Αφήνοντας (προσώρας) το σινεμά, λέω τις επόμενες εβδομάδες να ασχοληθώ με τους ελληνικούς τίτλους ορισμένων λογοτεχνικών έργων, και μάλιστα εμβληματικών. Ξεκινώντας από τους «πυλώνες», θα έλεγα ότι ο Σαίξπηρ ευτύχησε κατά βάση στις ελληνικές αποδόσεις των έργων του, βοηθούντος βέβαια και του ότι τα περισσότερα από αυτά έχουν τίτλο απλώς το όνομα του κεντρικού ήρωα (Αμλετ, Μακμπέθ, Οθέλλος, Βασιλιάς Ληρ, Ερρίκος Στ΄, Ριχάρδος Γ΄ κ.ά.). Οσο για τους κάπως πιο απαιτητικούς ως προς τη μετάφρασή τους τίτλους έργων του, θα έλεγα ότι ο τρόπος με τον οποίο ελληνοποιήθηκαν υπήρξε εξαιρετικά επιτυχημένος. Εκείνο, ας πούμε, το «Αγάπης αγώνας άγονος», που σώζει μάλιστα την παρήχηση του αγγλικού τίτλου («Love’s Labour’s Lost»), είναι υπέροχο, όπως εξαιρετικά ζωντανό και μεταφραστικά εμπνευσμένο θεωρώ το «Η στρίγγλα που έγινε αρνάκι» για το «The taming of the Shrew», παρασάγγας καλύτερο από το άψυχο και αποστειρωμένο, μεταγενέστερο «Το ημέρωμα της στρίγγλας», απλή μεταγλώττιση του πρωτότυπου.
Για να μείνουμε στη Γηραιά Αλβιώνα, αξίζει ίσως να υπενθυμίσω ότι το έργο της Εμιλι Μπροντέ «Wuthering Heights» (1847) πρωτοεμφανίστηκε στα ελληνικά με τον τίτλο «Ο πύργος των καταιγίδων» και μόνο σταδιακά καθιερώθηκε το «Ανεμοδαρμένα ύψη», τίτλος με τον οποίο και κυκλοφορεί σήμερα από αρκετούς εκδοτικούς οίκους.
Μένοντας στο πεδίο της παλαιότερης λογοτεχνίας (αυτή του 20ού αιώνα θα με απασχολήσει στα επόμενα «Γλωσσίδια»), αξίζει να γίνει ειδική αναφορά σε δύο μείζονα έργα της γαλλικής λογοτεχνίας του 19ου αιώνα: τους «Αθλίους» (1862) του Βικτόρ Ουγκό (κάποτε θα πρέπει να τελειώνουμε με την απολύτως αυθαίρετη γραφή Ουγκώ, που δεν δικαιολογείται με τίποτα και δεν προκύπτει από πουθενά) και τους «Τρεις σωματοφύλακες» (1844) του Αλέξανδρου Δουμά Πατρός.
Αρχίζοντας από τον Δουμά, μπορώ ίσως να αντιληφθώ την αμηχανία των πρώτων ελλήνων μεταφραστών μπροστά στον τίτλο «Les trois mousquetaires». Τι να πουν στα ελληνικά; «Οι τρεις μουσκετοφόροι»; Βρήκαν λοιπόν το βολικό «σωματοφύλακες» και το κόλλησαν στον τίτλο. Εκτός των άλλων, πάντως, οι τρεις σωματοφύλακες είναι, ως γνωστόν, και… τέσσερις (Αθως, Πόρθος, Αραμις, Ντ’ Αρτανιάν).
Οσο για τους «Les misérables» του Ουγκό, που αποδόθηκαν «Οι άθλιοι», οφείλουμε να ομολογήσουμε πως ο ελληνικός τίτλος «έγραψε» (είχε άλλωστε όλα τα προσόντα για αυτό), και μάλιστα σε βαθμό ώστε κανένας δεν τόλμησε έκτοτε, ούτε θα αποτολμούσε σήμερα, να τον πειράξει. Ομως, αν θέλουμε να ακριβολογούμε, το επίθετο «άθλιος/άθλιοι» στα ελληνικά έχει σαφώς μειωτική/αρνητική χροιά, ενώ ο Ουγκό, μιλώντας για misérables, υπονοεί τους αξιολύπητους, τους κακότυχους, τους δύσμοιρους.
Η έμμηνος ρήση
Το απόλυτο: να ποιος είναι ο εχθρός μου.
Αντρέ Ζιντ







