Η «Ιστορία» του Θουκυδίδη αποτελεί το τελευταίο μεταφραστικό επίτευγμα του καθηγητή Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Νίκου Μ. Σκουτερόπουλου, εννέα χρόνια μετά τη συνολική μετάφραση της πλατωνικής «Πολιτείας» (Πόλις, 2002). Κατά τη διάρκεια της πολύχρονης ακαδημαϊκής του πορείας, ο Σκουτερόπουλος μετέφρασε και παράλληλα δίδαξε έργα των Γκαίτε, Σοπενχάουερ, Χάινε, Νίτσε, Βίντελμπαντ, Χούσερλ, των σοφιστών και των κυνικών, του Επίκουρου, του Επίκτητου και του Πλάτωνα.

Κείμενο-ορόσημο της αρχαίας ελληνικής αλλά και της παγκόσμιας γραμματείας, η «Θουκυδίδου ξυγγραφή» εξιστορεί την αδυσώπητη και θανάσιμη αντιπαράθεση μεταξύ των δύο μεγάλων πολιτικοστρατιωτικών σχημάτων που είχαν διαμορφωθεί στον ελλαδικό χώρο κατά τον 5ο αιώνα π.Χ.: της Πελοποννησιακής Συμμαχίας υπό την ηγεσία της Σπάρτης που υποστήριζε ένα παρηκμασμένο σύστημα, μες στο οποίο η Ελλάδα θα παρέμενε ολιγαρχική, αγροτική και χωρισμένη σε κρατίδια, και της Συμμαχίας της Δήλου υπό την ηγεμονία τής, καταπιεστικής πλέον, Αθήνας, που όμως συνέχιζε να αντιπροσωπεύει τις επαναστατικές δυνάμεις της εποχής, όπως η δημοκρατία, η οικονομία του εμπορίου και η υλική πρόοδος.

Καταφεύγοντας για βοήθεια στις γερμανικές και αγγλικές μεταφράσεις αλλά και στις προηγούμενες ελληνικές, μεταξύ των οποίων ξεχωρίζει εκείνη του Ελευθερίου Βενιζέλου, και στηριζόμενος πάνω στα διεθνή ερμηνευτικά υπομνήματα της «Ιστορίας», ο Σκουτερόπουλος μας προσφέρει για ανάγνωση και μελέτη το σημαντικότερο ιστορικό κείμενο της αρχαιότητας και παράλληλα το σημαντικότερο κείμενο του «πρώτου κριτικού ιστορικού και του πρώτου συνειδητού πολιτικού στοχαστή στην ευρωπαϊκή ιστορία του πνεύματος». Παρακολουθώντας και καταγράφοντας την αναμέτρηση μεταξύ Σπάρτης και Αθήνας, ο Θουκυδίδης υπήρξε ο πρώτος, όπως υπογραμμίζει ο καθηγητής στην εισαγωγή του, ο οποίος συγκρότησε «μια μορφή πολιτικού – ιστορικού στοχασμού που υπερβαίνει το χρονικό πλαίσιο της εποχής».

Το έργο του αθηναίου ιστορικού, ένα έργο «που περιγράφει το παρόν αλλά είναι στραμμένο στο μέλλον», στοχεύει στη σύλληψη και στην ανάδειξη αυτού που στην ιστορική ροή παραμένει απαράλλαχτο και μόνιμο, και δεν είναι άλλο από την ανθρώπινη φύση. Οντας αυτή που είναι η φύση του ανθρώπου και παραμένοντας τέτοια, σε ανάλογες καταστάσεις μ’ αυτές του Πελοποννησιακού Πολέμου, θα τον ωθεί πάντοτε σε παρόμοιες πράξεις που θα έχουν και τα αντίστοιχα αποτελέσματα. O Σκουτερόπουλος προτείνει στον μέσο αναγνώστη να ξεκινήσει το βιβλίο από τη δημηγορία του άγνωστου Αθηναίου Διοδότου (Γ 42, 1-48, 1), μία από τις πιο ενδιαφέρουσες της «ξυγγραφής», όπου ο Θουκυδίδης κάνει λόγο για το «στρεβλό υλικό της ανθρωπότητας».

Ατομιστικές παρορμήσεις και πάθη αχαλίνωτα, τα οποία δεν περιορίζονται ούτε με την αυστηρότητα του νόμου ούτε με κάποιον άλλον τρόπο, εξωθούν τους ανθρώπους – τους φτωχούς η ανάγκη και τους πλούσιους η αλαζονεία και η έπαρση – να θέλουν συνέχεια περισσότερα. Αποκλειστικός στόχος όλων των δράσεων των ανθρώπων είναι, σύμφωνα με τον ιστορικό από τον Αλιμο, η «ελευθερία» ή αλλιώς η «εξουσία επάνω σε άλλους».

«Κτήμα ες αιεί» όλης της ανθρωπότητας, σύμφωνα με τον ίδιο τον Θουκυδίδη, εξαιτίας της καθολικότητας των συμπερασμάτων του, πολιτικών και ανθρωπολογικών, το έργο του μπορεί να διαβαστεί (και διαβάζεται από χιλιάδες αναγνώστες ανά την υφήλιο) είτε ως μια πραγματιστική διατριβή πάνω στην ανθρώπινη συνθήκη είτε ως ερμηνευτικό εργαλείο του δικού μας, ακόμη διπολικού, κόσμου. Οσον αφορά εμάς τους Ελληνες, όπως επισήμανε ο Σκουτερόπουλος σε συνέντευξή του στο «Βήμα», η «ξυγγραφή» μπορεί να μας φανεί επιπλέον χρήσιμη, «από την άποψη της επισήμανσης αρνητικών πλευρών της εθνικής ιδιοσυστασίας, όπως, για παράδειγμα, είναι η ευκολία με την οποία αναπτύσσονται εμφύλιες έριδες, οι εθνικοί διχασμοί, τα μίση και ο ατομισμός».