Εκπρόσωποι

Η παρακάτω στιχομυθία έγινε σε πηγαδάκι αντιπολιτευομένων τον ΣΥΡΙΖΑ που είχε στηθεί στα σκαλιά του Αγίου Διονυσίου, στη Σκουφά, χθες. Λίγο πριν τη νεκρώσιμο ακολουθία για τον Αριστείδη Αλαφούζο. Ενας από την παρέα ρώτησε «από την κυβέρνηση είναι κανείς;». «Ο Καραμανλής» απάντησε βιτριολικά ένας άλλος. Κακία. Θα έπρεπε τουλάχιστον να πει «προς το παρόν ο Καραμανλής». Γιατί μετά ήρθε και ο υπουργός Ναυτιλίας Παναγιώτης Κουρουμπλής που εκπροσώπησε την κυβέρνηση ενώ το «παρών» έδωσε κι ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ Νίκος Ξυδάκης –επί χρόνια αρχισυντάκτης της «Καθημερινής» γαρ.

Γραβάτες

Ο Πρωθυπουργός μάς απείλησε ότι θα αναγκαστεί να φορέσει γραβάτα. Γιατί αυτά που ακούει από τους δανειστές για το χρέος είναι τόσο θετικά. Δεν ήταν λίγοι οι πολιτικοί του αντίπαλοι που άρπαξαν την ευκαιρία να ειρωνευτούν την κυβέρνηση. Σταχυολογώ ενδεικτικά. «Τι νόημα έχει να φορέσει γραβάτα ο κ. Τσίπρας όταν όλοι γύρω του συνεχίζουν να κυκλοφορούν με αμπέχονα και να μπλοκάρουν τις επενδύσεις;» τιτίβισε ο επικεφαλής του Ποταμιού Σταύρος Θεοδωράκης. «Το κυβερνητικό αξεσουάρ είναι το ποσέτ, το μαντηλάκι πέτου που ήδη χρησιμοποιούν Τσίπρας και Κατρούγκαλος. Μετά την ψήφιση των νέων επώδυνων μέτρων από τους 153 βουλευτές ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, με το κυβερνητικό ποσέτ θα σκουπίζουν τα δάκρυα του ελληνικού λαού!» έγραψε στα σόσιαλ μίντια ο πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ Θανάσης Θεοχαρόπουλος. OK. Μόνο που το πρόβλημα του Τσίπρα δεν είναι πως δεν φοράει γραβάτα. Είναι ότι έχει πείσει τον εαυτό του πως, αποφεύγοντας να την προσθέσει στην γκαρνταρόμπα του, διατηρεί αλώβητο τον αντικομφορμισμό που πλάσαρε μέχρι να συμφωνήσει το Μνημόνιο 3. Οταν είχε πρωτοαναλάβει το 2015, μέχρι και οι «New York Times» είχαν σχολιάσει αυτή του την ενδυματολογική εμμονή. Η ναυαρχίδα της αμερικανικής δημοσιογραφίας υποστήριζε ότι εκείνος κι ο Βαρουφάκης είχαν «κατορθώσει να μετατρέψουν την έλλειψη γραβάτας σε επιδέξιο πολιτικό μάρκετινγκ». Δυόμισι χρόνια μετά, το πολιτικό μάρκετινγκ εκδικείται. Τσε με ποσέτ γίνεται; Δεν γίνεται.

Ποίημα

Εκτός από τους πολιτικούς αρχηγούς, όμως, την τσιπρική γραβάτα σχολίασαν και βουλευτές. Το βραβείο καλύτερου σχολίου πάει στον γαλάζιο Κώστα Τασούλα.

«Ως προς τον Πρωθυπουργό ο οποίος επαίρεται ότι θα φορέσει επιτέλους γραβάτα. Γιατί τα νέα που έρχονται είναι τόσο καλά που είναι απίστευτα», είπε κλείνοντας την τοποθέτησή του, «θα ήθελα να θυμίσω ένα εντυπωσιακό ποίημα που αφορά γραβάτες:

«Το βραδυνό» –μιλάει για ένα νέο που δούλευε σε σιδεράδικο, όχι για πρωθυπουργό, αλλά ταιριάζει –«σαν έκλειε το μαγαζί/ αν ήταν τίποτε να επιθυμεί πολύ,/ καμιά κραβάτα κάπως ακριβή/ καμιά κραβάτα για την Κυριακή/ ή σε βιτρίνα αν είχε δει και λαχταρούσε/ κανένα ωραίο πουκάμισο μαβί,/ το σώμα του για ένα τάλληρο ή δυο πουλούσε».

Δεν πουλήσατε για ένα δυο τάλληρα το σώμα σας, πουλάτε τις απόψεις σας, τις δεσμεύσεις σας, τις υποσχέσεις σας για δυο, τρεις, τέσσερις, πέντε, έξι μήνες εξουσίας».

Ο Τασούλας ενημέρωσε τους συναδέλφους του ότι οι στίχοι είναι από το ποίημα «Μέρες του 1909». Με την άδεια του Καβάφη, να κάνω μια μικρή διόρθωση, το ποίημα επιγράφεται «Μέρες του 1909, ’10, και ’11».

Μπάντα

Ηταν ένα πάρτι που δεν υπήρχε περίπτωση να αφήσει ασυγκίνητο το δημοσιογραφικό δαιμόνιο της Τατιάνας Στεφανίδου. Αναφέρομαι στο πάρτι γενεθλίων Καμμένου – Πολάκη. Ο συμπαρουσιαστής της στο Ε, λοιπόν, πήρε μια μίνι συνέντευξη από τον Σταμάτη Γονίδη, που ήταν ανάμεσα στους καλεσμένους. «Εντάξει, με τον Πάνο είμαστε φίλοι. Εδώ και χρόνια μάς συνδέει μια φιλία, δεν είναι… δεν συνηθίζω να πηγαίνω σε πολιτικούς, σε σπίτια» είπε ο λαϊκός αοιδός, «απλά είναι φίλος μου, με κάλεσε και πήγα». Ο ρεπόρτερ, όμως, είχε επισημάνει από την αρχή ότι ο τραγουδιστής τούς έδωσε «και μια άλλη πολύ χρήσιμη πληροφορία». Και είχε δίκιο. Στην ερώτησή του «ήταν ένα πάρτι όμως που έδωσαν το «παρών» και πολλοί υπουργοί. Το διασκεδάσατε μέχρι το πρωί, τραγουδήσατε μερικές από τις μεγαλύτερες επιτυχίες σας, έτσι δεν είναι;», ο Γονίδης προσπάθησε να διαλύσει τις φήμες περί γκλαμουράτης γιορτής, απαντώντας: «Οχι δεν έγινε έτσι. Ηταν αρκετοί πολιτικοί, απλά εγώ… υπήρχε μια ορχήστρα εκεί του Στρατού, είπα τρία τραγούδια, όχι δικά μου, τρία τραγούδια λαϊκά παλιά». Δηλαδή, ο υπουργός Εθνικής Αμυνας κάνει πάρτι για τα γενέθλιά του και ανεβάζει την μπάντα του Στρατού στο παλκοσένικο για να έρθει στο κέφι; Μάλιστα. Μάλλον δεν θυμάται τους στίχους από το «Λαϊκό τραγουδάκι» των τίτλων τέλους της διάσημης ταινίας του Νίκου Περάκη. «Κάποια μέρα ένα πρωί/ θα πετάξει το πουλί/ και οι μάγκες θα το παίζουν/ λούφα και παραλλαγή».