Στην Ιστορία κάθε δημοκρατικής χώρας υπάρχουν περίοδοι καλής και κακής διακυβέρνησης. Και στις δύο περιπτώσεις οι πολιτικές εξελίξεις είναι προβλέψιμες. Μια καλή διακυβέρνηση δημιουργεί προϋποθέσεις ανανέωσης της λαϊκής εμπιστοσύνης.

Στις περιπτώσεις κακής διακυβέρνησης οι κυβερνώντες κατεβαίνουν από το τρένο της εξουσίας.

Υπάρχει όμως μία περίπτωση στην οποία καμία πρόβλεψη δεν μπορεί να γίνει με ασφάλεια.

Πρόκειται για την ακυβερνησία.

Είναι μια κατάσταση με τα εξής χαρακτηριστικά:

Οι νόμοι παραβιάζονται, οι δημοκρατικοί κανόνες δεν λειτουργούν, οι θεσμοί ακυρώνονται.

Αυτά ακριβώς τα στοιχεία εμφανίζονται εσχάτως όλο και πιο έντονα στον δημόσιο βίο της χώρας. Οσα συνέβησαν στις παρελάσεις της 28ης Οκτωβρίου είναι δείγμα ακυβερνησίας. Ισως το απεχθέστερο, αφού συνδέθηκε με γεγονότα – ορόσημα στην πορεία του Ελληνισμού. Αλλά δεν είναι το μόνο.

Η Πολιτεία δίνει καθημερινά δείγματα ανικανότητας στην εκπλήρωση στοιχειωδών υποχρεώσεών της.

Στην οικονομία κλιμακώνονται τα συμπτώματα απονέκρωσης της παραγωγικής μηχανής.

Η καθημερινότητα αποδιοργανώνεται από αψυχολόγητες αντιδράσεις επαγγελματικών κλάδων.

Απέναντι σε αυτό το φαινόμενο η παρούσα κυβέρνηση έδειξε μέχρι τώρα αδράνεια και αδυναμία.

Αυτή η στάση είναι επιζήμια για τη χώρα και αυτοκαταστροφική για την ίδια.

Εδώ που έφτασαν τα πράγματα όμως έχει πλέον δύο επιλογές.

Η πρώτη είναι να κάνει αυτό που θεωρείται αυτονόητο για κάθε κυβέρνηση: Να κυβερνήσει!

Να ασκήσει πλήρως τις αρμοδιότητες που της παρέχει το Σύνταγμα.

Να αναμετρηθεί με τα φαινόμενα ακυβερνησίας ευθέως και δημοκρατικά.

Η άλλη επιλογή είναι να αναλάβει πολιτικές πρωτοβουλίες με υπερβατικό χαρακτήρα.

Είτε να ανανεώσει και να διευρύνει τον κύκλο των προσώπων που ασκούν τη διακυβέρνηση.

Είτε να προσφύγει στη λαϊκή ετυμηγορία και να ζητήσει από κάθε πολίτη να αναλάβει την ευθύνη που του αναλογεί.

Οφείλει πάντως να άρει το σημερινό αδιέξοδο ή να κινήσει τις προβλεπόμενες διαδικασίες άρσης του.

Τετριμμένα επαναλαμβανόμενο αλλά σοφό: Στις Δημοκρατίες δεν υπάρχουν αδιέξοδα.