Με τις εμπορικές κόντρες με τις ΗΠΑ να συνεχίζονται εξαιτίας της επιθετικής δασμολογικής πολιτικής του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, ο Καναδάς προχωρά τώρα με γοργούς ρυθμούς στην επέκταση του λιμανιού του Μόντρεαλ.

Στόχος του πρωθυπουργού της χώρας Μαρκ Κάρνεϊ είναι να αυξηθεί το εμπόριο με άλλες χώρες. Στελέχη του λιμένος που μίλησαν στη «Wall Street Journal» κάνουν λόγο για νέο τέρμιναλ που θα διαχειρίζεται εμπορευματοκιβώτια (κοντέινερ), το οποίο θα κοστίζει περίπου 1,6 δισεκατομμύρια καναδικά δολάρια ή περίπου 1 δισ. ευρώ. Ομως όπως συμβαίνει τις περισσότερες φορές σε τέτοιες περιπτώσεις, το κόστος αναμένεται να αποβεί τελικά αρκετά μεγαλύτερο, φτάνοντας τα 2,3 δισ. καναδικά δολάρια ή 1,42 δισ. ευρώ. Αυτό εκτιμά μεταξύ άλλων και ο αρμόδιος υπουργός της χώρας που είναι επιφορτισμένος με τις εμπορικές σχέσεις μεταξύ ΗΠΑ και Καναδά, ο Ντομινίκ Λε Μπλανκ.

Αξιωματούχοι του λιμανιού χαρακτηρίζουν την αναβάθμιση των εγκαταστάσεων ως απαραίτητες, επειδή οι υπάρχουσες στο Μόντρεαλ αναμένεται να φτάσουν σύντομα στο μέγιστο δυναμικό τους εξυπηρέτησης για κοντέινερ. Το στοίχημα όμως είναι μεγάλο, επειδή με τις τρέχουσες συνθήκες στο εμπόριο κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί εάν η κινητικότητα θα αυξηθεί. Το λιμάνι έχει διαχειριστεί φέτος σχεδόν 1,5 εκατ. κοντέινερ ή περίπου 16% λιγότερα από τα ιστορικά υψηλά του 2019, σύμφωνα πάντα με τα στοιχεία της «Wall Street Journal».

Η επέκταση του λιμανιού θεωρείται πλέον κρίσιμη για να ενισχυθούν οι εμπορικές σχέσεις της χώρας με άλλους εταίρους πλην των ΗΠΑ. Ο Κάρνεϊ έχει επιλέξει το λιμάνι του Μόντρεαλ ως ένα από πέντε βασικά σχέδια ανάπτυξης που θεωρούνται ότι έχουν πολύ μεγάλη εθνική και στρατηγική σημασία. Τα άλλα είναι μια μεγάλη εγκατάσταση φυσικού αερίου, ένας πυρηνικός σταθμός ενέργειας και δύο ορυχεία χαλκού.

Η κυβέρνηση του Καναδά στοιχηματίζει ότι η ζήτηση στο Μόντρεαλ θα αυξηθεί καθώς οι καναδοί εξαγωγείς που έχουν πληγεί από τους δασμούς των ΗΠΑ στρέφονται στην Ευρώπη, τη Μέση Ανατολή και τη Νότια Ασία για να ενισχύσουν τους εμπορικούς τους δεσμούς.

Οι προκλήσεις για το λιμάνι

Το τελευταίο διάστημα εισαγωγείς και εξαγωγείς έχουν χρησιμοποιήσει λιγότερο το λιμάνι του Μόντρεαλ για τις μεταφορές τους και λόγω των απεργιών λιμενεργατών που προκάλεσαν καθυστερήσεις στην άφιξη και αποστολή φορτίων. Το λιμάνι αντιμετωπίζει επίσης προκλήσεις λόγω της θέσης του στον ποταμό St Lawrence, περίπου 1.000 ναυτικά μίλια (1.852 χιλιόμετρα) από τον Ατλαντικό Ωκεανό.

Το Μόντρεαλ εξελίχθηκε σε διακομιστικό κόμβο (logistics) λόγω της εγγύτητάς του με τις μεγάλες μητροπολιτικές περιοχές στο Κεμπέκ και το Οντάριο, καθώς και λόγω των συνδέσεών του με εργοστάσια και αγροκτήματα στη Μεσοδυτική Αμερική μέσω σιδηροδρόμων και της θαλάσσιας οδού St Lawrence. Αλλά το βάθος του ποταμού περιορίζει το μέγεθος και το βάρος των πλοίων που μπορούν να καταπλεύσουν στο λιμάνι.

Λιμάνια της Βόρειας Αμερικής, συμπεριλαμβανομένων των πυλών της ανατολικής ακτής του Καναδά στο Χάλιφαξ της Νέας Σκωτίας και στο Σεντ Τζον του Νιου Μπράνσγουικ, έχουν δαπανήσει εκατομμύρια δολάρια για την εκβάθυνση λιμανιών και δημιουργία αγκυροβολίων ώστε να φιλοξενήσουν τα τεράστια πλοία μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων που διασχίζουν πλέον τις μεγάλες εμπορικές οδούς μέσω των ωκεανών. Το βάθος του ποταμού St Lawrence είναι περίπου 11 μέτρα, γεγονός που σημαίνει ότι ακόμη και τα μικρότερα πλοία μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων, τα οποία μεταφέρουν το ισοδύναμο περίπου 6.500 εμπορευματοκιβωτίων έκαστο, δεν μπορούν πάντα να πλεύσουν πλήρως φορτωμένα προς το Μόντρεαλ.

Οι αξιωματούχοι του λιμένα του Μόντρεαλ πάντως είναι πολύ αισιόδοξοι και αναφέρουν ότι περισσότερα σύγχρονα πλοία μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων μπορούν πλέον να πλεύσουν πλήρως φορτωμένα εκεί και πως ο ποταμός δεν αποτελεί εμπόδιο στην ανάπτυξη.