Το 1969 πέρασα τις χειρότερες χριστουγεννιάτικες διακοπές της ζωής μου. Οι πολύτιμες 17 μέρες των διακοπών, μετρημένες μαζί με τα Σαββατοκύριακα που τις τοκίζουν, καταστράφηκαν. Η βροχή ξεκίνησε το απόγευμα της πρώτης μέρας. Εβρεξε 15 μέρες συνεχώς. Σαν σε χωριό του Γκαμπριέλ Γκαρθία Μάρκες. Σηκώθηκε δε και μια πολυήμερη «προβέτζα», με τεράστια κύματα, που έκοψαν τον παραλιακό δρόμο του Καρλοβασίου και ανέβασαν, βουνά, τα βότσαλα της παραλίας, στις αυλές των σπιτιών. Μια καταραμένη θύελλα δύο εβδομάδων πάνω στις διακοπές. Πού να παίξεις; Τι; Τρέχαμε τα αδέλφια μέσα στο σπίτι, κρυβόμασταν στα σμυρναίικα έπιπλα, τρόμαζε ο ένας τον άλλον, πλήτταμε αφόρητα. Εβλεπα με συντριβή το πλημμυρισμένο χωράφι, τον έρημο δρόμο και το ημερολόγιο που έτρεχε κατατρώγοντας μέρες διακοπών, ώρες μπάλας, και εξαίσιας ματωμένης πάλης στους αγρούς. Τι μένει σ’ έναν μαθητή; Να περιμένει ν’ ανοίξει το σχολείο; Μόνο; Τα επιτραπέζια τα βαριόμουν, πόση μονόπολη, πόσο στρατέγκο ή σκάκι; Πώς συγκρίνεται η σκέψη για τον ίππο, με το να ρίξεις μια σφαλιάρα στον ανυποψίαστο Νίκο και να σε κυνηγήσει για να παλέψετε μέχρι αίματος; Πώς συγκρίνεται το φτωχό Σαχ, μ’ ένα κόψιμο αντιπάλου μέσα «στην περιοχή», με μια ντρίμπλα, με ένα φαλτσαριστό σουτ; Η χούντα, ο Παπαδόπουλος, ο Παττακός, η σύλληψη του πατέρα, δεν ήταν τίποτα μπροστά στη μεγάλη βροχερή καταστροφή των διακοπών. Η βροχή ήταν μεγάλο γεγονός, όχι γιατί έπεφτε, αλλά γιατί αφαιρούσε. Ηταν σημαντική γιατί δεν ολοκληρώθηκε η συλλογή των ελαίων, γιατί τα καταστήματα νεωτερισμών δεν πούλησαν εμπόρευμα, γιατί δεν βγήκαν οι αλιείς για δουλειά, γιατί σταμάτησε η αστική συγκοινωνία λόγω του κομμένου παραλιακού. Η βροχή ήταν σημαντική γιατί απαγόρευσε αυτό που συμπλήρωνε ευεργετικά τις σχολικές εργασίες. Γιατί αφαίρεσε τα αποθέματα μαθησιακής αντοχής. Τα παιδιά της εποχής, είχαν μάθει στην αληταρία. Οπως εξάλλου και οι «Αθηναίοι» που πλακώνονταν στη Φωκίωνος Νέγρη δίπλα στο σιντριβάνι με τα χρυσόψαρα. Τα παιδιά χρησιμοποιούσαν ως κεντρικό εκφραστικό τους μέσον, το σώμα, τη σκέψη διά του σώματος. Η τεράστια πνευματική αλλαγή που συντελέστηκε, ιδίως τα τελευταία χρόνια, μετέβαλε σε δράση τον ίδιο τον κλειστό χαρακτήρα του διαμερίσματος. Τα Νέα Μέσα διέσπασαν τη συνθήκη του μοντέρνου κινήματος, έγιναν οι αλάνες, η απειρότητα, που αψηφά το κλίμα, ανασυνθέτει τον τόπο, διαστέλλει τον χρόνο. Δεν υπάρχουν επικράτειες δημόσιου και ιδιωτικού χώρου, διακοπών, εργασίας, δικαίου. Ο καταμερισμός, η διανομή ζωνών εργασίας, ψυχαγωγίας, ύπνου έχει ξεπεραστεί. Η βροχή έχει ξεκινήσει απ’ τις μετεωρολογικές ιστοσελίδες, έτσι κι αλλιώς δεν ενοχλεί αφού είσαι σε ένα γενικό εντός.

Η μπάλα παίζεται ούτως ή άλλως στα πλήκτρα, το σώμα εικονογραφείται, εκδίδεται, δεν μετέχει. Το κείμενο μοιάζει με γέρικη γκρίνια για το ότι «άλλαξε ο κόσμος κι εμείς κείνα τα χρόνια». Στην πραγματικότητα έχω ανάγκη αυτή τη βροχερή, θυελλώδη αποτροπή, το κλιματικό εμπόδιο στη χαρά, τη διάρρηξη της δημόσιας δράσης. Αναπολώ το ατύχημα, τη θραύση που συγκολλά τα ασύνδετα. Που εμπλουτίζει με πόθο τις μέρες της ανελέητης ζωής.

Ο Δημήτρης Σεβαστάκης είναι βουλευτής Σάμου του ΣΥΡΙΖΑ και πρόεδρος της Διαρκούς Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων