Μεταπασχαλινά καιρικά φαινόμενα

Λίγο πριν από το Τροπάριο της Κασσιανής και τον οβελία, πασχαλινό κουίζ για λύτες που παρακολουθούν τα τεκταινόμενα: Σε ποιον δημόσιο πολιτιστικό οργανισμό προετοιμάζονται μεταπασχαλινές… καταιγίδες (ίσως και θύελλες και απεργίες) από τους εργαζομένους καθώς είναι –ακόμη –στον αέρα οι συμβάσεις τους;

Οι ευρόντες τη λύση θα πάρουν δώρο αλεξιβρόχιο!

«Η κρίση συνίσταται στο γεγονός ότι το παλιό πεθαίνει και το νέο δεν μπορεί να γεννηθεί: σε αυτό το μεσοδιάστημα εμφανίζονται τα πιο ποικίλα νοσηρά φαινόμενα» έγραφε ο Αντόνιο Γκράμσι σε ένα από τα τετράδια φυλακής (είναι και ο άξονας του μιούζικαλ κατά Σταμάτη Κραουνάκη και Μαριάννα Κάλμπαρη «Βικτόρ ή τα παιδιά στην εξουσία» του Ροζέ Βιτράκ στο Θέατρο Τέχνης). Σε αυτό το νοσηρό μεσοδιάστημα κάτι πρέπει να μας ξυπνάει. Ισως η σκληράδα. Ισως η αλήθεια του κακού που κρύβεται συχνά μέσα μας και βρίσκει τρόπο να βγει στην επιφάνεια. Παράδειγμα (θεατρικό), οι δέκα –πεθαμένοι πια –ήρωες του Πολωνού Ταντέους Σλομποντζιάνεκ στο έργο-γροθιά «Η τάξη μας», που σκηνοθετεί ο Τάκης Τζαμαργιάς στο κτίριο Τσίλλερ του Εθνικού (από 27 Απριλίου). Με προοπτική να λειτουργήσει και ως εναρκτήριο της επόμενης σεζόν, από Οκτώβριο. Οπου η θρησκεία που χωρίζει τους ήρωες (καθολικοί και Εβραίοι) με την κοινή καταγωγή, καταφέρνει να βγάλει στην επιφάνεια τη θηριωδία και το μίσος. Το έργο που προέκυψε σε εργαστήρι γραφής του Σλομποντζιάνεκ το 2009 και βρήκε τη θέση του στο ρεπερτόριο θεάτρων σε ολόκληρο τον κόσμο (τώρα ανέβηκε και στην Ιαπωνία, ενώ ο Γιάννης Καλαβριανός πρότεινε μια συντετμημένη εκδοχή στην Κύπρο), είναι σκληρό κατά τον σκηνοθέτη του. «Ολα τα σκληρά όμως έχουν συνήθως αντιστάθμισμα βαθιά ανθρώπινο» μου λέει ο Τάκης Τζαμαργιάς. Νεκροί όλοι οι ήρωες. Θύτες και θύματα. «Το έργο θέτει ζητήματα συλλογικής ευθύνης και καταγράφει πού οδηγούν οι ακρότητες ή ο λαϊκισμός». Κάτι σαν την εποχή μας εδώ, στα μέρη μας, δηλαδή. Οσα γίνονται στην τάξη με τα μαθήματα και –εντυπωσιακό –δίχως καν δάσκαλο «στοιχειώνουν τους ήρωες και εκεί αναδύεται η συνείδησή τους και ζητά εξηγήσεις».

Δέκα νεκροί «διδάσκουν». Οι ήρωες του Σλομποντζιάνεκ. Σαν να τους καλεί η Ιστορία για να πουν όσα τους έκαναν θύτες και θύματα για να διδάξουν το κοινό. Να του δείξουν, έστω. «Εμείς γινόμαστε μαθητές» λέει ο Τάκης Τζαμαργιάς. Και μαθαίνουμε όπως και ο Ζίγκμουντ, ο πιο στυγνός δολοφόνος του έργου, πως «τη χέσαμε τη ζωή μας». Ή πως η Ραχέλκα, η Εβραία που για να επιβιώσει βαφτίζεται χριστιανή, «όσα δεν βρήκε στους ανθρώπους τα βρήκε, σε ένα γηροκομείο στο τέλος της ζωής της, στα ζώα –για την ακρίβεια σε 56 κανάλια με ντοκιμαντέρ για ζώα». Αντίθετα, οι γυναίκες στις «Πέντε σιωπές» της Βρετανίδας Σίλα Στίβενσον κατά Κοραή Δαμάτη –που έκλεισαν τον κύκλο τους ύστερα από τρία χρόνια παραστάσεων –κάνουν τη σκληρότητα σιωπή. Οι κόρες τον βιασμό τους από τον σκληρό πατέρα εσωτερικό, βουβό μαρτύριο. Οπως και η μάνα τη συνεχή ενδοοικογενειακή βία. «Νόμιζα πως ήταν αποκύημα της φαντασίας της συγγραφέως όλο αυτό» μου λέει ο Κοραής Δαμάτης για την παράστασή του που καταγράφτηκε στις επιτυχίες, στο Θέατρο Κάτω απ’ τη Γέφυρα (του Νίκου Δαφνή), «ανακάλυψα όμως ότι υπάρχει γύρω μας ακόμη και σήμερα. Ο φόβος είναι συνεχώς ζωντανός και τον εκμεταλλεύονται οι πάντες. Δεν υπάρχει καλύτερο όπλο από αυτόν. Οταν κάποιος σε φοβίζει… σωστά για καιρό, έχει κερδίσει. Ο πατέρας στην ιστορία της Σίλα Στίβενσον ήξερε πως μόνο με το φόβο πετυχαίνεις πράγματα». Η θεατρική προσέγγιση ήταν δύσκολη, θυμάται ο σκηνοθέτης. «Το πρώτο που κατάλαβα ήταν ότι οι ηθοποιοί δεν πρέπει να παίζουν το θέμα. Δεν μπορεί να παιχτεί αυτό το θέμα. Επρεπε λοιπόν να βρούμε τρόπο να μην έχει την αίσθηση του θεάτρου. Να μην έχει συναισθήματα λύπης. Ή κλάμα. Να μη ζητείται παρηγόρια».

