Μετά τη συμφωνία της Μάλτας για το κλείσιμο της β’ αξιολόγησης του τρέχοντος Μνημονίου η κυβέρνηση ξεκίνησε μια μακρά προεκλογική περίοδο. Είτε οι εκλογές πραγματοποιηθούν το φθινόπωρο του 2017 είτε την άνοιξη του 2018, στο εξής τα κόμματα της μακροβιότερης μνημονιακής κυβέρνησης θα λειτουργούν με τα μάτια στραμμένα μόνο στο εκλογικό τους κοινό. Προς τα δεξιά οι μεν, προς το κέντρο οι δε.

Ο πολιτικός και επικοινωνιακός σχεδιασμός του ΣΥΡΙΖΑ και κυρίως του Μαξίμου κρατά τα δομικά χαρακτηριστικά που είχε όταν αιθεροβατώντας κυριαρχούσε στην αντιπολίτευση και δομείται σε τρεις νέους άξονες:

1. Αλλαγή προφίλ του κ. Τσίπρα με ισχυροποίηση των πρωθυπουργικών χαρακτηριστικών και προβολή ενός στιβαρού και αποτελεσματικού ηγέτη. Ετσι, λοιπόν, θα βλέπουμε ολοένα και περισσότερο τον κ. Τσίπρα να ασχολείται με το συντονισμό του Υπουργικού Συμβουλίου, επιδιώκοντας και απαιτώντας επιτάχυνση του κυβερνητικού έργου, να αποπειράται άνοιγμα νέων –μη μνημονιακών –πολιτικών μετώπων και να φωτογραφίζεται στα εγκαίνια ή στη θεμελίωση αναπτυξιακών έργων.

2. Mainstream κεντροαριστερός λόγος στις ευρωπαϊκές υποθέσεις και συμμετοχή στα δρώμενα της ΕΕ με βάση τις πολιτικές και τις πλάτες των γάλλων και γερμανών Σοσιαλδημοκρατών, των οποίων και αποτελεί πια επιλογή. Αυτό, άλλωστε, υπηρετεί επικοινωνιακά και το μέτωπο με τον «μύθο Σόιμπλε» και τα νεοφιλελεύθερα συμφέροντα.

3. Νέα συνθηματολογία, με το «Τέλος στα Μνημόνια –Τέλος στη λιτότητα» να τίθεται στο επίκεντρο του προεκλογικού επικοινωνιακού σκηνικού. Ετσι, επιδιώκεται ένα νέο αφήγημα, ένα νέο story, που να θυμίζει τα παραμύθια της τότε αντιπολίτευσης και να στοχεύει σε ένα και μόνο κοινό. Τους ψηφοφόρους, που προέρχονται από το ΠΑΣΟΚ και ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ ενώ σήμερα έχουν απομακρυνθεί, είναι δυσαρεστημένοι και απογοητευμένοι. Σε αυτούς που, σύμφωνα με τη δημοσκοπική και εμπειρική εικόνα, αποτελούν το 40%-50% των πρώην ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ στις δύο προηγούμενες εκλογές.

Στον σχεδιασμό αυτό στρατηγικός αντίπαλος του κ. Τσίπρα είναι τα κόμματα της Κεντροαριστεράς και ιδιαίτερα το ΠΑΣΟΚ. Διότι μόνο η Κεντροαριστερά μπορεί να προσεγγίσει αυτόν τον κόσμο με κοινωνικά, πολιτικά, ιστορικά και συναισθηματικά επιχειρήματα.

Τι κάνουν όμως στην πραγματικότητα;

Οπως όλα δείχνουν, οι δυνάμεις της Κεντροαριστεράς είναι χαμένες στη διαδικασία και έτσι (παρα)σύρονται στην επικοινωνιακή στρατηγική του Πρωθυπουργού. Βαλτώνουν στα χαμηλά δημοσκοπικά ποσοστά και όπως λέει ο λαός «η φτώχεια φέρνει γκρίνια».

Αναρωτιέται, βέβαια, όποιος ενδιαφέρεται. Μπορεί η Δημοκρατική Συμπαράταξη, Το Ποτάμι και άλλες δυνάμεις του χώρου να κάνουν κάτι;

Απαντώ ευθέως, ναι. Μπορούν εάν αφήσουν την αγωνία τους για το ποιος θα έχει ηγεμονικό ρόλο και ξεκινήσουν τον αγώνα για την «ηγεμονία» του προοδευτικού χώρου. Μπορούν εφόσον διατυπώσουν και επικοινωνήσουν καθαρά την Αλήθεια για τη χώρα και μια νέα αρχή για την παράταξη.

Αυτά θα καθορίσουν και θα δημιουργήσουν ή όχι μια νέα σχέση Εμπιστοσύνης με τους πολίτες. Γιατί η διάψευση των προσδοκιών τους και ο κλονισμός της αξιοπιστίας του κ. Τσίπρα τούς απομακρύνουν από το ΣΥΡΙΖΑ, αλλά δεν κάνουν ακόμη μιαν άλλη επιλογή.

Ο Δημήτρης Γέρου είναι σύμβουλος στρατηγικής επικοινωνίας και επικεφαλής της Strategy&Communication Advisors