Ντίρενματ είναι ένας μεταμπρεχτικός δραματουργός. Αυτό σημαίνει πως, όταν τον διαβάζουμε ή τον βλέπουμε στη σκηνή, αντιλαμβανόμαστε πως ο μεγάλος γερμανός διαλεκτικός υλιστής συγγραφέας είναι για το θέατρο μετά από αυτόν πεδίο αναφοράς, ασχέτως αν κανείς δέχεται τη δραματουργική του αξιωματική μέθοδο ή την απορρίπτει. Εγραψα πριν από 40 χρόνια επ’ ευκαιρία ενός άλλου έργου του: «Κάθε έργο του Ντίρενματ είναι μια τέλεια μαθηματική κατασκευή. Διακρίνεις παντού μια γεωμετρία που προβάλλει απαιτητικά την αυθεντία των αξιωμάτων της. Ο Ντίρενματ απολυτοποιεί τον κόσμο, τον εντάσσει σε φόρμουλες και έχοντας αξιωματικά δεχθεί τις αρχές του λύνει τα προβλήματα του κόσμου με το βολικό εργαλείο του. Τα βασικά του αξιώματα είναι δύο: «Η βία είναι η αιτία του πολιτισμού» και «Σκοπός του πολιτισμού είναι το χρήμα». Μεταξύ ενός αναγκαστικού και ενός τελικού αιτίου ο άνθρωπος συνθλίβεται και οι πράξεις του υπακούουν σ’ έναν αυστηρό ντετερμινισμό. Αν πολλές φορές εισάγει τον παράγοντα του τυχαίου είναι για να τον ανατρέψει τελικά και να τον εμφανίσει ως μια μορφή της μοίρας που ωθεί υποχρεωτικά τα πράγματα στο προδιαγεγραμμένο τέλος της. Ο άνθρωπος για τον Ντίρενματ ενέχει το σπέρμα της καταστροφής του. Οι επιμέρους κινήσεις του είναι σπασμωδικές απόπειρες εξόδου από το δεδομένο αδιέξοδο. Η θέση είναι μεταφυσική και τον οδηγεί κατευθείαν στο αρχαίο δράμα. Το παράδοξο είναι πως ο συγγραφέας αντί να δεχθεί ότι η άποψή του τον οδηγεί σε μια αφηρημένη και γενική αντίληψη για την ουσία της ανθρώπινης ύπαρξης νομίζει πως μπορεί να τη χρησιμοποιεί για την ερμηνεία του συγκεκριμένου ιστορικού μας χώρου. Και παραδοξολογεί. Αφαιρεί τον θεό από το έργο του και έτσι σχεδιάζει έναν κόσμο ορφανό, αλλά άτεγκτα και λογικά διαρθρωμένο. Στη θέση του θεού του αρχαίου θεάτρου βάζει μια εξίσου απρόσιτη και αόρατη αρχή, μηχανιστικά και πανταχού παρούσα». Αν παραπέμπω στις σκέψεις μου αυτές κοντά μισόν αιώνα πίσω είναι ακριβώς για να δηλώσω πως δεν έχω μετατοπισθεί από αυτές.

Εχω δει όλες τις ελληνικές παραστάσεις της «Επίσκεψης της γηραιάς κυρίας» με πρώτη τη μυθική του Μινωτή με την Παξινού. Σκοπός μου δεν είναι να προβώ σε συγκρίσεις. Εξάλλου σε όσες συνέπεσαν με την παρουσία μου στην κριτική έχω καταθέσει τη γνώμη μου.

ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ. Σταθμεύω στο ίδιο το κείμενο, το οποίο 60 χρόνια ακριβώς από τη συγγραφή του και την πρώτη του σκηνική ανάγνωση στην Ελβετία έχει δεινοπαθήσει από ερμηνευτικές προσεγγίσεις. Ο συγγραφέας του ως είδος γραφής το τοποθετεί στην γκροτέσκο κωμικοτραγωδία. Αλλά συχνά αντιμετωπίστηκε ως παραβολή, ως συμβολιστική παρωδία, ως κριτικός ρεαλισμός και ως μαρξιστική ανάγνωση.

Ας μείνω στο τελευταίο, διότι συχνά αυτή η προσέγγιση πρυτάνευσε σε αυτά τα 60 χρόνια της θεατρικής διαδρομής του.

Ο Ντίρενματ και σε άλλα έργα του έχει μια εμμονή στον τρόπο που λειτουργεί καταλυτικά το χρήμα στις κοινωνίες. Οσοι ανόητοι κατέφυγαν στη «Μήδεια» του Ευριπίδη για να διαβάσουν την κεντρική ηρωίδα της «Επίσκεψης» –τάχα μου η εκδίκηση μιας προδομένης γυναίκας από τον εραστή της… τόση αφέλεια! –δεν διαβάζουν τι λέει ο Κρέων για το χρήμα στην «Αντιγόνη», αν θέλουν σώνει και καλά να βρουν τραγικούς πίσω από τον ελβετό άθεο καλβινιστή! Ολο το νόημα της «Επίσκεψης» είναι ένα σχόλιο στον μονόλογο του Κρέοντα. Και θυμίζω εδώ ό,τι έχω ξαναγράψει: πριν από πολλά χρόνια στους Δελφούς ο μέγας σύγχρονος στοχαστής Τζορζ Στάινερ, διαβάζοντας κεφάλαια του βιβλίου του «Οι Αντιγόνες», είχε με αφοπλιστική ειλικρίνεια ομολογήσει πως ως κεντροευρωπαίος (εβραϊκής καταγωγής) πολίτης ήταν με το μέρος του Κρέοντα (!) και δεν μπορούσε λογικά (λογικά!) να κατανοήσει τις πράξεις και τα επιχειρήματα της Αντιγόνης!

