ανακοίνωση. «Επειδή, ως γνωστόν, στον τόπο μας μόνον οι νεκροί δεν πεθαίνουν ποτέ, η διοίκηση του Ιδρύματος παρακαλεί όσους ασφαλισμένους ανήκουν στην κατηγορία αυτή να ευαρεστηθούν να συμπληρώσουν το συνημμένο δελτίο απογραφής. Θέμα τυχόν ποινικών ευθυνών δεν τίθεται για κανέναν. Οι νεκροί, όταν συμβαίνει να είναι ζωντανοί, μετέχουν διπλά της ημετέρας παιδείας, που συνοψίζεται στο «άρπαξε να φας και κλέψε να ‘χεις». Προς τιμήν τους μάλιστα το Ιδρυμα, με σχετική κυβερνητική εξουσιοδότηση, προτίθεται να ανεγείρει μνημείο. Είναι κάτι που τους οφείλει η Λαϊκή Δημοκρατία των Μικρομεσαίων νεκροζώντανων που λέγεται Ελλάδα. Επίσης, δεν υπάρχει περίπτωση να χάσει κανείς συνταξιούχος τη σύνταξή του όπως και κανείς δημόσιος υπάλληλος τη θέση του. Αυτό ας το ‘χει υπόψη της η τρόικα με την οποία επαναδιαπραγματευόμαστε στον ύπνο μας. Ευχαριστούμε για την προσοχή σας και συγγνώμη για την ενόχληση».

βουνά. Ψυχολογικά οι Ελληνες δεν έχουν κανέναν λόγο να μην τα έχουν πάρει ήδη. Μήπως ήρθε η ώρα να τα πάρουν και πρακτικά; Παράδειγμα: ο καύσων. Υπάρχει καλύτερο αντίδοτο για τον καύσωνα από το σχετικά μεγάλο υψόμετρο και, άρα, από το βουνό; Ξέρω βέβαια ότι η άποψη αυτή με φέρνει αντιμέτωπο με το κυρίαρχο στερεότυπο της τηλεοπτικής ενημέρωσης («Πολλοί ήταν οι Αθηναίοι, Θεσσαλονικείς, κ.τ.λ., που αναζήτησαν λίγη δροσιά στις κοντινές παραλίες»), αλλά τι να κάνουμε; Οι πρόγονοί μας, πριν τα βουνά δυσφημιστούν συμβολικά λόγω εμφυλίου πολέμου, το ήξεραν πολύ καλά αυτό: αν θες να αντιμετωπίσεις τα καύματα του θέρους, όλοι οι δρόμοι οδηγούν στα όρη. Μεταπολεμικά, βεβαίως, επικράτησε το πρότυπο του παραλιακού, θαλάσσιου, νησιωτικού τουρισμού – και όχι μόνο για τους ξένους. Οι διακοπές των Ελλήνων συνδέθηκαν με το υγρό στοιχείο. Τώρα, όμως, που η χώρα ξαναφτιάχνεται, δεν είναι σκόπιμο να ξανασκεφτούμε το ισοζύγιο μεταξύ βουνού και θάλασσας; Η παραλία είναι το ιδεώδες σκηνικό για την επίδειξη της αλκής και της ζωτικότητάς μας, δεν αντιλέγω. Ομως, με τόσο ξύλο που ‘χουμε φάει και εξακολουθούμε να τρώμε καθημερινά, δεν μας χρειάζεται και ολίγη περισυλλογή; Υπάρχει ιδανικότερο πλαίσιο για κάτι τέτοιο από το βουνό και το δάσος; Με σύνθημα, λοιπόν, «ο δαρμένος το βουνό δεν το φοβάται» πρέπει να αρχίσει μια εκστρατεία ανόρθωσης του φρονήματος του ελληνικού λαού. Ασε που, από μια τέτοια επιλογή, μπορεί να προκύψουν και κάποια παράπλευρα οφέλη: να μάθουμε να σιωπούμε, φέρ’ ειπείν, πεζοπορώντας, ορειβατώντας, περιπατώντας ή απλώς ατενίζοντας το μυστήριο των ορεινών όγκων, την τεθλασμένη γραμμή των τοπίων (πράγμα που, πέραν των άλλων, ενδέχεται να μας φέρει πιο κοντά και στους βορειοευρωπαίους εταίρους μας, που τώρα ισχυρίζονται ότι δεν μας καταλαβαίνουν). Ή, αντιθέτως, να εκβάλλουμε ακατάληπτες στεντόρειες κραυγές, που να μεταφέρουν όλη την ενέργεια του σιχτιρίσματος που κουβαλάμε, και να εισπράττουμε μόνον εμείς τον αντίλαλό τους χωρίς τον κίνδυνο να ενοχλήσουμε τυχόν παρακείμενους άλλους – λουόμενους, παίκτες τένις, χρήστες ξαπλωστρών. Oσο για την τροφοδοσία της τηλεόρασης με τις δέουσες εικόνες, όλα είναι υπόθεση συνδυασμού κατάλληλης σκηνοθεσίας και σύγχρονης τεχνολογίας. Χάρη σ’ αυτόν, μην αμφιβάλλετε, είναι θέμα χρόνου να απολαύσουμε στους δέκτες μας μπικινοφορούσες αιθέριες υπάρξεις να οδοιπορούν στις κορυφογραμμές της Πίνδου σαν αντάρτισσες του Δημοκρατικού Στρατού, σε «αναζήτηση λίγης δροσιάς», εννοείται.

γκιλοτίνα. Ας είναι έτοιμος να την αντιμετωπίσει όποιος θα έχει το θράσος να υπογράψει την πρώτη αποκρατικοποίηση. Τα πράγματα είναι πολύ σοβαρά. Τι νομίζετε; Εδώ δεν παίζουμε τη Μεταπολίτευση, παίζουμε την ίδια τη Γαλλική Επανάσταση. Καιρός ήταν. Στην παρούσα εκδοχή δεν έχουμε βέβαια αστούς εναντίον ευγενών και αριστοκρατών αλλά Μικρομεσαίους νεκροζώντανους (βλ. λήμμα «Ανακοίνωση») εναντίον κατσαπλιάδων ψευτοαστών. Ωραίο πράμα!

παραίτηση. Ο Μιχαλάκης (όπου Μιχαλάκης = το αρχέτυπο του πολιτικού της Μεταπολίτευσης) παραιτήθηκε από σχεδόν υπουργός, δηλαδή από υφυπουργός. Γιατί ο Μιχαλάκης είχε γίνει υφυπουργός. Οχι από μόνος του, κάποιος τον έκανε. Η παραίτηση ήρθε λίγες ώρες μετά την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση, την οποία, ως μέλος της, υπερψήφισε και ο ίδιος. Ο,τι κι αν ισχυρίζεται ή υπαινίσσεται, λοιπόν, στη σχετική επιστολή (περί διαπραγματευτικών γραμμών, μειωμένων αρμοδιοτήτων κ.τ.λ.), η αλήθεια είναι μία: ο άνθρωπος δεν άντεξε το μεγαλύτερο ίσως πολιτικό σφάλμα της ζωής του – την εμπιστοσύνη που έδειξε στον εαυτό του!