Δικαιούνται οι άνθρωποι να αλλάζουν; Να πιστεύουν, ας πούμε, στον κομμουνισμό, αλλά όταν κατανοήσουν τον ολοκληρωτισμό στον οποίο οδηγεί η κομμουνιστική ιδεολογία να αλλάζουν άποψη για τα πράγματα; Ή ας πούμε στα νιάτα τους να έχουν ακολουθήσει μια σκληρή εθνικιστική στάση κι ύστερα από πολλά χρόνια να αλλάζουν κοσμοθεωρία, να γίνονται φιλελεύθεροι;

Στον μεγάλο κόσμο, όλοι δικαιούνται να αλλάζουν. Αλλά στον τοξικό μικρόκοσμο της γαλάζιας μας χώρας, τα χρόνια της χρεοκοπίας, της Αγανάκτησης του αντιμνημονίου και των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, οι άνθρωποι έπρεπε να προσλαμβάνονται αναλλοίωτοι, μασίφ. Οσοι στο πέρασμα του χρόνου είχαν αλλάξει κάποιες ή και όλες τις απόψεις τους, αν αριστεροί είχαν τολμήσει να επικρίνουν τον λαϊκιστικό τυχοδιωκτισμό, την εξουσιομανία και τις αντιδημοκρατικές μεθοδεύσεις του ΣΥΡΙΖΑ, περνούσαν από τα στρατοδικεία της αριστεροφροσύνης. Προσκυνημένοι, εξωνημένοι, προδότες, παραδίδονταν στην οργή όχι απλώς των κομματικών μονόλιθων αλλά, κυρίως, των πειθήνιων οργάνων τους στο βαθύ Ιντερνετ. (Η μόνη αλλαγή που επιτρεπόταν ήταν προς τον ΣΥΡΙΖΑ – που λειτουργούσε ως κολυμβήθρα του Σιλωάμ μοιράζοντας αριστερόχαρτα σε νεοπροσήλυτους).

Παγωμένη ήταν και η εικόνα ορισμένων ενοχλητικών πολιτικών αντιπάλων του ΣΥΡΙΖΑ: ο Βορίδης εικονογραφούνταν συνέχεια με το τσεκούρι του νεανικού του πολιτικού πάθους, ο Αδωνις Γεωργιάδης ως ελληνοκεντρικός αντισημίτης. Κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί ότι οι άνθρωποι μεγάλωσαν, άλλαξαν. Εχω δει τον Γεωργιάδη σε εκδηλώσεις ελλήνων Eβραίων – αλλά δεν έχω δει κανέναν από όσους τον κατηγορούσαν για αντιεβραϊσμό.

Αλλάζουν όμως οι καιροί κι ο ΣΥΡΙΖΑ αποκτά νέο αρχηγό οι θέσεις και η πολιτεία του οποίου διχάζουν βαθύτατα το κόμμα. Ο νέος πρόεδρος, ο Στέφανος Κασσελάκης, αν και δεν έχει γνωστή θητεία στον πολιτικό χώρο στον οποίο βρέθηκε, κερδίζει την αποδεκτή από όλους εσωκομματική εκλογική διαδικασία, διορίζει δικούς του ανθρώπους στις θέσεις-κλειδιά του κόμματος, ενώ οι δημόσιες τοποθετήσεις του δημιουργούν ρωγμές: πολλοί απ’ όσους προέρχονται από κόμματα και οργανώσεις της ελληνικής πληθυντικής Αριστεράς τον αμφισβητούν.

Η «Εφημερίδα των Συντακτών», που κατανοώ ότι στηρίζει όσους στον ΣΥΡΙΖΑ προέρχονται από τις παλαιές αριστερές ανανεωτικές και ριζοσπαστικές οργανώσεις, γράφει ότι ο πρόεδρος, όταν ήταν 24 έως τα 26, πριν δηλαδή από έντεκα έως εννιά χρόνια, δημοσίευε με ψευδώνυμο στον «Εθνικό Κήρυκα», ομογενειακή εφημερίδα στη Νέα Υόρκη, άρθρα που ιδεολογικά βρίσκονταν στον αντίποδα των όσων λέει σήμερα: απόψεις που στο κόμμα του αποκαλούν νεοφιλελεύθερες. Στην περίπτωση του νέου αρχηγού οι απόψεις αυτές είναι ένδειξη ασυνέπειας: ο Κασσελάκης κατηγορείται ότι άλλαξε. Στο κόμμα στο οποίο έχουν προσχωρήσει ο Ραγκούσης ή ο Μπίστης, η Κουντουρά ή η Ραχήλ Μακρή, επικρίνουν τον νέο αρχηγό. Μωραίνει Κύριος.

Αλλά ο νέος αρχηγός αντί να αναζητήσει ένα τέτοιο επιχείρημα, στέλνει μήνυμα λήθης: δεν θυμάται, λέει, τι έλεγε ως φοιτητής. Λησμόνει Πειναλέων, διότι όστις λησμονεί δεν ενθυμείται πλέον. Και σήμερα επικρίνει τον Μητσοτάκη επειδή η χώρα κέρδισε την επενδυτική βαθμίδα από τη Standard & Poor’s. Ο ίδιος άνθρωπος, πριν από μερικές εβδομάδες, μιλώντας στο Mega, δεν ήξερε ότι η χώρα δεν είχε κερδίσει την επενδυτική βαθμίδα!

Στο μεταξύ, ο Γιώργος Παπανδρέου, που είχε πει στον γράφοντα πριν από μερικούς μήνες ότι δεν εννοεί τον ΣΥΡΙΖΑ προοδευτική δύναμη, τώρα συζητάει με τον Αλέξη Τσίπρα για μια ανεύρετη προοδευτική συμμαχία. Και μετά, όλοι μαζί αναρωτιούνται γιατί γελάει ο κόσμος.