Ο πρώην αρχηγός της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών της Τουρκίας (Milli İstihbarat Teşkilatı, MIT), Χακάν Φιντάν, ένας από τους στενότερους συνεργάτες του Ερντογάν, που ηγήθηκε της MIT για 13 χρόνια, διορίστηκε υπουργός Εξωτερικών στην κυβέρνηση Ερντογάν μετά τον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών της 28ης Μαΐου 2023. Οσοι παρακολουθούν την Τουρκία ανέμεναν να αναλάβει το υπουργείο Εξωτερικών ο Ιμπραήμ Καλίν – ένας άλλος στενός συνεργάτης του Ερντογάν και πολιτικό πρόσωπο με βαθιά γνώση των διεθνών σχέσεων· η επιλογή του Φιντάν αποτέλεσε έκπληξη. Ωστόσο, δεν θα έπρεπε, καθώς ο Ερντογάν, πιθανότατα, επέλεξε με αυτόν τον τρόπο τον πιθανότερο διάδοχό του.

Ενας ιδιαίτερα αυστηρός άνθρωπος που σπάνια χαμογελά, ο Φιντάν δεν ήταν ποτέ πραγματικά «δημόσιο πρόσωπο» και, όπως θα έπρεπε να είναι ένας αρχιπράκτορας, υπήρξε για χρόνια ένας άνθρωπος στη σκιά. Μέχρι την υπουργοποίησή του, το τουρκικό κοινό δεν είχε καν ακούσει τη φωνή του. Η πρώτη του κορυφαία δημόσια θέση ήταν όταν διορίστηκε το 2003 επικεφαλής της Τουρκικής Υπηρεσίας Συνεργασίας και Συντονισμού (TİKA). Το 2007 επιλέχθηκε από τον Ερντογάν για τη θέση του αναπληρωτή υφυπουργού στη ΜΙΤ. Κατά τα χρόνια αυτά υπήρξε ένας από τους διορισμένους γκιουλενιστές μέσα στον στενό κύκλο εξουσίας. Η δημόσια ρήξη του με το Κίνημα του Φετχουλάχ Γκιουλέν έλαβε χώρα το 2011, όταν διώχθηκε από γκιουλενιστές εισαγγελείς επειδή συμμετείχε στις λεγόμενες «Συνομιλίες του Οσλο» το 2009 με το PKK ως αναπληρωτής υφυπουργός. Τότε «διασώθηκε» από τον Ερντογάν. Παρ’ όλα αυτά, οι επαφές του με τον Φετχουλάχ Γκιουλέν συνεχίστηκαν ακόμη και μετά τη ρήξη.

Η σταδιοδρομία και η εμπειρία του μέχρι σήμερα υπήρξαν εξαιρετικά πλούσιες και ποικίλες, αγγίζοντας τα υψηλότερα κέντρα εξουσίας στην Τουρκία αλλά και στο εξωτερικό. Ο Φιντάν, ακόμη και πριν γίνει υπουργός, συνόδευε συστηματικά τον Ερντογάν στα ταξίδια του στο εξωτερικό. Στην Τουρκία, αποφοίτησε από στρατιωτική σχολή ως λοχίας ειδικευμένος στις επικοινωνίες και στις πληροφορίες. Ως στρατιώτης συμμάχου χώρας στο ΝΑΤΟ είχε την ευκαιρία να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ Rapid Reaction Corps στη Γερμανία ως μέλος του επιτελείου της Διοίκησης Πληροφοριών και Επιχειρήσεων. Κατά τη διάρκεια των τριών ετών υπηρεσίας του εκεί, ολοκλήρωσε το πτυχίο του στη διοίκηση και πολιτική επιστήμη στο UMUC Europe (University of Maryland University College Europe), που έχει ιδρυθεί για να συνεχίζουν οι αμερικανοί στρατιώτες τις σπουδές τους στο εξωτερικό. Επιστρέφοντας στην Τουρκία ολοκλήρωσε το διδακτορικό του στο Πανεπιστήμιο Μπιλκέντ στην Αγκυρα με θέμα «Πληροφορίες και εξωτερική πολιτική: Συγκριτική ανάλυση των συστημάτων πληροφοριών της Βρετανίας, των ΗΠΑ και της Τουρκίας».

Παράλληλα έκανε ακαδημαϊκή έρευνα στη Διεθνή Υπηρεσία Ατομικής Ενέργειας στη Βιέννη ως μέλος του Συμβουλίου και στην Επιτροπή Αφοπλισμού των Ηνωμένων Εθνών. Ηταν ο Τούρκος «Sherpa» για τις Συνόδους Κορυφής για την Πυρηνική Ασφάλεια κατά τη θητεία του στη Βιέννη. Κατά τη θητεία του στην TİKA ταξίδεψε εκτενώς στην Αφρική και την Κεντρική Ασία, όπου ανέπτυξε στενές σχέσεις με ηγέτες και ομάδες επιρροής αποφάσεων. Ηταν, τότε, αστέρας στις «Ολυμπιάδες Τουρκικής Γλώσσας» που είχαν ξεκινήσει από το Κίνημα του Γκιουλέν. Οσον αφορά τη μακρά του θητεία στη ΜΙΤ, συνεργάστηκε φυσικά άμεσα με όλους τους ξένους ομολόγους του.

