Λίγο προτού οι πολιτικές εξελίξεις πάρουν την τροπή που τους δίνει η κυβερνητική πρωτοβουλία για παροχή ψήφου εμπιστοσύνης από τη Βουλή, η αξιωματική αντιπολίτευση διά του επικεφαλής της είχε επαναφέρει στο προσκήνιο δύο δικές της ιδέες. Η μία αφορά το κούρεμα του δημόσιου χρέους κατά 50% και η άλλη την επαναφορά των κατώτατων μισθών στα προ της κρίσης επίπεδα. Και οι δύο είναι καλοδεχούμενες. Ποιος δεν θέλει να του χαρίσουν τα μισά χρέη και να αυξηθεί ο μισθός του;

Η συγκυρία που δημιουργείται με τη συζήτηση που θα γίνει στη Βουλή ευνοεί, προφανώς, τέτοιες προτάσεις. Αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ θα κερδίσει μόνο αν παρουσιάσει επιχειρήματα για την υλοποίησή τους και, ταυτόχρονα, αν δείξει ότι δεν του διαφεύγει πως συνδέονται μεταξύ τους.

Η ιδέα για το κούρεμα του χρέους είναι λαμπρή, αλλά πάσχει σε ένα σημείο: δεν εξαρτάται από την Ελλάδα. Μόνο οι κυβερνήσεις της ευρωζώνης που την έχουν δανείσει μπορούν να αποφασίσουν αν υπάρχουν λόγοι να της χαρίσουν μέρος του χρέους. Εφόσον, βεβαίως, υπάρχει τρόπος να πείσουν και τα Κοινοβούλιά τους να το εγκρίνουν και τις κοινωνίες τους να το αποδεχθούν. Μέχρι στιγμής δεν υπάρχει καμία θετική ένδειξη γι’ αυτό. Αλλά και να υπήρχε τέτοιο ενδεχόμενο, η δεύτερη πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ το… υπονομεύει!

Πώς θα σου χαρίσει τα λεφτά της μια άλλη κυβέρνηση όταν λες ότι στην υπερχρεωμένη χώρα σου θα αυξήσεις διά νόμου τους μισθούς; Ειδικά για το Δημόσιο, τα ποσά που θα χρειαστούν δεν υπάρχουν στον προϋπολογισμό –άρα πρέπει να τα δανειστείς. Ποιος θα σου δώσει νέα δάνεια, και μάλιστα για μισθοδοσία δημοσίων υπάλληλων, όταν ζητάς να μην πληρώσεις τα παλιά; Αλλά και στον ιδιωτικό τομέα, πώς θα υποχρεώσεις τους εργοδότες να αυξήσουν τις αμοιβές προσωπικού σε μια νύχτα, όταν και με το σημερινό κόστος εργασίας βάζουν λουκέτα καθημερινά;

Συμπέρασμα. Οι ιδέες του ΣΥΡΙΖΑ είναι καλές. Αλλά μόνο ως ευχολόγια. Στην πράξη θα αποδειχθούν εκτός πραγματικότητας. Και όπως έλεγε ο Σαρτρ, «δεν υπάρχει άλλη πραγματικότητα από την πράξη».