Ούτε φέτος υπήρχαν εκπλήξεις. 180 εκατομμύρια τηλεθεατές παρακολούθησαν τον ευρωπαϊκό διαγωνισμό μουσικής, μερικά εκατομμύρια πίτσες καταναλώθηκαν και στο τέλος κέρδισε μια ντραγκ κουίν. Βέβαια η Κοντσίτα Βουρστ, εκτός από το συμβολικό (ή προκλητικό για τους καχύποπτους) επώνυμό της, διέφερε από προηγούμενες διαγωνιζόμενες, την Ντάνα Ιντερνάσιοναλ από το Ισραήλ και τη Βέρκα Σερντιούτσκα από την Ουκρανία, γιατί είχε μούσια. Κατά τα άλλα η ψήφος διαμορφώθηκε όπως ακριβώς αναμενόταν. Με δόξα και τιμή στο καρναβαλικό εξαντρίκ και στα underdogs της καθημερινής, τακτοποιημένης ζωής μας.

Οπως όλοι γνωρίζουμε, η Γιουροβίζιον είναι διαγωνισμός πολλών πραγμάτων. Λιγότερο όλων, της μουσικής. Τα τραγούδια που ακούγονται είναι κακά, κάκιστα και δεν αντανακλούν ούτε στο ελάχιστο τη σύγχρονη ευρωπαϊκή μουσική παραγωγή. Είναι όμως πρόφαση και πάνω από όλα πρόσβαση σε μια ευρωπαϊκή δημόσια σφαίρα που διευρύνεται συνεχώς και αυτή την ημέρα γιορτάζει. Και αυτό για μια Ευρώπη που δεν έχει άλλες γιορτές, είναι από μόνο του γεγονός σημαντικό.

Η ιστορία του θεσμού είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με αυτή της τηλεόρασης. Η ομοηχία των ονομάτων τους το αποδεικνύει. Οπως πολύ ωραία δείχνει και ο Παύλος Τσίμας στο βιβλίο του για την τηλεόραση, Ο φερετζές και το πηλήκιο (Μεταίχμιο, 2014), «Γιουροβίζιον» και «τελεβίζιον» γίνονται περήφανες υποθέσεις της μεταπολεμικής Ευρώπης από το 1955. Η ταυτόχρονη κάλυψη της διοργάνωσης σε πολλά εθνικά δίκτυα αποτελούν πια μέρος της ευρωπαϊκής πολιτισμικής παράδοσης.

Μέρος της παράδοσης είναι επίσης και η αντανάκλαση των διαφορετικών γεωπολιτικών συσχετισμών στην ψηφοφορία. Μέχρι ένα πολύ πρόσφατο παρελθόν οι 12 πόντοι δίνονταν αυστηρά στους γεωγραφικούς γείτονες, αποτυπώνοντας τις καλές διπλωματικές σχέσεις μεταξύ των κρατών. Εκτός από το περίφημο δίδυμο Ελλάδας – Κύπρου, αντίστοιχη πρακτική ακολουθούσαν και η Αγγλία με την Ιρλανδία, η Αρμενία με τη Γεωργία, η Τουρκία με το Αζερμπαϊτζάν και φυσικά οι σκανδιναβικές χώρες που αντάλλασσαν τα δωδεκάρια τους με το σύστημα του ρολογιού. Η αύξηση όμως του αριθμού των χωρών που συμμετέχουν και ο συνακόλουθος αποκλεισμός πολλών εξ αυτών στον ημιτελικό έχουν ως αποτέλεσμα τη σταδιακή εξασθένηση αυτής της πρακτικής. Απουσία και της Κύπρου φέτος, η Ελλάδα, που πάντα πολιτικοποιούσε τον διαγωνισμό περισσότερο από ό,τι θα έπρεπε, ούτε πήρε ούτε έδωσε τους δώδεκα βαθμούς της κατά παράδοση.

Τη μερίδα του λέοντος στα πολιτικά κουτσομπολιά του φετινού διαγωνισμού κέρδισε αναμφίβολα η περίπτωση της Κριμαίας. Για ημέρες ο ευρωπαϊκός Τύπος αναρωτιόταν πώς θα προσμετρούνταν οι τηλεφωνικοί ψήφοι των Κριμαιωτών, οι οποίοι, ενώ έχουν τυπικά προσαρτηθεί στη Ρωσία, εξακολουθούν να έχουν ουκρανικό τηλεπικοινωνιακό και τηλεοπτικό δίκτυο. Φυσικά οι κάτοικοι της ταραχώδους, εμπόλεμης Κριμαίας δεν θα μπορούσαν να νοιάζονται λιγότερο. Οποιος περίμενε να δει πολιτικές νύξεις κατά τη διάρκεια της βαθμολογίας απογοητεύτηκε. Οι παρουσιαστές της διοργάνωσης απέφυγαν επιμελώς οποιαδήποτε αναφορά στις σχέσεις των δύο χωρών.

«Βουρστ» λοιπόν από την Κριμαία, κατά το γερμανικό «es ist mir doch alles Wurst», που σημαίνει ότι «δεν θα μπορούσε να με νοιάζει λιγότερο». «Βουρστ» και από την Ελλάδα της κρίσης, την οποία πολλά χωρίζουν από την Ελλάδα του 2004, όταν «διάβαζε» στη νίκη στη Γιουροβίζιον, την κατάκτηση του ευρωπαϊκού πρωταθλήματος ποδοσφαίρου και τη διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων, την εθνική ευρωστία και την πολιτική και οικονομική ρώμη. «Βουρστ» και από 26 χώρες που έδωσαν 290 πόντους στην ντραγκ κουίν Κοντσίτα, η οποία αφιέρωσε το βραβείο της «σε όποιον πιστεύει σε ένα μέλλον ειρήνης και ελευθερίας», συνοψίζοντας όσο καλύτερα γινόταν το ευρωπαϊκό όραμα. Πρόκειται λοιπόν για νίκη της Ευρώπης; Για νίκη της ειρήνης πάνω στον πόλεμο, της ανοχής πάνω στον ρατσισμό και της ελευθερίας πάνω στην καταπίεση;

Χρήστες των σόσιαλ μίντια πανηγύρισαν τη νίκη της διαφορετικότητας και το μήνυμα του ανθρωπισμού. Κάποιοι τηλεθεατές ίσως και να συγκινήθηκαν με την Ευρώπη που αλλάζει. Ομως η γιορτή είναι σκληρή και δεν είναι ποτέ αυτό που φαίνεται. Χαρακτηριστικό της γνώρισμα η πρόσκαιρη αντιστροφή κάθε κανονικότητας. Ο «τρελός του χωριού» γίνεται ο βασιλιάς της γιορτής, ενώ ο κανονικός βασιλιάς, κακοντυμένος και εξευτελισμένος, μένει για λίγο στην άκρη. Οι απόκληροι σέρνουν τον χορό και οι ισχυροί ατιμώνονται, ούτως ώστε να μπορούν από την επόμενη ημέρα να επιστρέψουν εξαγνισμένοι στις θέσεις τους. Το ότι στη Γιουροβίζιον διακρίνονται τρανσέξουαλ, μεταμφιεσμένοι σε τέρατα και γραφικές γιαγιάδες δεν είναι δείγμα ότι η κοινωνία αλλάζει. Είναι δείγμα ότι η κοινωνία μένει ακριβώς η ίδια.

Η Χαριτίνη Καρακωστάκη είναι πολιτικός επιστήμων, υπ. διδάκτωρ στο EHESS (Paris)