ΜΙΑ ΑΠΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΓΑΠΗΣ ΓΙΝΕΤΑΙ ΤΟ ΟΧΗΜΑ ΓΙΑ
ΤΟ ΚΥΝΗΓΙ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΑΤΑΚΤΗΣΗ
ΤΗΣ ΕΥΤΥΧΙΑΣ ΣΤΟ ΠΡΩΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ GRΑΡΗΙC ΝΟVΕL ΓΙΑ ΝΕΟΥΣ, ΠΟΥ ΣΥΝΕΘΕΣΕ ΠΟΙΟΣ ΑΛΛΟΣ; Ο ΕΥΓΕΝΙΟΣ ΤΡΙΒΙΖΑΣ
«Η σκακιέρα είναι η πεμπτουσία του αυστηρά περιορισμένου σύμπαντος νόμων, κανονισμών και εντολών που ορίζουν τη ζωή μας», λέει ο Ευγένιος Τριβιζάς εξηγώντας τους λόγους που τον ώθησαν να γράψει μια ιστορία με βάση τη σκακιέρα. Και δεν ήταν η πρώτη φορά. Το πρώτο βήμα το είχε κάνει με ένα άλογο του σκακιού που ερωτεύεται ένα κορίτσι και το βοηθάει να κερδίζει όλες τις παρτίδες (στους Πειρατές της Καμινάδας ). Και στη συνέχεια έκανε το άλμα: έγραψε τους Δραπέτες της Σκακιέρας πρώτα ως λιμπρέτοπου ανέβηκε μάλιστα στη Λυρική Σκηνή σε μουσική Γιώργου Κουρουπού- και τώρα ως graphic novel με τις εικόνες της Ράνιας Βαρβάκη.

Όπως και στους Πειρατές, έτσι κι εδώ, ο έρωτας είναι η κινητήρια δύναμη για να επιχειρήσουν οι δύο βασικοί ήρωές μας (δυο πιόνια) τη μεγάλη υπέρβαση. Θέλουν να ζήσουν την απόλυτη ευτυχία. Αλλά ευτυχία χωρίς ελευθερία γίνεται; Έρωτας χωρίς υπέρβαση γίνεται; Και υπέρβαση χωρίς παράβαση γίνεται;

Βλέπουμε λοιπόν εδώ τον εγκληματολόγο Ευγένιο Τριβιζά να αναρωτιέται, και σε φιλοσοφικό επίπεδο πλέον, για τους κανόνες του παιχνιδιούεφικτό/ανέφικτο- που ορίζει τις ζωές μας, αυτό το διαρκές κυνήγι της ουτοπίας, να αναρωτιέται για την απόλυτη ευτυχία, τη φυγή, την ήττα, τον πόνο, την τιμωρία, τη νέα ελπίδα, τη νέα προσπάθειακαθότι δεν τελειώνει ποτέ αυτός ο κύκλος για την αναζήτηση του άπιαστου. Όλα αυτά μέσα σε ένα παραμύθι «παραμυθένιο». Ζωγραφισμένο καρέ καρέ με τα παιδικά γαλάζια, τα ροζ, τα πορτοκαλιά και τα σκούρα μπλε των παραμυθιών, με τους δύο ήρωές μαςμια λευκή βασίλισσα και έναν μαύρο αξιωματικό- να ταξιδεύουν στου «ουράνιου τόξου την εφτάχρωμη πύλη» και με όλη τη μαγική ιεροτελεστία της φύσης να συμμετέχει στο ταξίδι τους, στην αγωνία τους και (τελικά) στην αναπόφευκτη επιστροφή τους στη σκληρή πραγματικότητα της σκακιέρας.

Αυτή είναι και η «μαγική» ικανότητα του παραμυθά Τριβιζά. Να μη «χαϊδολογάει» τα παιδιά, αλλά ούτε και να τα βαραίνει. Να μπορεί να ελίσσεται με ευκολία πάνω στις διαχωριστικές γραμμές των απαραβίαστων κανόνων της σκακιέρας (ζωής) κάνοντας το παιχνίδι συναρπαστικό για τους μικρούς και με ένα δεύτερο επίπεδο ανάγνωσης για τους μεγάλους. Μεταφορικά θα μπορούσε να παρομοιάσει κανείς την αφήγησή του με ένα μεγάλο τραγούδι- μια που ο έμμετρος λόγος (συνεπώς και η μουσική) έχουν εξέχουσα θέση και σ΄ αυτήν την ιστορία.

Δεν ξέρω βέβαια αν έπεφταν οι «Δραπέτες» στα χέρια μου τυχαία (κι αν δεν είχα παιδί, ανίψι κ.λπ.) πόσο θα με τραβούσαν να τους διαβάσω προσεχτικά. Κι αυτό διότι όσο ευφάνταστη κι αν είναι η ζωγραφι- κή απεικόνι- ση της ιστορίας, είναι σαφές ότι απευθύνεται σε μικρότερα παιδιά (ακόμη και παιδιά ηλικίας νηπιαγωγείου), ενώ αντίθετα το κείμενο θα σήκωνε ενδεχομένως και μια πιο «ενήλικη» προσέγγιση. Θέμα γούστου όμως κι αυτό. Άλλωστε- αν το δούμε και μεταφορικά- μέσα από τα πιο αγνά θαλασσιά και ροζ, δεν βγαίνει και το πιο έντονο μαύρο;