Η συζήτηση υποτίθεται ότι ήταν για το νομοσχέδιο με τα προαπαιτούμενα. Αλλά είχε απ’ όλα –μέχρι και βουτιές στην ιστορία του Ποντιακού Ελληνισμού. Είχε όμως και βουτιές στα νερά της Δραπετσώνας. Εκεί, προβλέπει το νομοσχέδιο, αλλάζει η χρήση γης σε μια έκταση 640 στρεμμάτων για να δημιουργηθούν χώροι πρασίνου. Η περιοχή ήταν γνωστή άλλοτε ως Λιπάσματα, ενώ διατηρεί έως σήμερα τον βιομηχανικό της χαρακτήρα. Η συζήτηση μπορεί ουσιαστικά να συμπυκνωθεί σε ένα δίλημμα. Ανάπτυξη ή ανάπλαση;

Στο φαντασιακό της προηγούμενης κυβέρνησης τα πρώην Λιπάσματα ήταν ένα φιλέτο που θα μπορούσε να προσελκύσει επενδυτές, δηλαδή να φέρει χρήμα και δουλειές, και να φιλοξενήσει ακόμη και πίστα της Φόρμουλα 1. Για τη σημερινή κυβέρνηση και τους εμπλεκόμενους δήμους τα πρώην Λιπάσματα πρέπει να μετατραπούν σε ένα τεράστιο πάρκο για να παίζουν τα παιδιά και να κάνουν βόλτες οι μαμάδες με τα καροτσάκια. Αν οι προηγούμενοι υπερτιμούσαν την αξία της περιοχής, οι επόμενοι μοιάζουν σχεδόν έτοιμοι να ανακηρύξουν ένα ξερό τοπίο με κέντρα διανομής τσιμέντων και εγκαταστάσεις λιπαντικών σε περιοχή ιδιαιτέρου φυσικού κάλλους.

Στην πραγματικότητα το δίλημμα είναι ανάμεσα σε δυο φαραωνικά σχέδια. Σύμφωνα με το πρώτο, οι επίγονοι των μικρασιατών προσφύγων θα βλέπουν από κοντά τον Λιούις Χάμιλτον και τη Μερτσέντες του να μπαίνουν στις στροφές με 300 χλμ. την ώρα. Οι θιασώτες του άλλου φαραωνικού σχεδίου ονειρεύονται ένα Χάιντ Παρκ στις εσχατιές του Πειραιά. Μπορεί εκ πρώτης όψεως να φαίνεται παράδοξο, αλλά ο «άλλος κόσμος που είναι εφικτός» για τη Δραπετσώνα είναι αυτός στον οποίο θα ακούγονται μαρσαρίσματα και θα μυρίζει καμένα λάδια. Κι ο βασικός λόγος δεν είναι ότι οι πράσινοι χώροι χρειάζονται πολύ χρήμα για να μη θυμίζουν παρατημένες αλάνες. Είναι ότι η ζωή τρέχει πιο γρήγορα ακόμα και από τον Λιούις Χάμιλτον.