Η Κλαίρη Ζαχανασιάν που έρχεται σ’ ένα χρεοκοπημένο χωριό, όπου κάποτε προδόθηκε ερωτικά και κατάντησε πόρνη πολυτελείας για να κληρονομήσει δισεκατομμύρια από τον υπερήλικο σύζυγό της (το όνομά του κατά τον συγγραφέα Ζαχανασιάν είναι συμπίλημα των ονομάτων Ζαχάροφ = διάσημος έμπορος όπλων, Ωνάσης και Γκουλμπεκιάν = δισεκατομμυριούχος αρμενικής καταγωγής). Πώς λοιπόν να μη διαβάσει κανείς ως παραβολή το έργο του ελβετού δραματουργού. Αφού είναι εμφανές πως σκοπός του είναι μέσα από ευανάγνωστα σύμβολα να καταγράψει το πώς το κεφάλαιο διαβρώνει συνειδήσεις, εξαγοράζει και μεταποιεί ήθη, ευτελίζει θεσμούς, εγκαθιδρύει συστήματα και συγκροτεί εγκληματικές εταιρείες, τράπεζες, αστυνομίες, δικαστήρια, σχολεία και θρησκευτικές οργανώσεις. Πάνω σ’ αυτά τα γνωστά εξάλλου αρχαιόθεν δομικά υλικά της κοινωνικής και ιστορικής πορείας της ανθρωπότητας ο καθένας, όποιας εποχής και ιδεολογίας, μπορεί να διαβάσει τον συμβολισμό της ανοιχτής προβληματικής του Ντίρενματ.

Εύκολα «διαβάζεται» η Κλαίρη Ζαχανασιάν, όμως ποιος πλέον νηφάλιος θα θελήσει να «διαβάσει» και το σύμβολο «Γκίλεν», την κωμόπολη που υποκύπτει, εξαγοράζεται, εκμαυλίζεται, εγκληματεί, αθετεί κανόνες ηθικής, φτύνει πάνω σε πολιτισμικές θεμελιώσεις αιώνων και στην Παιδεία από τον Σωκράτη έως τον Ρουσό.

Αρα το ερώτημα είναι ωμό. Φταίει η Κλαίρη ή το Γκίλεν; Ο ψαράς ή ο χάνος; Ή μήπως το δόλωμα; Ο Ιάσονας ή η Μήδεια; Ή μήπως το χρυσόμαλλο δέρας;

Η ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ. Ο Αλέξανδρος Κοέν που μετέφρασε και σκηνοθέτησε το έργο περιορίστηκε σε ρόλο τροχονόμου ενός θεατρικού πλαγκτού άπειρων και ανυποψίαστων νέων ηθοποιών. Αλλά το έργο είναι έργο συνόλου, και αλλιώς γέρνει μονόπαντα. Ο Κοέν έχει καλούς συνεργάτες, κυρίως την Κωστέα στο περίτεχνο, ορθά, σκηνικό, τον Μαραμή στη μουσική που είχε ειρωνεία και κρυμμένη οργή, τη Μαραγκουδάκη στους φωτισμούς και την Κορρού στην κίνηση. Λειτουργικοί και σαφείς ιδεολογικά οι στίχοι του Γερ. Ευαγγελάτου. Οι έμπειροι ηθοποιοί επέπλευσαν. Η αυστηρή περσόνα της Αιμ. Υψηλάντη (δήμαρχος – ο Ντίρενματ τον θέλει βέβαια άντρα!), η ευαίσθητη δασκάλα της Μαλτέζου και η πονηρή αθωότητα του αφελούς ύπουλου Ιλ του Πιατά δίνουν στίγμα στη ροή της παράστασης. Ξεχώρισα από τους νέους τον Κ. Μαρκάτο (Πάστορα).

Η Μίρκα Παπακωνσταντίνου με το υδραργυρικό της χιούμορ, τους έξοχους ρυθμούς και το κύρος μιας πείρας με προίκα ισορροπίας ύφους και σκηνικής ευφράδειας γράφει μια σπουδαία σελίδα και στην καριέρα της και στην ιστορία του ρόλου στην Ελλάδα.

Info

Συγγραφέας:

Φρίντριχ Ντίρενματ

Μετάφραση – σκηνοθεσία:

Αλέξανδρος Κοέν

Παίζουν:

Μίρκα Παπακωνσταντίνου, Δημήτρης Πιατάς, Υβόννη Μαλτέζου, Αιμιλία Υψηλάντη κ.ά.

Πού παίζεται:

Στο θέατρο Βρετάνια (Πανεπιστημίου 7, τηλ. 210-3221.579) έως 31/5