Η σάλσα, οι U2, ο Ατλαντικός Ωκεανός και 7.389 χιλιόμετρα χωρίζουν τη Βενεζουέλα από την Ιρλανδία.Λατινοαμερικάνικο «αίμα» τρέχει στις φλέβες της μπολιβαριανής κρατικοδίαιτης και πολύ πλούσιας σε πετρέλαιο οικονομίας. Ψυχρό νεοφιλελεύθερο, στο ιρλανδικό οικονομικό μοντέλο. Δύο κόσμοι διαφορετικοί που απασχόλησαν όμως έντονα τους Ελληνες, ως παραδείγματα προς μίμηση και προς αποφυγήν, τις πιο δύσκολες ημέρες της κρίσης.

Οι εικόνες των εκατοντάδων χιλιάδων ιρλανδών απολυθέντων έδειχναν για πρώτη φορά στους Νοτιοευρωπαίους –αρχές του 2010 –το σκληρό πρόσωπο του Μνημονίου και της τρόικας. Και έριξαν λάδι στην οργή των Αγανακτισμένων της Πλατείας Συντάγματος που ύψωναν τις σημαίες της Αργεντινής και της Βενεζουέλας ως πρότυπα απεξάρτησης από τους «τοκογλύφους» ξένους πιστωτές τους.

Σήμερα, έξι χρόνια μετά το ξέσπασμα της πιο βίαιης σύγχρονης οικονομικής κρίσης που έχει γνωρίσει ο πλανήτης, η ζωήκάνει τον λογαριασμό για την Ιρλανδία και για τη Βενεζουέλα. Επειτα από βουτιά – σοκ κατά 11% στην οικονομία της τα πρώτα δύο χρόνια της κρίσης, η Ιρλανδία άρχισε να ανακάμπτει και σήμερα είναι η ταχύτερα αναπτυσσόμενη χώρα της Ευρώπης. Το ιρλανδικό ΑΕΠ το δεύτερο τρίμηνο του έτους έκανε άλμα 7,7%. Σε μεγάλο βαθμό, η επίδοση αυτή προήλθε από την αύξηση των εξαγωγών και την εντυπωσιακή άνοδο των επενδύσεων στην ιρλανδική οικονομία κατά 9,1%. Φυσικά η γεωγραφική θέση της χώρας, οι ιδιαίτερες σχέσεις με τη Βρετανία και τις ΗΠΑ σε συνδυασμό με το ιδιαίτερα ευνοϊκό φορολογικό καθεστώς για τις ξένες επενδύσεις (τα κέρδη φορολογούνται με συντελεστή 12,5%) βοηθούν τον πληγωμένο κέλτικο τίγρη. Μόνο το υψηλό ποσοστό ανεργίας (15%) εξακολουθεί να αποτελεί πληγή για την βορειοευρωπαϊκή αυτή χώρα που πρώτη βγήκε από τον ασφυκτικό κλοιό του Μνημονίου.

Η Βενεζουέλα αντίθετα, υπό τον πρόεδρο Νικολάς Μαδούρο, διάδοχο του Τσάβες, πρέπει να πληρώσει 7 δισ. δολάρια για αποπληρωμές του χρέους της ώς το τέλος Οκτωβρίου. Και πολλοί αμφιβάλλουν αν η κυβέρνηση διαθέτει τα μέσα να το κάνει. Το φάντασμα της χρεοκοπίας μοιάζει όλο και πιο απειλητικό για τη λατινοαμερικάνικη οικονομία που, αν και διαθέτει τρομακτικά αποθέματα σε πετρέλαιο, παρουσιάζει μεγάλες ελλείψεις βασικών προϊόντων στην αγορά, πυροδοτώντας εκρηκτικές κοινωνικές αντιδράσεις. Το σύστημα διακυβέρνησης σε συνδυασμό με την άρνηση της κυβέρνησης να υιοθετήσει μια ρεαλιστικότερη ισοτιμία μεταξύ του δολαρίου και του βενεζουελάνικου μπολίβαρ έχει εκτινάξει τη μαύρη οικονομία, όπως περιγράφει ο «Εκόνομιστ». Είναι ενδεικτικό ότι στη μαύρη αγορά η σχέση αυτή είναι 1 δολάριο για κάθε 90 μπολίβαρ. Στην επίσημη έχει καθοριστεί σε 6,3 δολάρια για 50 μπολίβαρ σε μια αγωνιώδη προσπάθεια της κυβέρνησης να αυξήσει τα έσοδα από τις εξαγωγές πετρελαίου που αντιστοιχούν στο 97% των διεθνών εισπράξεων της χώρας. Τα έσοδα από τα πετροδολάρια και το τύπωμα χρήματος καλύπτουν το έλλειμμα του προϋπολογισμού που εκτινάχθηκε στο 17,2% τον περασμένο χρόνο. Η πολιτική αυτή όμως γεννά υπερπληθωρισμό που τρέχει σε επίπεδα ρεκόρ 60% ετησίως και ροκανίζει τα λαϊκά εισοδήματα.

Και η Ελλάδα που βιώνει το πιο σκληρό Μνημόνιο; Βεβαίως, η χώρα μας δεν είναι Ιρλανδία που για δεκαετίες πριν από την κρίση είχε επενδύσει στην έρευνα και στην καινοτομία, και είχε γίνει πόλος έλξης πολυεθνικών. Και δεν πρόκειται να γίνει ούτε Βενεζουέλα.

Μπορεί όμως με μια οικονομική πολιτική που θα στηρίζεται στην κοινή λογική και στους κανόνες της αγοράς να αναπτύξει τα δικά της πλεονεκτήματα, όπως ο τουρισμός, η ενέργεια η μεσογειακή διατροφή, και να βγει οριστικά από το τούνελ.