Σε μια διάσκεψη Τύπου (κάπου το 1975) ρώτησαν τον «πρωθυπουργό της εισβολής» Μπουλέντ Ετζεβίτ εάν έχει διαφοροποιηθεί (και πώς) η εθνική πολιτική της χώρας του στο Κυπριακό και στα Ελληνοτουρκικά γενικότερα. Η απάντησή του υπήρξε άκρως ενδεικτική. Λέγοντας δηλαδή στους ερωτώντες ότι: «Δεν υπάρχει αυτό που εσείς αναφέρετε ως εθνική πολιτική στην Αγκυρα για τέτοια ζητήματα. Γι’ αυτά υπάρχει κρατική πολιτική της Τουρκίας» (sic).

Και βεβαίως δεν ελογόπαιζε. Το εννοούσε. Και επεξηγούσε χονδρικά ότι η εθνική πολιτική μπορεί να διαμορφώνεται αναλόγως (κι επομένως να διαφοροποιείται) από τους εκάστοτε διαχειριστές της. Οι οποίοι έρχονται και παρέρχονται. Η κρατική όμως πολιτική διέπεται αυτονοήτως από δυναμικές συνέχειας. Την οποία διασφαλίζουν περισσότερο οι μονιμότερες πολιτειακές «σταθερές». Οι μηχανισμοί δηλαδή του «βαθέος κράτους». Που είναι συνήθως οι πιο αναλλοίωτοι.

Οσοι ακριβώς παρακολουθούν τη διαχείριση τέτοιων κομβικής σημασίας υποθέσεων από την Αγκυρα θα το διαπιστώσουν άμεσα. Και πρώτοι εμείς. Καθώς όποιοι (και όπως) και αν κυβερνούν εκεί κινούνται συνήθως σε σταθερές συντεταγμένες. Με βάση διαχρονικούς προγραμματισμούς. Και σχεδιασμούς που ανάγονται σε βάθος χρόνου. Κυρίως όμως με αμετάβλητες τις κεντρικές (και συνήθως εθνικιστικές) στοχοθεσίες. Ορα Κυπριακό. Που αυτές τις μέρες βρίσκεται στο προσκήνιο, λόγω επετειακών επισημάνσεων. Με το (μεσήλικο ήδη) μεταπραξικοπηματικό δράμα να συμπληρώνει 42 χρόνια. Και «να πιάνει» από σήμερα τα σαράντα τρία:

1. Με την de facto γεωπολιτική διαίρεση αδιαφοροποίητη να εμπεδώνεται και να αποβαίνει τελεσίδικα (με διεθνή αποδοχή και δυστυχώς ενθάρρυνση) βάση τής υπό αναζήτηση λύσεως. Γιατί αυτό ακριβώς σημαίνει τελικά «Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία». Που θα συγκροτηθεί από δύο «πολιτικώς ισότιμα συνιστώντα κρατίδια» (constituent states). Με ό,τι αυτό σημαίνει. Και σημαίνει θεσμική μετεξέλιξη μέρους των τετελεσμένων! Οπως και αν μεταφράσουμε τα τεκταινόμενα και τα επερχόμενα.

2. Με τις δημογραφικές πραγματικότητες να ανατρέπονται σχεδόν σιωπηρά, πλην ταχυρρύθμως και άρδην! Καθώς η Αγκυρα επιταχύνει τον εποικισμό. Αφενός διεμβολίζοντας την ίδια την τουρκοκυπριακή κοινότητα. Με τους γηγενείς να αποτελούν ήδη καταθλιπτική μειοψηφία στα κατεχόμενα. Και αφετέρου δημιουργώντας νέες πληθυσμιακές ισορροπίες έναντι της ελληνοκυπριακής (προς το παρόν) πλειονότητος. Που εάν δεν κατοχυρωθεί θα διολισθήσει συν τω χρόνω σε ήσσονα θέση. Με άμεσο τον κίνδυνο απορριζώσεως του Κυπριακού Ελληνισμού από τη φυσική του γεωγραφία.

3. Με νέα τετελεσμένα επί του εδάφους, που δημιουργούν ήδη (και ενεργοποιούν άμεσα) σαφώς προσαρτησιακές δυναμικές! Οι οποίες σε δεδομένη στιγμή θα επιστεγάσουν μίαν εκ των πραγμάτων de jure γεωπολιτική ενοποίηση των κατεχομένων με την Τουρκία. Γιατί αυτή τη στοχοθεσία προάγει ευθέως η σύνδεση αυτών των εδαφών με υποθαλάσσιους υδραγωγούς και καλωδιακή ζεύξη.

Και μια ουσιώδης παρέκβαση: όλα όσα βιώνουμε σήμερα επί κυπριακού εδάφους ακολουθούν κατά γράμμα το διαβόητο σχέδιο Νιχάτ Ερίμ. Που από τα μέσα της δεκαετίας του ’50 εκπονήθηκε δίκην «οδικού χάρτου» και στη βάση «επανακτήσεως της Κύπρου» εφόσον οι Ελληνες είχαν βάλει πλώρη για Ενωση με την Ελλάδα. Το σχέδιο λοιπόν Ερίμ αποτέλεσε (και συνεχίζει να αποτελεί) το σταθερό πλαίσιο της τουρκικής στρατηγικής στο συγκεκριμένο ζήτημα. Και σε αυτό ενέχει όλως ιδιαίτερη σπουδαιότητα το σκεπτικό που επισημαίνεται ως η «Πέμπτη Φάση» για την ολοκλήρωση της υπό ανέλιξη στοχοθεσίας.

Σύμφωνα λοιπόν με το έγγραφο Ερίμ: Ολες οι ενέργειες της Τουρκίας και αφού πρώτα επετυγχάνετο η δημιουργία εδαφικού προγεφυρώματος (κάτι που έγινε με το σιαμαίο έγκλημα πραξικοπήματος και εισβολής) θα έπρεπε να επικεντρωθούν στη ριζική διαφοροποίηση των δημογραφικών ισοζυγίων! Δημιουργώντας τις αναγκαίες συνθήκες και προϋποθέσεις, που θ’ ανέστρεφαν την πληθυσμιακή αναλογία στη μεγαλόνησο. Κατά τρόπο που η τουρκοκυπριακή πλευρά θα εξέφευγε από την κατάσταση μειονότητος!

Αυτό ακριβώς προάγεται σήμερα. Και αφού μάλιστα, πέραν του εδάφους, έχει διασφαλισθεί ως αποδεκτό απ’ όλους το γεγονός της «πλήρους πολιτικής ισότητος» της τουρκοκυπριακής κοινότητος (και όχι πλέον μειονότητος) ως συνεταίρου του κυοφορούμενου διζωνικού πολιτειακού μορφώματος. Με την Τουρκία να κυριαρχεί διά πληρεξουσίων στον Βορρά. Και να κηδεμονεύει στρατηγικά τον κυπριακό Νότο. Υπό το βάρος του πληθυσμιακού της όγκου αφενός και της περιφερειακής της ισχύος αφετέρου. Να μην αυταπατόμεθα.

Ως κατακλείδα: Για όσους η μνήμη διατηρεί τη γενναιοφροσύνη της αυτοσκοπήσεως, το πάθημα επιβάλλεται να αποβεί (έστω και αργά) μάθημα. Πριν επαναληφθεί επί τα χείρω.