόμα μια φορά, να πλακωθεί με κυβέρνηση και ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς νόημα – αφού ό,τι κι αν λέει δεν θα μπορέσει να αποφύγει την αναμέτρηση με τα προβλήματα της πραγματικότητας, για τα οποία δεν νομίζω ότι μπορεί να εμπνεύσει ευρύτερες δυνάμεις.

Κι ο Στέφανος Κασσελάκης από τη σκοπιά του, δηλώνοντας ότι θα επιβάλει κομματική πειθαρχία, κινδύνεψε να τα χαλάσει ακόμα και με τον φίλο του τον Πολάκη. Μεγάλη αναταραχή, θαυμάσια κατάσταση.