Πέρυσι τέτοιον καιρό, το μέλλον της ελληνικής οικονομίας παιζόταν σε στοιχήματα. Και πλεκόταν σε σενάρια.

Το δημοφιλέστερο ήταν το σενάριο της Ιφιγένειας. Οπου η Ελλάδα ύστερα από μια κοινωνική έκρηξη, έναν εκτροχιασμό ή με μια ελαφρά ώθηση από τους κυνικότερους των εταίρων της, θα βρισκόταν στο κενό, εκτός ευρωζώνης. Το σενάριο αυτό, είναι φανερό ότι έχει καεί πια.

Το δεύτερο σενάριο που έπαιζε δυνατά, ήταν το «τέλος του ευρώ». Οι διασημότεροι των διεθνών αναλυτών είχαν προβλέψει πως το τέλος θα έχει επέλθει πριν από τα Χριστούγεννα του 2012. Ο Πολ Κρούγκμαν παραδέχθηκε ότι είχε υποτιμήσει την «ισχυρή πολιτική βούληση» των Ευρωπαίων να διατηρήσουν τη νομισματική τους ένωση, ακόμη και κόντρα στη λογική της οικονομίας. Μένει να δούμε αν αυτή η «πολιτική βούληση» είναι αρκετά ισχυρή ώστε να βγάλει την Ευρώπη από τον δογματικό μονόδρομο της λιτότητας και να δώσει ώθηση σε διαδικασίες ομοσπονδιοποίησης και τραπεζικής ενοποίησης. Αλλιώς, αργά ή γρήγορα, το σενάριο θα αναβιώσει.

Προς το παρόν, πάντως, το δημοφιλέστερο είναι το αντιδραματικό σενάριο της εξομάλυνσης. Η ευρωκρίση, χωρίς να γιατρευτεί, θα πάψει να απειλεί τις «συστημικές οικονομίες» του ευρώ. Η παρέμβαση της ΕΚΤ θα ελέγξει τη μετάδοσή της. Η ευρωπαϊκή οικονομία θα «ιαπωνοποιηθεί». Και η ελληνική οικονομία θα ανακόψει, κάπου προς τα τέλη του 2013, την ελεύθερη πτώση της και μια χλωμή, σαν βόρειο φως, ανάκαμψη θα αρχίσει να αχνοφαίνεται στα μέσα του 2014.

Αυτή είναι πια η επίσημη πρόβλεψη του ΔΝΤ. Αυτή είναι και η ελπίδα που παρουσιάστηκε από τον Αντώνη Σαμαρά στο διάγγελμα της περασμένης Δευτέρας, ως φως στο τούνελ.

Καλό σενάριο; Αν συγκριθεί με τα σενάρια ολικής καταστροφής, που έπαιζαν πέρυσι, ασφαλώς ναι. Αλλά, προσοχή: μπορεί το σενάριο να περιέχει ένα χλωμό φως. Αλλά το τούνελ ενδέχεται να αποδειχθεί ανυπόφορα και επικίνδυνα μακρύ.

Το πρόβλημα μπορεί εύκολα να συνοψιστεί σε έναν αριθμό, σε ένα στατιστικό δεδομένο: η Ελλάδα, η χώρα με τον υψηλότερο ρυθμό αύξησης της ανεργίας στην Ευρώπη, έχει φθάσει σε ποσοστά ανεργίας 27% και σχεδόν 60% για τις ηλικίες 15-24 ετών.

Εφιαλτικό; Ναι, αν συνυπολογίσει κανείς ότι η Ελλάδα και προ κρίσης είχε το πανευρωπαϊκό ρεκόρ στη νεανική ανεργία.

Το 2007, την τελευταία προ κρίσης χρονιά, στη μεν Ευρώπη τα ποσοστά ανεργίας των νέων ήταν κατά μέσο όρο στο 13%, στην Ελλάδα όμως ήταν σχεδόν διπλάσια, πολύ πάνω από το 20%. Εκτοξεύθηκαν στο 50% στα τέλη του 2011 και στο 60% φέτος. Η εκτόξευση οφείλεται στην κρίση, στο Μνημόνιο και τα λοιπά. Αλλά σε τι οφείλεται το γεγονός ότι και τις καλύτερες χρονιές της προηγούμενης δεκαετίας, τότε που δέναμε τα σκυλιά με δανεικά λουκάνικα και η Ελλάδα εμφανιζόταν να κατέχει το ρεκόρ στους ονομαστικούς ρυθμούς ανάπτυξης, ακόμη και τότε νέες θέσεις εργασίας το καχεκτικό, παρασιτικό παραγωγικό μας μοντέλο δεν γεννούσε; Γιατί, ακόμη και στην καλύτερη χρονιά, το 2003, ενώ περίπου 80.000 νέοι και νέες βγήκαν στην αγορά εργασίας, οι νέες θέσεις που δημιουργήθηκαν ήταν μόλις 42.000;

Το εφιαλτικό λοιπόν ερώτημα είναι: ακόμη και αν η ελληνική οικονομία επιστρέψει σε ρυθμούς ανάπτυξης ανάλογους με εκείνους που γνώρισε στο πρώτο μισό της προηγούμενης δεκαετίας, πόσα χρόνια θα χρειαστούν για να απορροφηθούν οι νέοι και οι νέες που είναι σήμερα άνεργοι; Δέκα; Δεκαπέντε; Περισσότερα; Και τι νόημα θα είχε για έναν σημερινό 25άρη η υπόσχεση πως όταν θα σαρανταρίζει, κάτι θα βρεθεί και για αυτόν στην αγορά εργασίας; Και τι θα του έχει απομείνει από γνωστικό κεφάλαιο, εργασιακές δεξιότητες, ζωή έως τότε;

Κάπως έτσι, ακόμη και το σενάριο που σήμερα εμφανίζεται ως φως στο τούνελ, το σενάριο μιας συγκρατημένης ανάπτυξης, κινδυνεύει να εξελιχθεί σε σενάριο κοινωνικής και πολιτικής καταστροφής. Εκτός αν η Ελλάδα καταφέρει στο μεταξύ να αλλάξει εκ θεμελίων δημόσια διοίκηση, πολιτικά ήθη και –προπάντων –παραγωγικό μοντέλο. Αλλά αυτό δεν είναι σενάριο. Είναι ένα δύσκολο στοίχημα, που δεν βλέπω και πολλούς διατεθειμένους να το αναλάβουν.