Στο κύριο άρθρο των New York Times για την επίθεση στον Μαραθώνιο της Βοστώνης δεν υπάρχει ίχνος συναισθηματικής έξαρσης. Πρόκειται περισσότερο για μια σύνοψη των γεγονότων από την οποία απουσιάζουν ο πόνος, η οδύνη, η οργή ή οτιδήποτε άλλο θα μπορούσε να εκβιάσει το συναίσθημα του αναγνώστη. Μόνο στο τέλος μπορεί να διακρίνει κανείς μια κάποια φόρτιση. Τη βρίσκει στην πεποίθηση της εφημερίδας ότι ο Μαραθώνιος θα γίνει και του χρόνου και τότε οι συμμετοχές θα είναι διπλάσιες, ο κόσμος που θα παρακολουθεί και θα επευφημεί την προσπάθεια των αθλητών θα είναι ακόμη περισσότερος.

Αυτή είναι η μοναδική απάντηση μιας υγιούς κοινωνίας των πολιτών απέναντι στον τρόμο. Είναι η ίδια στέρεη και αποφασιστική απάντηση που έδωσαν οι Νορβηγοί στον ακροδεξιό Αντερς Μπρέιβικ μετά το μακελειό στο νησάκι Ουτόγια. Το τυφλό μίσος δεν θα τους έκανε να μισήσουν, η ανοικτή κοινωνία τους δεν θα υπέκυπτε στην εσωστρέφεια. Η πραγματική καταδίκη του Μπρέιβικ ήταν αυτή και όχι τα 22 χρόνια που θα περάσει κλεισμένος στη φυλακή. Αυτή θα είναι και η ήττα των δραστών της τυφλής επίθεσης στη Βοστώνη: ένας Μαραθώνιος με περισσότερους δρομείς, με περισσότερους θεατές.

Υπάρχει ένας επιπλέον λόγος για τον οποίο η απάντηση δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετική. Οπως σημειώνει ο μαραθωνοδρόμος και πανεπιστημιακός Ρότζερ Ρόμπινσον στην Guardian, ο μαραθώνιος είναι το μοναδικό άθλημα στον κόσμο στο οποίο όταν ένας αθλητής πέφτει κάτω από την κούραση οι συναθλητές του σπεύδουν να τον σηκώσουν, το μόνο που είναι ανοικτό στον καθένα ανεξάρτητα από το φύλο του, την ηλικία του, το χρώμα του δέρματός του ή την καταγωγή του.

Είναι κάπως παράδοξο το γεγονός ότι στη χώρα όπου γεννήθηκε ο Μαραθώνιος δεν θυμήθηκε κανένας την τεράστια συμβολική αξία του. Είναι αποτρόπαιο ότι στην ίδια χώρα επέστρεψε το φάντασμα του «καλά να πάθουν», αυτό το πανηγύρι χαιρεκακίας και μαγκιάς που στήθηκε την 11η Σεπτεμβρίου πασπαλισμένο με μπόλικη συνωμοσιολογία. Είναι θλιβερό ότι οι ίδιοι άνθρωποι που θεωρούν ότι ο λαός, ο δικός τους λαός, δεν έχει καμία ευθύνη ποτέ και για τίποτε, πιστεύουν με τυφλό φανατισμό πως είναι άξιο τιμωρίας ένα 8χρονο παιδί για τα κρίματα της χώρας του. Και είναι αποθαρρυντικό ότι οι ίδιοι άνθρωποι που αποστρέφονται τους ξερούς αριθμούς, τους χρησιμοποιούν ως μοναδικό κριτήριο αξιολόγησης των ειδήσεων: «22 νεκροί στο Αφγανιστάν, 2 στη Βοστώνη» έγραψε ένας συνάδελφος στο twitter με τον κυνισμό της κοινοτοπίας του κακού.

Αυτή τη φορά το φάντασμα πλανιέται πάνω από τα σόσιαλ μίντια. «Δεν θα ανεχθώ άλλη ανοησία, η πόρτα κλείνει», προειδοποιεί μια φίλη στον μικρόκοσμό μας στο facebook. Και μια άλλη εξεγείρεται: «Δεν επιτρέπω σε κανέναν να μου λέω πως ξεχωρίζω τους νεκρούς ή ζυγίζω την αξία της ζωής». Δίκιο έχουν. Πουθενά αλλού μια τραγωδία δεν γίνεται η πρώτη ύλη του οχετού.