Ο βασιλιάς είναι ακραίος. Για την ακρίβεια ο άγγλος βασιλιάς «Εδουάρδος Β’» (1284 – 1327), τη σκληρή ιστορία του οποίου κατέγραψε ο Κρίστοφερ Μάρλοου (τον είχαμε δει σε πανελλήνια πρώτη το 2000 στο Ηρώδειο από το Φεστιβάλ Αθηνών, με τους Στέλιο Μάινα, Κωνσταντίνο Μαρκουλάκη, Δημήτρη Λιγνάδη, σε σκηνοθεσία Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου) και επέλεξε να την ανεβάσει ο Κοραής Δαμάτης (φωτογραφία) στην Αθηναϊκή Σκηνή, κάτω από την Ακρόπολη (επίσης από 27 Απριλίου) με τον Μιχάλη Καλαμπόκη στον επώνυμο ρόλο. Βαθιά αντιεξουσιαστικό έχουν χαρακτηρίσει το έργο, που φέρνει στη σκηνή την κακή όψη της εξουσίας, ίντριγκες, φόνους, πρόσωπα και προσωπεία. Αξονας η ερωτική σχέση του βασιλιά (σύζυγος της Ισαβέλλας, αδελφής του βασιλιά της Γαλλίας) με τον ευνοούμενό του Πίερς Γκάβεστον, τον οποίο επιβάλλει σκανδαλωδώς στην Αυλή και του δίνει αφειδώς προνόμια ευγενούς. «Μετά τον θάνατο του Γκάβεστον ακολουθούν και άλλοι ευνοούμενοι και η ιστορία περιπλέκεται ακόμη περισσότερο» μου εξηγεί ο σκηνοθέτης, που ανακοινώθηκε ότι ολοκληρώνει τις παραστάσεις των Εταιρικών Διαλόγων του Λουκιανού στο Pocket Theatre, στις 20 Μαΐου και για 12 παραστάσεις. Μέχρι που η Ισαβέλλα συνωμοτεί με τον εραστή της λόρδο Μόρτιμερ και πετυχαίνουν την εκθρόνιση και τη σκληρή «ιστορικά και θεατρικά» δολοφονία του Εδουάρδου: σούβλισμα με καυτή σούβλα ώστε να «μη φαίνεται εξωτερικά ο θάνατός του και πως έχει θανατωθεί βασιλιάς».

Μέσα σε 4 τόνους νερού!

«Αρχέγονη χθόνια θεότητα, απεχθής και φρικαλέα» η Στύγα έχει συνδέσει το όνομά της και το… νερό της με πολλές ιστορίες. Από την αχίλλειο πτέρνα, που η Θέτις δεν εμβάπτισε στο νερό της Στυγός μέχρι την Κύνα, αδελφή του Μεγάλου Αλεξάνδρου που ήπιε το στύγιο ύδωρ της αθανασίας και έγινε γοργόνα για να ρωτάει τους ναυτικούς «ζει ο βασιλιάς Αλέξανδρος;» και έως τα Τάρταρα. ΟΠαύλος Κουρτίδης(φωτογραφία), σκηνοθέτης και χορογράφος, θέλησε αυτή τη μυστηριώδη, «μαγική», αιώνια θεά των υδάτων Στύγα να φέρει –από 22 Απριλίου –στη σκηνή του Θεάτρου ΠΚ για λίγες παραστάσεις, που όπως φαίνεται από τις 20 Μαρτίου είναι sold-out. Επειδή πιστεύει ότι «είναι πάντα επίκαιρη η μυθολογία για κάθε Ελληνα». Και τη φέρνει, όπως μου λέει, στον φυσικό της χώρο: το νερό. Για την ακρίβεια, τέσσερις τόνους νερού μέσα στους οποίους έμαθαν –οκτώ μήνες τώρα κάνουν πρόβες –να κινούνται οι εννέα χορευτές της παράστασης «Στύγα, η θεά των υδάτων», υπό τη μουσική τουΒασίλη Τσεντούρου. «Το νερό επί της ουσίας είναι το σκηνικό μας», λέει, σημειώνοντας ότι δεν ήθελε μια παράσταση με χλαμύδες και μανδύες, αλλά «μέσα στο σήμερα και στο πώς τώρα αντιλαμβανόμαστε τους μύθους». Κομβική η ιστορία της κόρης της Στυγός, Νίκης της Σαμοθράκης, που αποκόπηκε από τη μητέρα της και «κατοικεί» στο Μουσείο του Λούβρου. Στιγμιότυπο που συνοδεύεται από ένα ποντιακό μοιρολόι από τη χορεύτριαΟλια Μουρουζίδου, θρήνος «γι’ αυτή την αποκοπή, που γίνεται θρήνος όλων των Ελλήνων».