Με δυο λόγια, ο Χακάν Φιντάν δημιούργησε ένα τεράστιο δίκτυο στην Τουρκία και στο εξωτερικό, που εκτείνεται από τις ένοπλες δυνάμεις, την εθνική και διεθνή κοινότητα υπηρεσιών πληροφοριών, το ΝΑΤΟ και τα κέντρα εξουσίας των ΗΠΑ, τη διεθνή συνεργασία, έως και το Κίνημα Γκιουλέν, το οποίο, αντίθετα με ό,τι πιστεύουν οι περισσότεροι, εξακολουθεί να διατηρεί κάποια επιρροή τόσο στο εξωτερικό όσο και στην Τουρκία. Σε αυτές τις βάσεις ισχύος πρέπει να προστεθούν και ορισμένες προσωπικές λεπτομέρειες. Από την πλευρά του πατέρα του ανήκει σε μια σημαντική κουρδική φυλή (Zilan Aşireti), τα μέλη της οποίας είχαν σφαγιαστεί το 1925. Σήμερα οι Ζιλάν είναι από τις ισχυρότερες κουρδικές φυλές στην Τουρκία.

Το μοντέλο εξωτερικής πολιτικής και το ύφος διοίκησης του Φιντάν έχουν επηρεάσει άμεσα το υπουργείο Εξωτερικών της Τουρκίας. Κατά τη θητεία του προκατόχου του, του Μεβλούτ Τσαβούσογλου, η τουρκική εξωτερική πολιτική σχεδιαζόταν ανοιχτά από το προεδρικό μέγαρο μέσω του Συμβουλίου Ασφαλείας και Εξωτερικής Πολιτικής με επικεφαλής τον Ερντογάν – όπως όλα τα εκτελεστικά συμβούλια – και με τον Ιμπραήμ Καλίν ως αναπληρωτή επικεφαλής. Μετά τον διορισμό του Φιντάν, το Συμβούλιο παραμερίστηκε προς όφελος του υπουργείου και του Γραφείου του Υπουργού. Ο νέος αναπληρωτής επικεφαλής του Συμβουλίου είναι ο Τσαγατάι Κιλίτς, πρώην υπουργός, χωρίς γνώση των διεθνών θεμάτων. Οσον αφορά την εξωτερική πολιτική, η άφιξη του Φιντάν στην κορυφή του υπουργείου ταιριάζει απόλυτα με τη ριζική μεταστροφή της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής την τελευταία δεκαετία.

Πράγματι, η Τουρκία, ως διεκδικητική και επιθετική περιφερειακή δύναμη, διαμορφώνει τη διεθνή της δράση ολοένα και περισσότερο από τον στρατό και τις υπηρεσίες πληροφοριών – ιδίως υπό την ηγεσία του ίδιου του Φιντάν στο παρελθόν. Αναμενόμενα, ο υπουργός, στις πρώτες δημόσιες δηλώσεις του για ζητήματα εξωτερικής πολιτικής, μίλησε περισσότερο ως αρχηγός ΓΕΕΘΑ παρά ως κορυφαίος διπλωμάτης. Με άλλα λόγια, η μετακίνηση του Φιντάν από τη ΜΙΤ στο υπουργείο Εξωτερικών ήταν μια λογική επιλογή στο μυαλό του Ερντογάν, ο οποίος, σύμφωνα με πολιτικούς συμμάχους του από το MHP, φαίνεται να είναι υπερήφανος για την απόφασή του. Οσον αφορά τη δομή του υπουργείου, ο Φιντάν δεν την έχει αλλάξει (ακόμη). Παρ’ όλα αυτά, θα τερματίσει σίγουρα την επιρροή και τα κατάλοιπα ενός ισχυρού διπλωμάτη, του Φεριτούν Σινιρλίογλου, ο οποίος, χωρίς να είναι πολιτικός ισλαμιστής, υπήρξε ο κορυφαίος παράγοντας του υπουργείου από το 2009. Ο Σινιρλίογλου επελέγη τελικά ως γενικός γραμματέας του ΟΑΣΕ χάρη στην επιρροή της Αγκυρας.

