άλμα. Η κυρίαρχη φαντασίωση περί προόδου τη συνδέει με την κίνηση προς τα μπρος. Είναι εμπροσθοβαρής υπόθεση η πρόοδος για το μεγαλύτερο μέρος της κοινής γνώμης. Και όμως, για τους οπαδούς της «θεωρίας της χρονοτριβής», στους οποίους συγκαταλέγεται η στήλη, η λύση (και η πρόοδος) βρίσκεται στην αντίθετη κατεύθυνση. Δεν αντιστοιχεί σε ένα, δύο, τρία βήματα προς το μέλλον αλλά σε ένα άλμα στο παρελθόν. Το άλμα αφορά τη βίωση και τη διαχείριση του χρόνου. Για τους θιασώτες της χρονοτριβής το μέλλον της Ελλάδας συνδέεται με την προγραμματισμένη χρονοκαθυστέρηση και όχι με την αποθέωση της ταχύτητας, με την επιστημονική επιβράδυνση όλων των λειτουργιών και δραστηριοτήτων και όχι με την καταναγκαστική επιτάχυνσή τους. Μιλάμε για μια βιομηχανία του χασομεριού. «Χάσε τον χρόνο σου στην Ελλάδα»: αυτό είναι το σύνθημα που πρέπει να στεγάσει την αναγέννηση του τόπου τον 21ο αιώνα. «Πίσω έχει η αχλάδα (και η Ελλάδα) την ουρά!»: είναι παραλλαγή του προηγούμενου συνθήματος και σηματοδοτεί εξ αντιδιαστολής τη ματαιότητα εγχειρημάτων, όπως η δημιουργία υδατοδρομίων και η δρομολόγηση υδροπλάνων στον ελλαδικό χώρο ή η αδειοδότηση επιχειρήσεων εντός εικοσιτετραώρου, για να μείνουμε σε κάποια θέματα που απασχόλησαν την επικαιρότητα αυτήν την εβδομάδα.

ανωνυμία. «Εβδομήντα πέντε δήμαρχοι/ κι εξήντα τρεις προέδροι/ ολημερίς εχτίζανε/ της Αρτας το γεφύρι/ Τη μέρα το εχτίζανε/ Τη νύχτα το εκλέβαν/ Κι αυτό το φουκαριάρικο/ Δεν έλεγε να πέσει!» (Από την παρουσίαση της «έκθεσης πεπραγμένων για το 2013 της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και Ελέγχου Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης», η οποία καταγράφει 413 περιπτώσεις παραβάσεων εκ μέρους, προφανώς, επωνύμων Ελλήνων οι οποίοι κατέστησαν ανώνυμοι για άγνωστους λόγους.)

αργία. Με το Μνημόνιο που υπέγραψε το 2010 η Ελλάδα αναγνώρισε ότι υπήρξε ένας λαθρεπιβάτης στο σκάφος της Δύσης εν γνώσει και με την ανοχή της Δύσης. Κατά τούτο το κείμενο εκείνο μπορεί να χαρακτηριστεί προϊόν συμφωνίας όχι τόσο μεταξύ ενός δανειστή και ενός οφειλέτη όσο μεταξύ δύο συνενόχων. Εκτοτε η χώρα, κάτω από τον μανδύα τής μη τυπικής χρεοκοπίας, ετέθη σε κατάσταση οιονεί αργίας. Η Ελλάδα αργεί επί μία τετραετία χάρη και στην ανατριχιαστική ύφεση. Θα λέγαμε, επί το απλούστερον, ξαποσταίνει. Πρώτον, επειδή ποτέ δεν πεθαίνει. Δεύτερον, επειδή, φυσικά, ετοιμάζεται πάντα να τραβήξει προς τη δόξα. Σε αυτήν την ανάπαυλα μεταξύ ένδοξου παρελθόντος και ακόμη ενδοξότερου μέλλοντος η χώρα συνέλαβε το μεγαλειώδες όραμα της χρονοκαθυστέρησης, της ανελέητης βραδυπορίας ως στοίχημα των ημερών που θα ‘ρθουν. Δύο αιώνες δίδαξαν τους Ελληνες ότι δεν προλαβαίνουν, αλλά και ότι δεν έχει κανένα νόημα να προλάβουν. Σε έναν κόσμο που βιάζεται για να βιάζεται και όπου η λογική τού «δεν προλαβαίνω» παγκοσμιοποιείται η ελληνική πρόταση υψώνεται υπερήφανη προς πάσαν κατεύθυνση: «Γίνε άνθρωπος: μάθε να χάνεις τον χρόνο σου».

αρετή. Είναι ο στόχος που επιδιώκεται με τα αλλεπάλληλα φορολογικά νομοσχέδια (20; 30; 40;) που είδαν το φως αυτά τα τέσσερα χρόνια. Αυτή η άσκηση αρετής επί χάρτου (δεδομένης της απονέκρωσης της πραγματικής οικονομίας) έχει κάτι το συγκινητικό και συνάμα εξωπραγματικό. Θυμίζει γεωμετρικά σχήματα, πιρουέτες στην έρημο. Οι Ελληνες μαθαίνουν, υποτίθεται, να είναι φορολογικά και, άρα, πολιτικά ενάρετοι κάτω από συνθήκες εξάτμισης του πραγματικού. Αποκτούν φορολογική συνείδηση στο πλαίσιο ενός πρόχειρου διαγωνίσματος στο οποίο συμμετέχουν με άδειες τσέπες, απαξιωμένες περιουσίες, εξαερωμένες ιδιοκτησίες. Το διαγώνισμα, ευτυχώς, συνοδεύεται από μουσική υπόκρουση: τις δηλώσεις κορυφαίων οικονομολόγων, όπως οι κύριοι Στουρνάρας και Σταθάκης, οι οποίοι παίζουν τις «Παραλλαγές σε ένα θέμα» (υπερφορολόγηση, υποφορολόγηση), απόσπασμα του έργου «Σκηνές από ένα κράτος – ανέκδοτο» που υπογράφει ο Ανώνυμος Ελλην ο Δεύτερος.

μοιρασιά. «Ακόμη δεν τον είδαμε Γιάννη τον βαφτίσαμε». «Τι είχες Γιάννη, τι είχα πάντα». «Βρήκαμε παπά να θάψουμε μια δεκαριά». «Με τα λόγια χτίζω ανώγια και κατώγια». «Τα λεφτά, τα λεφτά τι θα τα κάνεις; Κάποια μέρα θα πεθάνεις». «Τι μου τη χάρισες αυτήν την ταμπακέρα αφού στο βάθος θέλεις να με κάνεις πέρα;». (Από τα σχόλια που προκάλεσαν δηλώσεις κυβερνητικών αξιωματούχων περί διανομής του πρωτογενούς πλεονάσματος σε «ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού» και σε «ειδικές ομάδες που ανήκουν στον στενό πυρήνα του κράτους»)