Επειτα από σχεδόν τρεις μήνες άκαρπων διαπραγματεύσεων της κυβέρνησης με τους δανειστές μας και καθώς τα λεφτά τελειώνουν, δύο σενάρια για τις εξελίξεις προδιαγράφονται στον ορίζοντα. Το καλό σενάριο και το κακό σενάριο.

Το καλό σενάριο: την τελευταία στιγμή (κάπου μέσα στον Μάιο) η κυβέρνηση θα ενδώσει σε κάποιες από τις απαιτήσεις των δανειστών μας, υιοθετώντας ένα πρώτο πακέτο μέτρων προκειμένου να εξασφαλίσει τη χρηματοδότηση που χρειάζεται η χώρα για να ζήσει το επόμενο δίμηνο. Μικρό το πακέτο, μικρή και η χρηματοδότηση, με πολλούς να την προσδιορίζουν ήδη στο 1,9 δισ. ευρώ των κερδών που είχε η ΕΚΤ από τις αγορές των ελληνικών ομολόγων. Στην περίπτωση αυτή και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα συνεχίσει απρόσκοπτα τη χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών μέσω του ELA.

Ακόμη όμως και αν συμβεί αυτό, χωρίς επώδυνες πολιτικές αναταράξεις στο εσωτερικό της κυβέρνησης και του ΣΥΡΙΖΑ, η ανάσα θα είναι πρόσκαιρη. Εως το τέλος Ιουνίου η κυβέρνηση θα πρέπει να ανέβει το μεγάλο βουνό της διαπραγμάτευσης για το νέο πρόγραμμα χρηματοδότησης που έχει ανάγκη η χώρα τα επόμενα χρόνια, ύψους 30-40 δισ. ευρώ, σύμφωνα με τους πιστωτές μας. Το οποίο για να εγκριθεί θα πρέπει να συνοδεύεται από δεσμεύεις της ελληνικής πλευράς για το Ασφαλιστικό, τη φορολογία, τις ιδιωτικοποιήσεις και τα εργασιακά. Τις τέσσερις κόκκινες γραμμές της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ. Οπότε, ένας νέος κύκλος διαπραγμάτευσης θα αρχίσει τότε με αβέβαιο αποτέλεσμα.

Το κακό σενάριο είναι να μην υπάρξει συμφωνία της κυβέρνησης με τους δανειστές μας. Και το Δημόσιο να μείνει από ρευστό αδυνατώντας να πληρώσει, στο σύνολό τους, τις υποχρεώσεις του. Τι μέλλει γενέσθαι; Ουδείς μπορεί να προβλέψει από τώρα με ακρίβεια εξελίξεις που θα διαμορφωθούν σε ένα περιβάλλον στάσης πληρωμών με τον φόβο να κυριαρχεί στην ψυχολογία των ελλήνων πολιτών. Από ένα πιθανό νέο ισχυρό κύμα εκροής καταθέσεων έως την επιβολή περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων, όλα είναι πιθανά.

Το βέβαιο είναι ότι το κακό σενάριο –που δεν είναι το χειρότερο κακό, μια και Grexit δεν υπάρχει στις προθέσεις των εταίρων μας –θα είναι επώδυνο για την ελληνική οικονομία και τους πολίτες της. Χωρίς ρευστότητα και με προβληματικές συναλλαγές, εντός και εκτός της χώρας, η ελληνική οικονομία θα βυθιστεί σε νέα βαθιά ύφεση.

Ομως και το καλό σενάριο, με βάση τα σημερινά δεδομένα, δεν είναι αυτό που πραγματικά χρειάζεται τώρα η ελληνική οικονομία για να ξεφύγει από το αδιέξοδο στο οποίο βρίσκεται. Μια συμφωνία, δηλαδή, μακράς πνοής με τους πιστωτές μας που θα της επιτρέψει να αναπνεύσει, να αποκαταστήσει τη χαμένη αξιοπιστία της στις διεθνείς αγορές και θα περιλαμβάνει μεταρρυθμίσεις αναγκαίες για τη χώρα.