Παράλληλα, ο Φιντάν διόρισε σε καίριες θέσεις τρεις συναδέλφους του από τη ΜΙΤ. Ο Νουχ Γιλμάζ διορίστηκε στο Κέντρο Στρατηγικών Μελετών (SAM) και αυτή τη στιγμή είναι ο πρεσβευτής της Τουρκίας στη Δμασκό.  Ο Φιντάν διόρισε επίσης τον Χατζή Αλή Οζέλ, πρώην αξιωματούχο της ΜΙΤ και ανεπιτυχόντα υποψήφιο στις βουλευτικές εκλογές με το κυβερνών κόμμα, ως γενικό διευθυντή Ανθρώπινου Δυναμικού – μια θέση που παραδοσιακά καλύπτεται από διπλωμάτες του υπουργείου. Τέλος, διόρισε τον Ουμίτ Ουλβί Τσανίκ από τη ΜΙΤ στη θέση του γενικού διευθυντή Νομικών Υπηρεσιών. Αντίστοιχα, δύο στρατηγικές θέσεις στο γραφείο του, ο διευθυντής του Γραφείου και ο ειδικός σύμβουλος, ανήκουν σε στενούς συνεργάτες του από τη ΜΙΤ. Ενας ακόμα από τους ανθρώπους του με προέλευση από τη ΜΙΤ λέγεται ότι είναι ο Κενάν Γιλμάζ, τώρα επικεφαλής της Γενικής Διεύθυνσης Πληροφοριών και Ασφάλειας. Παρομοίως, ο επικεφαλής σύμβουλός του, ο Γκιουρσέλ Ντονμέζ, προέρχεται επίσης από τους στενούς του συνεργάτες στη ΜΙΤ.

Οπως κάθε αυταρχικός ηγέτης, ο Ερντογάν φυσικά δεν έχει επιλέξει τον διάδοχό του. Εχει επίδοξους διαδόχους γύρω του, όπως τον πρώην υπουργό Εσωτερικών Σουλεϊμάν Σοϊλού, τον μικρότερο γιο του, Μπιλάλ Ερντογάν, τον γαμπρό του, Σελτσούκ Μπαϊρακτάρ, και ακόμα και την κόρη του, Σουμεγιέ Μπαϊρακτάρ-Ερντογάν. Ωστόσο, κανείς από αυτούς δεν έχει κύρος ή σεβασμό μεταξύ της βάσης του καθεστώτος και της κοινής γνώμης. Ο πιθανότερος υποψήφιος, ο Σελτσούκ Μπαϊρακτάρ, είναι μηχανικός χωρίς κύρος και εμπειρία. Το πλέον σημαντικό, κανείς από αυτούς δεν απολαμβάνει την πλήρη εμπιστοσύνη του Ερντογάν.

Ο Φιντάν ξεχωρίζει μέσα από αυτό το πλήθος. Ως ένα από τα βασικά πρόσωπα της συγκεκαλυμμένης απόπειρας πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου 2016, υπάρχει μια κρίσιμη άκρως απόρρητη σχέση μεταξύ του ιδίου και του Ερντογάν. Πολύ γρήγορα μετά τον διορισμό του ως υπουργού, η αποδοχή του Φιντάν στην κοινή γνώμη εκτοξεύθηκε. Σύμφωνα με τη MetroPOLL, που δημοσίευσε τα αποτελέσματα έρευνας μεταξύ 16 και 20 Σεπτεμβρίου 2023 σε 1.807 άτομα σε 26 πόλεις, ο Φιντάν ήταν ο πιο θαυμαζόμενος πολιτικός με 45,8%, ακολουθούμενος από τον Ερντογάν με 45,4%. Το τουρκικό κοινό, σε γενικές γραμμές, προτιμά ισχυρούς, αυταρχικούς ηγέτες, ιδιαίτερα σε περιόδους εσωτερικών και εξωτερικών κρίσεων. Η εικόνα του βελτιώθηκε έτι περισσότερο κατά τους επόμενους μήνες και χρόνια. Σύμφωνα με την εταιρεία δημοσκοπήσεων SONAR είναι ο επικρατέστερος υποψήφιος στην περίπτωση που δεν υφίσταται ως επιλογή ο Ερντογάν, καθώς και ο υπουργός με τη μεγαλύτερη αποδοχή.

Στο τρέχον προεδρικό σύστημα της Τουρκίας δεν υπάρχει πλέον θέση πρωθυπουργού. Η θέση του δεύτερου στην ιεραρχία της εκτελεστικής εξουσίας εξαρτάται από το κύρος και την πρακτική ορισμένων υπουργών. Στην προηγούμενη κυβέρνηση, αυτή η θέση καλυπτόταν από τον υπερδραστήριο υπουργό Εσωτερικών Σοϊλού, ο οποίος τώρα έχει τεθεί στο περιθώριο. Στη νέα κυβέρνηση, τη θέση αυτή αναμφίβολα κατέχει ο Χακάν Φιντάν. Εν κατακλείδι, παρόμοια με ένα σενάριο Γέλτσιν/Πούτιν – και ανάλογα φυσικά με ποικίλους παράγοντες όπως η κακή υγεία του Ερντογάν και η ολοκλήρωση του επόμενου στρατηγικού στόχου του, δηλαδή «το νέο ραμμένο στα μέτρα του σύνταγμα» – όταν έρθει η ώρα, ο πιθανότερος διάδοχος του Ερντογάν φαίνεται ότι θα είναι ο Χακάν Φιντάν.

Ο Τσενγκίζ Ακτάρ είναι καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Το τελευταίο βιβλίο του «Το τουρκικό άχθος» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Επίμετρο

Σχόλια
Γράψτε το σχόλιό σας
50 /50
2000 /2000
Όροι Χρήσης. Το site προστατεύεται από reCAPTCHA, ισχύουν Πολιτική Απορρήτου & Όροι Χρήσης της Google.